Είναι πιθανό κανείς εκ πρώτης όψεως να μην θεωρεί τον εαυτό του φαρισαϊστή αλλά ούτε και ευσεβιστή. Ας αναρωτηθούμε τότε αν οι παρακάτω σκέψεις μας απασχολούν. 
  • Έχω πνευματικό.
  • Κάνω και καμιά νηστεία. 
  • Εκκλησιάζομαι αρκετά συχνά, χωρίς απαραίτητα να εξετάζω την ποιότητα της προσευχής μου κατά τον εκκλησιασμό.
  • Που και που κάνω και καμιά ελεημοσύνη. Συχνότερα ή και μόνο υλικής φύσεως (σε χρήματα ή και τρόφιμα είδη 1ης ανάγκης).
  • Τον κανόνα μου τον κουτσοκάνω.
  • Συχνά επικρίνω και ελέγχω τους ιθύνοντες για την παρούσα κοινωνική κατάσταση, αναπαύοντας τον λογισμό μου ότι συμπάσχω στον πόνο του πάσχοντα. 

  • Κατά βάθος νομίζω ότι τα έχω καλά με τον Θεό; Αφού η ζωή μου είναι σχετικά ομαλή σε σχέση με αυτά που ακούω στα ΜΜΕ και άρα ο Θεός με αγαπάει με τα όποια ελαττώματά μου. 
  • Δικαιολογώ την σχετική χλιαρότητα που νιώθω στην πίστη αφού δεν είμαι και «Άγιος». Αυτά που διαβάζω στα πνευματικά κείμενα είναι λίγο παρατραβηγμένα για μένα. 
  • Συγκρίνω τον εαυτό μου με τους πλέον κοσμικούς και νιώθω ότι κάτι κάνω. Αφού εύκολα το μυαλό μου απαριθμεί τις όποιες αρετές που τυχών έχω. Πιστεύω ότι έχω κάποια δείγματα ευλάβειας. 

Η παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου 
Οι δύο πήγανε στην εκκλησία για να προσευχηθούν. Μπαίνει ο Φαρισαίος και άρχισε να προσεύχεται πολύ δυνατά και να λέγει: «Κύριε, εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους. Εγώ είμαι καθαρός, δύο φορές την εβδομάδα νηστεύω… Θεέ μου σε ευχαριστώ γιατί δεν είμαι σαν τους άλλους… Όλοι τους είναι άρπαγες, άδικοι, διεφθαρμένοι, παλιανθρώποι, ακόμη και σαν τούτον εδώ τον αρχιληστή, τον Τελώνη, που είναι φορτωμένος με όλες τις αδικίες που ετόλμησε κι αυτός να μπει μέσα στο ναό Σου, και να τον μολύνει…» 

Ο δε Τελώνης, είδε σε μιά στιγμή σαν κινηματογραφική ταινία, όλες τις αμαρτίες του και ξέσπασε σε ένα δυνατό κλάμα. Και άρχισε να χτυπάει τα στήθη του και να ζητάει το έλεος του Θεού: «Ο Θεος ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Δεν είμαι άξιος να σηκώσω τα μάτια μου εις τον ουρανό. Είμαι αμαρτωλός, Κύριε. Το έλεός Σου ζητώ. Ο Θεος ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ…» 

Τελικά διαφέρω από τον Φαρισαίο της παραβολής; 
Και αυτός είναι συνεπής στις πνευματικές του υποχρεώσεις. Έχει και αρετές που εύκολα απαριθμεί. Αυτές τον καθιστούν καλύτερο από τους υπόλοιπους αμαρτωλούς που ακολουθούν το πνεύμα της εποχής. Ο Θεός με αγαπά ή τουλάχιστον με ανέχεται αφού η ζωή μου είναι καλή σε σχέση με το γενικό κλίμα. Μπορεί βέβαια να μην στέκομαι στο καλύτερο σημείο της εκκλησίας κάνοντας δημόσια προσευχή αλλά παρόλα αυτά αποδέχομαι τους παραπάνω λογισμούς. 

Τι σημαίνει ευσεβισμός και φαρισαϊσμός; 
Οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποίησαν την διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού. Πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο στην καταστροφική πορεία που οδηγεί η εγωπάθεια. Αυτή η εγωιστική αυτάρκεια, ως μια λίαν νοσηρή πνευματική κατάσταση, εμποδίζει τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας και τη διάθεση για μετάνοια. Εγωισμός και μετάνοια είναι δυο έννοιες εντελώς αντίθετες και ασυμβίβαστες μεταξύ τους. Η μία αναιρεί την άλλη. Ο εγωισμός, η υπερηφάνεια και η κενοδοξία, αποτελούν την πηγή της εμπαθούς ευσέβειας, αυτής που γίνετε για το «Θεαθήναι». Όταν ο πιστός μένει στους τύπους, τα «πρέπει και δεν πρέπει» της κακώς νοούμενης χριστιανικής ηθικής (ή αλλιώς του «ηθικισμού»), και αποσκοπεί στον ανθρώπινο έπαινο και το εφήμερο χειροκρότημα. Όταν πιστεύει κυρίως γιατί φοβάται τον αιώνιο θάνατο και όχι γιατί αγαπά αληθινά και εγκάρδια τον Θεό. Όταν κάνει τα τυπικά εξωτερικά και ξερά καθήκοντα, του εκκλησιασμού, της νηστείας, της ελεημοσύνης κλπ (που είναι τα μέσα-εργαλεία) και αγνοεί ή παραβλέπει την καλλιέργεια της ψυχής του (που είναι ο σκοπός). Αυτός είναι ο «ευσεβιστής», ο αναπαυμένος από τον λογισμό του, ο οποίος πιστεύει ότι έχει το δικαίωμα της κριτικής και είναι συχνά ο πρώτος που κατακρίνει και εξουθενώνει τον πλησίον του βάρβαρα και αδιάντροπα όπως και ο Φαρισαίος της παραβολής. 

Άλλο ευσέβεια και άλλο ευλάβεια; 
Είναι δύο έννοιες που συχνά συγχέονται. Ο Αγ. Παΐσιος έλεγε: «Άλλο ευλάβεια και άλλο ευσέβεια· η Ορθόδοξη Ανατολική ευλάβεια διαφέρει από την Δυτική ευρωπαϊκή ευσέβεια.» Η μεν ευλάβεια είναι προϊόν της θείας Χάρης, ενώ η ευσέβεια είναι μια ανθρώπινη εμπαθής έκφραση ψευτο-αγάπης. Η ευλάβεια προέρχεται από την αγάπη προς τον Θεό και εκδηλώνεται με την τήρηση των εντολών, και την κατά δύναμη «ορθή ζωή και πίστη». Η ευλάβεια φαίνεται χωρίς να το επιδιώκουμε και δεν “φοριέται”, με υποκριτικές εξωστρεφείς τάσεις ανθρωπαρέσκειας. Η δε ευσέβεια προέρχεται από την ηθικοποίηση της χριστιανικής ζωής, με την σχολαστικότητα στα «μη», τα «όχι» και τα «πρέπει ή δεν πρέπει», την προσκόλληση δηλαδή στους τύπους. Η μόδα του «ευσεβισμού» είναι άλλη μια ξενόφερτη συνήθεια που κινδυνεύει να νοθεύσει την ορθοδοξία, αφού επικεντρώνεται κυρίως στους ευσεβείς στοχασμούς και στην σχολαστική θεολογία, που είναι θεολογία του παπισμού την οποία ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και τόσοι άλλοι Πατέρες της Εκκλησίας πολέμησαν με όλες τις δυνάμεις τους.
 
Τελικά εμείς τι είμαστε; Ευλαβείς ή ευσεβείς; Τελώνες ή Φαρισαίοι; Αδελφοί, “Νήψατε, γρηγορήσατε. ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τινα καταπιεῖν”. Με αυτές τις σκέψεις λοιπόν, “πάντοτε χαίρετε … ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε”, διότι αυτό είναι το θέλημα του Πανάγαθου Τριαδικού Θεού. Αμήν

Άρθρο από τον Κ.Ι.Κ.