Ὅταν περιμένουμε τὴ γέννηση ἑνὸς νέου μέλους τοῦ οἰκογενειακοῦ μας περιβάλλοντος, τὴ γέννηση ἑνὸς παιδιοῦ, ἀναλωνόμαστε σὲ διάφορες προετοιμασίες. Ἑτοιμάζουμε χῶρο στὸ σπίτι γιὰ τὸ κρεββατάτι τοῦ μωροῦ, ἀγοράζουμε ροῦχα, στολίζουμε γιορτινὰ τὸ δωμάτιο, ἑτοιμαζόμαστε γιὰ νὰ τοῦ προσφέρουμε δῶρα χρήσιμα. Οἱ ἑτοιμασίες αὐτὲς συνοδεύονται ἀπὸ μεγάλη χαρά, ἀφοῦ θὰ γεννηθεῖ «ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον» (Ἰωάν. ιστ΄ 21).
Ἂν οἱ προετοιμασίες μας γιὰ τὴ γέννηση ἑνὸς παιδιοῦ καὶ τὴν ὑποδοχή του στὸ σπίτι μας εἶναι πολύμηνες, οἱ προετοιμασίες μας γιὰ τὴν γέννηση καὶ ὑποδοχὴ τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ στὶς καρδιές μας δὲν θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἀνάλογες; Ἂν σκεφθοῦμε ὅτι Ἐκεῖνος, ὁ Σωτήρας μας Χριστός, γεννήθηκε γιὰ ἐμᾶς, ὅτι ἐγκατέλειψε τὸν οὐρανὸ καὶ ἦλθε στὴ γῆ «Παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων ὑπάρχων Θεὸς ἡμῶν», γιὰ νὰ ἀνεβάσει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους στὸν οὐρανό, τί προετοιμασίες ὀφείλουμε νὰ κάνουμε; Ἕνας Θεὸς γεννᾶται. Ἕνας Βασιλεύς, ὁ Βασιλεὺς τῶν Βασιλέων καὶ Κύριος τῶν Κυριευόντων, γίνεται ὁ ἔσχατος τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ βασιλεύσει στὶς καρδιές μας καὶ νὰ τὶς θεώσει. Δὲν θὰ πρέπει νὰ τὸν ὑποδεχθοῦμε ὡς Βασιλιά; Σὲ κάθε Θεία Λειτουργία λέμε: «Ὡς τὸν Βασιλέα ῶν ὅλων ὑποδεξάμενοι». Τί δῶρα χρήσιμα μποροῦμε νὰ τοῦ προσφέρουμε;
Οἱ Τρεῖς Μάγοι στὸ νεογέννητο Χριστὸ προσέφεραν δῶρα, «σμύραν, χρυσὸν καὶ λίβανον» (Ματθ. β΄ 11) συμβολικά. Ὁ χρυσὸς προσφέρεται στὸ Χριστό-Βασιλιά, τὸ λιβάνι στὸ Χριστό-Ἀρχιερέα καὶ ἡ σμύρνα στὸν Χριστό-ἄνθρωπο, ἀφοῦ τὸ πρῶτο καὶ τὸ τελευταῖο δῶρο τῶν ἀνθρώπων στὸν ἐνανθρωπήσαντα Χριστό μας ἦταν ἡ σμύρνα. Σμύρνα προσέφεραν οἱ μάγοι στὴ γέννησή Του καὶ σμύρνα μὲ ἀλόη ὁ Νικόδημος κατὰ τὸν ἐνταφιασμὀ Του, τὴν προπομπή Του πρὸς τὴν ἀθανασία, πρὸς τὸν οὐρανό, «ὅπου ἦν τὸ πρότερον» (Ἰωάν. στ΄ 62).
Οἱ λέξεις «παιδίον νέον» καὶ «Θεὸς» εἶναι οἱ πλέον ἀποκαλυπτικὲς γιὰ τὸ μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ μας καὶ συγκινοῦν ὅλους μας. Αὐτὸ συμβαίνει, γιατὶ κατὰ ἀνεξήγητο τρόπο τὸ μυστήριο αὐτὸ ἀπευθύνεται στὸ παιδὶ ποὺ συνεχίζει νὰ ζεῖ μυστικὰ μέσα στὸν καθένα μας, σὲ κάθε ἐνήλικα, στὸ παιδὶ ποὺ συνεχίζει νὰ ἀκούει ὅ,τι ὁ ἐνήλικας ἔχει πάψει νὰ ἀκούει, καὶ ποὺ ἀνταποκρίνεται μὲ μία χαρά, ποὺ ὁ ἐνήλικας, μέσα στὸ γήϊνο, ὑπερώριμο, κουρασμένο καὶ κυνικὸ κόσμο ποὺ ζεῖ, ἀδυνατεῖ νὰ νιώσει.
Αὐτὸ τὸ παιδὶ μέσα μας πρέπει νὰ γεννηθεῖ αὐτὲς τὶς ἡμέρες, γιατὶ μόνο σὰν παιδιὰ ἄδολα καὶ ἄκακα θὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε τὴ χαρὰ τῆς γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου μας. Ἀλλὰ γιὰ νὰ χαροῦμε σὰν παιδιὰ πρέπει καὶ ἡ καρδιά μας νὰ γίνει παιδική. Πρέπει νὰ κάνουμε σχετικὲς προετοιμασίες. Εἴμαστε πρόθυμοι νὰ τὶς κάνουμε; Ἑτοιμάζουμε τὸ χῶρο τῆς καρδιᾶς μας νὰ ὑποδεχθεῖ τὸ «Παιδίον Νέον» καὶ νὰ τὸ φιλοξενήσει ἢ θὰ τὸ ἀφήσουμε νὰ μείνει ἄστεγο, ὅπως τότε στὴ Βηθλεέμ, ὅπου «οὐκ ἦν τόπος ἐν τῷ καταλύματι» (Λουκ. β΄ 7); Ἑτοιμάζουμε τὸ δικό μας καρδιακὸ χῶρο ὁ καθένας, ὅ, τι κι ἂν μᾶς στοιχίσει αὐτό; Τοῦ προσφέρουμε ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχουμε ὡς δῶρο ἢ ὅ,τι περιττὸ καὶ ἄχρηστο;
Ἐκεῖνος ὡς Θεὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ δῶρα, ἀφοῦ εἶναι αὐτάρκης, εἶναι ὁ αἰώνιος δωρεοδότης, οὔτε ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ στέγη, αὐτὸς ποὺ ἔχει «θρόνον τὸν οὐρανὸν καὶ ὑποπόδιον τὴν γῆν». Τί, ὅμως, θέλει, ἀπὸ ἐμᾶς; Τί μᾶς ζητάει; Ζητάει νὰ τοῦ προσφέρουμε τὴν καρδιά μας λέγοντας: «Υἱέ μου, δός μοι σὴν καρδίαν» ( Παρ. κγ΄ 26). Δὲν μᾶς ζητάει χρήματα, δὲν θέλει πράγματα, δὲν θέλει τάματα, δὲν θέλει κεριά, δὲν θέλει θυσίες, θέλει μόνο τὴν καρδιά μας μὲ ὅ,τιδήποτε αὐτὴ περιέχει, μὲ τὰ συναισθήματά μας, τὶς ἐπιθυμίες μας, τὴ θέλησή μας, τὶς ἀνησυχίες μας, γιὰ νὰ μᾶς ἡσυχάσει, νὰ μᾶς ἠρεμήσει, νὰ μᾶς ἁγιάσει. Θέλει ἐπίσης, καὶ τὸ κυριώτερο, τὶς ἁμαρτίες μας, γιὰ νὰ τὶς ἐξαλείψει». Ἂς θυμηθοῦμε τὸν Ὅσιο Ἱερώνυμο στὴ Βηθλεὲμ πού, ὅταν ρώτησε τὸν Κύριο ποὺ τοῦ ἐμφανίσθηκε τί δῶρο νὰ τοῦ κάνει, ἐκεῖνος εἶπε: «Τίς ἁμαρτίες σου θέλω»!
Γιὰ νὰ γίνουμε πάλι παιδιὰ στὴν καρδιὰ καὶ νὰ γιορτάσουμε χαρούμενα καὶ ἀνέμελα αὐτὲς τὶς ἅγιες ἡμέρες ἂς προσφέρουμε στὸ «Παδίον Νέον» τὶς ἁμαρτίες μας, προευτρεπίζοντας τὸ σπήλαιο τῆς καρδιᾶς μας μὲ νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση, μετάληψη τοῦ Σώματος καὶ Αἵματός Του, αὐτῶν ποὺ μᾶς μεταγγίζουν θεία ζωή, ὥστε νὰ νικήσουμε τὸ θάνατο τόσο διὰ τῆς πίστεώς μας στὸν Νικητὴ τοῦ θανάτου ὅσο καὶ διὰ τῶν ἀγαθῶν ἔργων μας, αὐτῶν ποὺ θὰ ἀποδεικνύουν τὴν ἀληθινή μας πίστη.
Ποιά εἶναι αὐτὰ τὰ καλὰ ἔργα; Εἶναι ὅσα ἐπιβεβαιώνουν τὴν πίστη μας στὸ Χριστό, στὴν αὐταγάπη, συνεπῶς τὰ ἔργα ἀγάπης, τὰ ἔργα ποὺ ὑλοποιοῦν τὴν πνοὴ τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως. Τὰ ἔργα αὐτὰ πρέπει νὰ εἶναι τὰ ἔργα τῆς καθημερινότητος ποὺ κατατάσσουν ὅλους μας τοὺς νόμιμους ἀγωνιστὲς στὴ χορεία τῶν πιστῶν στὸ Χριστό, ἀφοῦ «ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι» (Ἰακ. β΄ 26) καὶ τὰ ἔργα αὐτὰ ὀφείλουν νὰ ἀποτελοῦν μόνιμη φροντίδα μας καὶ ἀντικείμενο ἐκμαθήσεώς τους.
Μὴν περιμένουμε νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν Χριστό μας ὡς κοσμικὸ ἄρχοντα, ὅπως τὸν περίμεναν οἱ Ἰσραηλίτες, πανίσχυρο μὲ ἀδιαμφισβήτητη ἐξουσία καὶ παγκόσμια ἐπιρροή, κάτι στὸ ὁποῖο παραπέμπουν καὶ οἱ πλάνες τῶν σημερινῶν Ἰεχωβιτῶν. Δὲν θὰ τὸν ὑποδεχθοῦμε ὡς ἕνα κοινωνικὸ ἐπαναστάτη, ἴσως τὸ μεγαλύτερο παγκοσμίως, ποὺ ἀντιτάχθηκε καὶ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο Του μόνιμα ἀντιτάσσεται στὴ βία καὶ τὴν κοινωνικὴ ἀδικία. Θὰ τὸν ὑποδεχθοῦμε ὡς μακρόθυμο Κύριο καὶ Σωτήρα ποὺ κάνει πολλὴ ὑπομονή, μέχρις ὅτου λάβει πῦρ ἐξ οὐρανοῦ καὶ κατακαύσει τοὺς ἀσεβεῖς, τοὺς αὐτονομημένους, τοὺς ἀδικοῦντες ἀποδίδοντας διαιοσύνη. Θὰ τὸν ὑποδεχθοῦμε ὡς Λυτρωτή μας, ὡς Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ὡς τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ χάρη μας, γιὰ χάρη ὅλων τῶν ἀνθρώπων, τοὺς ὅποίους ὅλους θέλει νὰ τοὺς κάνει Θεοὺς κατὰ Χάρη.
Ἂς ὑποδεχθοῦμε, λοιπόν, τὸν Χριστό μας , Αὐτὸν ποὺ μᾶς εἶπε: «γέννησθε ὡς τὰ παιδία» (Ματθ. 18, 3), ὡς παιδιά. Τί σημαίνει αὐτό; Τί λείπει ἀπὸ τοὺς ἐνήλικες, ἢ καλύτερα, τί ἔχει στραγγαλισθεῖ, ἔχει καταπνιγεῖ, ἔχει ἐκμηδενισθεῖ ἀπὸ ἕνα παχὺ στρῶμα ἐνηλικιότητας; Δὲν εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα αὐτὴ ἡ ἱκανότητα, ἡ τόσο χαρακτηριστικὴ τῶν παιδιῶν, νὰ θαυμάζουν, νὰ ἀγάλλονται καὶ τὸ πιὸ σπουδαῖο νὰ εἶναι γνήσια στὴ χαρὰ καὶ στὴ λύπη;
Ἡ ἐνηλικίωση στραγγαλίζει ἐπίσης τὴν ἱκανότητα νὰ ἐμπιστεύεσαι, νὰ αὐτοεγκαταλείπεσαι, νὰ ἀφήνεσαι τελείως στὴν ἀγάπη καὶ νὰ πιστεύεις μὲ ὅλη σου τὴν ὕπαρξη. Τελικὰ τὰ παιδιὰ παίρνουν στὰ σοβαρὰ ὅ,τι οἱ ἐνήλικες δὲν μποροῦν πλέον νὰ ἀποδεχθοῦν, ὅπως εἶναι τὰ ὄνειρα, αὐτὰ ποὺ διασποῦν τὴν καθημερινή μας ἐμπειρία καὶ τὴν κυνική μας καχυποψία, αὐτὸ τὸ βαθὺ μυστήριο τοῦ κόσμου καὶ καθετὶ ποὺ ἀποκαλύπτεται στοὺς ἁγίους, στὰ παιδιὰ καὶ στοὺς ποιητές.
Ἔτσι, μόνο ὅταν εἰσχωρήσουμε στὸ παιδὶ ποὺ ζεῖ κρυμμένο μέσα μας, μποροῦμε νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸ «Παιδίον Νέον», νὰ κάνουμε δικό μας τὸ χαρμόσυνο μυστήριο τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔρχεται πρὸς ἐμᾶς, τὸ νεογέννητο Ἰησοῦ. Μόνον τότε καθαροὶ ἀπὸ κάθε ῥύπο βιοτικὸ θὰ γιορτάσουμε χαρούμενα καὶ εὐλογημένα Χριστούγεννα.
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας