«ΣΥ ΤΙΣ ΕΙ Ο ΚΡΙΝΩΝ ΑΛΛΟΤΡΙΟΝ ΙΚΕΤΗΝ» – ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ

      Δεν θα ήταν, αδελφοί μου, υπερβολή να πει κανείς ότι σπάνια θα βρεθεί ανθρώπινη γλώσσα που να μην ασχολείται με το τι έκανε ή κάνει στη ζωή του ο Α ή ο Β, που να μην κρίνει, επικρίνει, κατακρίνει την κάθε του πράξη, συχνά μάλιστα σκληρά και άσπλαχνα. Κάτι, παραπλήσιο, λοιπόν, έπιασε φαίνεται και να συμβαίνει και πρόβλημα να δημιουργεί στην εκκλησιαστική κοινότητα της Ρώμης. Όταν μερικοί χριστιανοί με εβραϊκές καταβολές, και συνείδηση μάλλον περιδεή, φοβική, «οι ασθενείς τη πίστει», ακολουθώντας ό,τι συνήθιζαν παλιά, απέφευγαν να τρώνε ορισμένα φαγητά. Πράγμα από μια άποψη ανεκτό, αν μη και σεβαστό. Θέλησαν όμως να επιβάλουν σε όλους τους χριστιανούς αυτό, αλλά αντιστάθηκαν ιδιαίτερα όσοι χριστιανοί δεν έκαναν διάκριση μεταξύ των φαγητών, «οι δυνατοί τη πίστει».

     Τότε, «οι ασθενείς τη πίστει», άρχισαν να τους κατηγορούν, να τους κρίνουν, επικρίνουν, κατακρίνουν. Καταλαβαίνει καθένας πως έπρεπε να αντιμετωπιστεί αυτό, να σταματήσει αυτή η άδικη κρίση, επίκριση, κατάκριση των μεν προς τους δε. Ο Απόστολος Παύλος λοιπόν δεν αργεί, πιάνει και απευθύνει σ’ αυτούς, και μέσω αυτών σε όλους τους χριστιανούς την ανωτέρω αδυσώπητη ερώτηση.

Το κάνει γιατί ίσως δεν βρίσκει πιο δυνατό επιχείρημα, πιο πειστική διδασκαλία από το να ρωτήσει τον καθένα: «Συ τις ει ο κρίνων αλλότριον ικέτην»; Εσύ που αναλαμβάνεις να κρίνεις, επικρίνεις, και κατακρίνεις τον άλλο ποιος είσαι; Ποιος σου έδωσε αυτό το δικαίωμα; Μήπως κάνεις μεγάλο λάθος; Αυτό το δικαίωμα ανήκει σε άλλον, πολύ ψηλά ! Μη λοιπόν ξεχνάς πως αυτός που να κρίνεις, επικρίνεις, και κατακρίνεις τολμάς είναι αλλότριος οικέτης, ξένος υπηρέτης, υπηρέτης του Θεού!

    Και πώς δε σου φαίνεται και δεν καταλαβαίνεις αδελφέ ότι δεν έχεις δικαίωμα να κρίνεις, επικρίνεις, και κατακρίνεις κάποιον που είναι οικέτης, υπηρέτης του Θεού; Καθένας που τολμά αυτό μήπως νομίζει πως είναι ο δικαστής ή ο νομοθέτης του, και πως σ’ αυτόν πρέπει να δώσει λόγο για τα όποια του παραπτώματά; Όχι, δεν είναι έτσι ! Εδώ γίνεται λάθος μεγάλο, σοβαρό, μεγάλη αμαρτία, βαριά. Λησμονείται πως δημιουργός και νομοθέτης του είναι ο Θεός ! Ναι αυτός, «ο ετάζων καρδίας και νεφρούς», αυτός μόνο αυτός είναι που θα κρίνει κάποια μέρα όλους τους ανθρώπους για τις πράξεις τους ! Αυτός μόνο έχει απόλυτη κυριαρχία πάνω μας, γιατί αυτός μας δημιούργησε, μας έδωσε το νόμο του, τις προσταγές του να τηρήσουμε και να διαφυλάξουμε ! Και αυτός θα τιμωρήσει τον κάθε παραβάτη και αμετανόητο. «Εις εστίν ο νομοθέτης και κριτής ο δυνάμενος σώσαι και απολέσαι. Συ δε τις ει ος κρίνεις τον έτερον;», παραγγέλλει Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος-4,12. Και, «Συ τις ει ο κρίνων αλλότριον ηγέτην», ξεκινήσαμε με Απ. Παύλο και προς Ρωμαίους Επιστολή»-14,4. Λοιπόν, δε νομίζεις αδελφέ μου ότι, αναλαμβάνοντας να κρίνεις, επικρίνεις, και κατακρίνεις κάποιον για τις πράξεις του πως σφετερίζεσαι αλλότριο, και μάλιστα θείο δικαίωμα;

******   ***   ******

      Έτσι μπαίνουμε σε κάτι πολύ μεγάλο, βαθύ, αν μη και φοβερό! Και αυτό είναι πως δεν έχουμε δικαίωμα να οικειοποιούμεθα ξένη εξουσία, πολύ περισσότερο θεία ! Και ότι, αν οι ανθρώπινοι νόμοι τιμωρούν αυστηρά αυτούς που ιδιοποιούνται ξένη εξουσία, ξένα δικαιώματα, αλήθεια αναρωτηθήκαμε ποτέ εμείς που αρπάζουμε την εξουσία του Μεγάλου Θεού, πως αυτό δα δεν είναι τίποτε, και πως ουδέν συνεπάγεται;

      Θα ρωτήσει όμως κάποιος εδώ, και πώς γονείς, δικαστές, αρμόδιοι άρχοντες της Πολιτείας, Ποιμένες της Εκκλησίας κρίνουν ενόχους και τιμωρούν; Και είναι αλήθεια ότι συμβαίνει αυτό. Αλλά λησμονούμε μια όχι τυχαία λεπτομέρεια, ότι αυτοί έχουν θεόσδοτο δικαίωμα να επιτελούν και το έργο αυτό, «υπό του Θεού τεταγμένοι εισί» επισημαίνει ο Απόστολος. Ο Θεός χαρίζει στη γονική, πολιτική, δικαστική εξουσία το δικαίωμα να παιδεύει-εκπαιδεύει πρώτα αναλόγως, να κρίνει και να τιμωρεί τους ενόχους, ευρύτερα να αποδίδει το δίκαιο για διόρθωση, ωφέλεια, πνευματική τους ανασύνταξη. Το ίδιο βέβαια συμβαίνει και με τους πνευματικούς ποιμένες της Εκκλησίας και ταγούς.

      Και κάτι άλλο και ίσως πιο σοβαρό που ξεχνούμε εδώ είναι ότι, η αναφορά είναι στη δίκαιη κρίση, την προς καλυτέρευση, ανασύνταξη πνευματική κατά κύριο λόγο οικοδομή του άλλου, και όχι η επίκριση ή κατάκριση κοινή  … Πολύ περισσότερο, ποτέ μα ποτέ προς ταπείνωση, εξευτελισμό, εκμηδενισμό του άλλου, και υπονοούμενη ευδιάκριτα ανάδειξη της δικής μας ανωτερότητας, του δικού μας εγώ … Οπότε και πάντα με την αίσθηση ότι: «Πολλά πταίομεν άπαντες καθ’ εκάστην ημέραν»-Ιακ.3,2-ευδιάκριτο της ταπείνωσης συστατικό, αποδεικτικό ! Αλλά και ευδιάκριτη αποφυγή της α-νοησίας. «Διο αναπολόγητος ει ω άνθρωπε εν ω-γι αυτό ή για κείνο- γαρ κρίνεις έτερον-δεν καταλαβαίνεις ότι ουσιαστικά τον-εαυτόν-σου- κατακρίνεις. Τα γαρ αυτά –γιατί τα ίδια και τα αυτά- πράσσεις ο κρίνων»-Ρωμ.2,1 …

     Κατά ταύτα. Επιστρέφουμε εκεί που ξεκινήσαμε. «Συ τις ει ο κρίνων αλλότριον οικέτην; Τω ιδίω Κυρίω στήκει ή πίπτει. Σταθήσεται δε. Δυνατός γαρ ο Θεός στήσαι αυτόν» ! Θα ρωτήσει ίσως έτσι απλά ο Θεός. «Καλά δε βλέπω εγώ, και βλέπεις εσύ; Και δεν κρίνω εγώ και κρίνεις εσύ; Και δεν μπορώ να τον ανορθώσω εγώ που τον προσέλαβα στην Εκκλησία, και μπορείς εσύ; … Και δεν είμαι εγώ που θέλω, «πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν;»-1Τιμ.2,4. Και δεν άκουσες που λέει ανοιχτά, καθαρά : «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ θεὸς τὸν κόσμον ὥστε τὸν υἱὸν αυτού τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλὰ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον»-Ιωαν.3,16. Και τέλος δεν είναι ο κάθε άνθρωπος, μάλιστα ο χριστιανός ένας, «υπέρ ου –οποίου- Χριστός απέθανεν;»-Ρωμ.14,15.   

******   ***   ******

     Να κλείσουμε όμως κατεβαίνοντας χαμηλά, πολύ χαμηλά, στα καθημερινά … Εδώ πώς έχει το πράγμα χριστιανικά ανάμεσα σε δυο γείτονες, δυο φίλους, δυο κατά τεκμήριο αδελφούς χριστιανούς, όταν φως φανάρι σφάλλει ο ένας ή και οι δυο; Τι μπορεί ή οφείλει να κάνει εκάτερος για τον έτερο χωρίς να παρακάμψει ή πιο πολύ χωρίς να σκοντάψει στο αρχικό ερώτημα: «Συ τις ει ο κρίνων αλλότριον οικέτην;» ! Να βλέπουμε το κάθε τόσο λάθος, αστοχία, αμαρτία και να κάνουμε ότι δε βλέπουμε, να το προσπερνάμε, τίποτα, τσιμουδιά, άχνα σιωπή, κρίση μηδενική;

     Θα ξεκινήσουμε από το πιο βατό, ποτέ εν απουσία του λέξη ή κρίση αρνητική γι αυτόν! Θα επιστραφούμε εις εαυτόν αναλογιζόμενοι αν μπορούμε να μπούμε στη θέση του εμείς, και τι θα αντέχαμε να ακούσουμε και να δεχτούμε να μας πουν και πώς ! Θα αυτό-ανακριθούμε ειλικρινά, αν και πόσα αποθέματα αγάπης για τον άλλο έχουν απομείνει στην καρδιά, στην ψυχή μας βαθιά! Και ότι σε καμιά περίπτωση, ακόμη κι αν αντικειμενικά είμαστε, σε καμιά περίπτωση δεν είμαστε, καλύτεροι! Το πιο σπουδαίο, όσο και πιο αποφασιστικό, αν ή πόσο πολύ θερμή προσευχή μπορούμε να κάνουμε πριν κάνουμε βήμα κατά κει το παραμικρό … Κι αν μ’ αυτά, και τούτα, και κείνα κυλήσει και κάποιο δάκρυ μπορεί να είναι σήμα από το Θεό …  Πάνω από όλα και πάντα προϋπόθεση, βάση, όρος απαράβατος ότι τελικά ο Θεός μόνος «δυνατός γαρ στήσαι αυτόν»!  

      Σαρακοστιανός στοχασμός αδελφικός και ανά-στοχασμός …

                                                                                                  Αθανάσιος Κοτταδάκης

 

Πηγή: https://anastasiosk.blogspot.com/