Στήν Ἐκκλησία ὑπάρχει ἕνας λειτουργικός κανόνας, κατά τόν ὁποῖο, τήν ἐπόμενη ἡμέρα μιᾶς μεγάλης Δεσποτικῆς ἤ Θεομητορικῆς ἑορτῆς τιμοῦμε τό πρόσωπο ἐκεῖνο, πού «ὑπηρέτησε» στήν ἑορτή αὐτή. Ἔτσι, γιά παράδειγμα, στίς 6 Ἰανουαρίου ἔχουμε τήν ἑορτή τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ. Τήν ἐπόμενη ἀκριβῶς ἡμέρα (7 Ἰανουαρίου) τιμοῦμε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Βαπτιστή, διότι αὐτός βάπτισε τόν Χριστό. Ἄλλο παράδειγμα εἶναι ἡ 25 Μαρτίου, πού πανηγυρίζουμε τήν ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Τήν ἐπόμενη ἡμέρα, 26 Μαρτίου, ἑορτάζουμε τήν Σύναξη τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, διότι αὐτός ἔδωσε τό χαρμόσυνο μήνυμα στήν Παναγία. Ὁ λειτουργικός αὐτός «κανόνας» ἐφαρμόζεται καί γιά τά Χριστούγεννα.
Ἔτσι, τήν 26 Δεκεμβρίου ἔχουμε τήν ἑορτή τῆς Σύναξης τῆς Παναγίας, διότι αὐτή ἔγινε τό μέσο γιά νά ἔρθει ὁ Χριστός ἀνάμεσά μας. Εἶναι φυσικό λοιπόν καί πρίν καί μετά τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων οἱ ὕμνοι πού ψάλλονται στήν Ἐκκλησία νά πλέκονται συχνά γύρω ἀπό τό Πρόσωπό της. Εἴδαμε ὅτι αὐτό ἀπαντᾶ σέ πολλά συμεῖα τοῦ Ἰαμβικοῦ Κανόνα τῶν Χριστουγέννων καί κυρίως στήν Θ ὠδῆ, πού ἔχει πάντοτε τροπάρια ἀφιερωμένα στήν Παναγία.
Τό πρῶτο τροπάριο τῆς Θ´ὠδῆς ἀναφέρει:
Στέργειν μέν ἡμᾶς, ὡς ἀκίνδυνον φόβῳ
Ῥᾶον σιωπῇ· τῷ πόθῳ δέ Παρθένε
Ὕμνους ὑφαῖνειν, συντόνως τεθηγμένους
Ἐργῶδες ἐστίν· ἀλλά καί Μήτηρ σθένος
Ὅση πέφυκεν, ἡ προαίρεσις δίδου·
Ἑρμημευτική ἀπόδοση:
Ὦ Παρθένε ἀλλά ταυτόχρονα καί μητέρα. Ἐξαιτίας τοῦ δέους
μας πρός τήν Θεομητορική σου λαμπρότητα εἶναι πιό εὔκολο
νά προτιμοῦμε τήν σιωπή ὡς κάτι πιό ἀκίνδυνο. Εἶναι ὅμως δύσκολο
νά συνθέτουμε λαμπρούς ὕμνους μέ προθυμία ἀπό τόν πόθο μας γιά Σένα. Ὅση βλέπεις ὅτι εἶναι ἀπό τήν φύση μας ἡ (καλή) προαίρεσή μας, δῶσε καί τήν δύναμη (φώτιση) γιά τό ἔργο αὐτό.
Τό δεύτερο τροπάριο τῆς ἴδιας ὠδῆς φανερώνει ὅτι ὁ συνθέτης τοῦ ὕμνου εἶναι σάν νά βλέπει τήν παρουσία τῆς Παναγίας καί στίς δύο Διαθῆκες:
Τύπους ἀφεγγεῖς, καί σκιάς παρηγμένας
Ὦ Μῆτερ Ἀγνή, τοῦ Λόγου δεδορκότες
Νέον φανέντος, ἐκ πύλης κεκλεισμένης
Δοξούμενοί τε, τῆς ἀληθείας φάος
Ἐπάξιως σήν, εὐλογοῦμεν γαστέρα.
Ἑρμηνευτική ἀπόδοση:
Ὦ Μητέρα Ἁγνή τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὁ ὁποῖος
φάνηκε στόν κόσμο ἀπό τήν κεκλεισμένη πυλή
(δηλαδή ἀπό τήν πύλη τῆς κοιλίας σου), βλέποντες
ἐμεῖς νά ἔχουν παρέλθει οἱ σκίες καί οἱ τύποι τῆς περιόδου
τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί φανταζόμενοι
κατά νοῦν τό φῶς τῆς ἀληθείας,
δηλαδή τόν Χριστό, ἐπάξια εὐλογοῦμε
τήν μακαρία κοιλία σου!
Τό τελευταῖο τροπάριο τῆς Θ ὠδῆς συνδέει τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων μέ τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων. Γνωρίζουμε ὅτι οἱ δύο αὐτές μεγάλες ἑορτές ἦταν ἀρχικῶς ἐνωμένες στίς 25 Δεκεμβρίου κάθε ἔτους. Ἡ Ἐκκλησία, γιά λόγους ποιμαντικούς, τίς χώρισε καί μέχρι καί σήμερα τίς πανηγυρίζουμε ξεχωριστά. Οὐσιαστικά τό τροπάριο αὐτό μᾶς μεταφέρει ἀπό τήν μία ἑορτή στήν ἐπόμενη. Διαβάζουμε:
Πόθου τετευχώς, καί Θεοῦ παρουσίας
Ὁ Χριστοτερπής, λαός ἠξιωμένος
Νῦν ποτνιᾶται, τῆς παλιγγενεσίας
Ὡς ζωοποιοῦ· τήν χάριν δέ Παρθένε
Νέμοις Ἄχραντε, προσκυνῆσαι τό κλέος.
Ἑρμηνευτική ἀπόδοση:
Ὁ λαός πού ἀγαπᾶ τό Χριστό, ἀφοῦ ἀξιώθηκε
τοῦ πόθου του καί ἀπόλαυσε τήν παρουσία τοῦ
Θεοῦ δηλαδή τά Χριστούγεννα, τώρα παρακαλεῖ
νά προσκυνήσει καί τήν δόξα τῆς παλιγγενεσίας
δηλαδή τά Θεοφάνεια. (Αὐτή εἶναι ἡ δεύτερη
ἀναγέννηση διά τοῦ Πνεύματος). Μακάρι
Ἄχραντε Παρθένε νά προσφέρεις αὐτήν τήν χάρη.