Έχει ήδη διατυπωθεί τον τελευταίο καιρό, πολλές φορές και από πολλούς, αλλά και επιβεβαιώνεται διαρκώς από τη βίωση της πραγματικότητας, ότι η σημερινή οικονομική κρίση της Ελλάδας δεν είναι τυχαία , αλλά οφείλεται σε πνευματικούς και κοινωνικούς λόγους. Η «διαφθορά», η «φοροδιαφυγή», η «απάτη» κ.ά. ως πράξεις έχουν ως δημιουργική πηγή τους μία αρρωστημένη εσωτερικότητα και κοινωνικότητα.


Γι’ αυτό ακριβώς είναι ανάγκη, παράλληλα με τα οικονομικά μέτρα να αναζητηθούν και να συνειδητοποιηθούν οι πνευματικοί λόγοι και οι αιτίες που έσπρωξαν τους Έλληνες, ηγέτες και λαό στο πτωτικό εκείνο επίπεδο της πνευματικής διαφθοράς, που είχε ως αποτέλεσμα τη διαστροφή της σχέση τους με τον Θεό και τους συνανθρώπους, την πώρωση της συνείδησης και τελικά την εκτέλεση όλων αυτών των πράξεων σε βάρος της πατρίδας και του λαού.

Διότι, εάν δεν ανευρεθούν όλες αυτές οι αιτίες που οδήγησαν στην κρίση και δεν θεραπευθούν με τη δέουσα πνευματική μέθοδο και προσοχή, δηλαδή με σοβαρές ποιοτικές αλλαγές στον τρόπο σκέψεως και ζωής, στον τρόπο πίστεως πρός τον Θεό και συμπεριφοράς ή στάσεως απέναντι τόσο στον συνάνθρωπο όσο και στο κοινωνικό σύνολο, τότε όσες οικονομικές προσπάθειες ή θυσίες και αν γίνουν, η υποτροπή της χώρας και η πτώση της σε χειρότερες καταστάσεις είναι βέβαιη.

Λόγω της ανάγκης περιορισμού μας σε ένα μικρής έκτασης κείμενο, θα αναφερθούμε συνοπτικά στo σπουδαιότερo ίσως, κατά την εκτίμησή μας, πνευματικό και κοινωνικό πάθος των σύγχρονων Ελλήνων, που ευθύνεται μάλιστα, κατά τη γνώμη μας, για την παρούσα κρίση, που είναι ο ατομικισμός.

Ο ατομικισμός υιοθετήθηκε και καλλιεργήθηκε από το κίνημα του Διαφωτισμού μαζί με τα ατομικά δικαιώματα και πολλές άλλες ανθρωπολογικές ιδέες, ως στοιχείο που απελευθερώνει τον άνθρωπο [1]. Η ελευθερία αυτή, όμως, κατά τον άγιο Αθανάσιο Πάριο, ήταν ψεύτικη· προσδιορίζει τους «ψευτολιμπερτίνους» εμπνευστές της, τους οδηγούς του ψεύδους, αποτελεί «ψευδώνυμον σοφίαν» και προσανατολίζει τους ανθρώπους πρός μία ψεύτικη και ελλειπτική κοινωνία και κοινωνικότητα [2].

Οι θέσεις όμως του Παρίου υποτιμήθηκαν, αφού οι ιδέες του Διαφωτισμού έγιναν πανηγυρικά δεκτές ως «προοδευτικές» από τους υπεύθυνους της ελληνικής παιδείας, ήδη από την εποχή του Αδ. Κοραή και προσδιορίζουν έκτοτε την ιδεολογική της κατεύθυνση μέχρι και σήμερα, με αποτέλεσμα να ανατραπεί σταδιακά και να εκτοπισθεί το παραδοσιακό κοινοτικό πρότυπο της Ορθοδοξίας και να επικρατήσει, έτσι, το διαφωτισμικό πνεύμα ενός άκρατου ατομικισμού που εχθρεύεται τη συλλογικότητα.

Ο άνθρωπος – «άτομο» αναζητά το νόημα και την ολοκλήρωση της ύπαρξής του, μέσω της εξυπηρέτησης των στόχων του «εγώ»: της ιδιοτέλειας, του κατεξουσιασμού, της εξαπάτησης, της εκμετάλλευσης, της διαθέσεώς του να κοινωνεί με τους συνανθρώπους του με κύριο μοχλό το ατομικό του συμφέρον [3].

Ο άνθρωπος-«πρόσωπο», αντίθετα, πιστεύει ότι ολοκληρώνεται μέσω της συλλογικής, αγαπητικής και συνεργατικής συμβίωσής του με τους άλλους, θεωρώντας τον εαυτό του μέλος του ενιαίου σώματος της ανθρώπινης φύσης.

Στό πλαίσιο της χριστιανικής ανθρωπολογίας, ο άνθρωπος εκλαμβάνεται ως κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του Θεού ύπαρξη, η οποία θεμελιώνεται στην τριαδολογική εκδοχή του προσώπου. Ο άνθρωπος είναι πρόσωπο, διότι εικονίζει τη θεότητα των τριών προσώπων – υποστάσεων. Ο Θεός είναι τριπρόσωπος ή τρισυπόστατος, τα δε τρία Πρόσωπα είναι ενωμένα εν αγάπη, ασυγχύτως και αχωρίστως και μ’ αυτόν τον τρόπο ενώσεως συνυπάρχουν στο κοινό «εμείς», στη μία Θεότητα. Ο άνθρωπος, κατά αντιστοιχία, αφού εικονίζει τη Θεότητα, δεν είναι άτομο, αλλά πρόσωπο, που σημαίνει ότι συνυπάρχει ως μέλος του «εμείς», της μίας ενωμένης ανθρώπινης φύσεως. Αυτό που αναδεικνύει τη μοναδικότητα και την ιδιαιτερότητα του προσώπου του είναι η αληθινή κοινωνία του με τους άλλους, τον Θεό και τον πλησίον [4].

Μετά από τόσα χρόνια σχολικής διδαχής του με τα νάματα της λογικής και της μεταφυσικής του Διαφωτισμού, ο ελληνικός λαός, ακολουθεί σήμερα την πιό ωμή εκδοχή του ατομικισμού, τον οικονομικό ατομικισμό (φιλελευθερισμό), ο οποίος τοποθετεί το άτομο και τα ατομικά κίνητρα στο κέντρο της οικονομικής δράσεως [5], τη δε οικονομική δράση στο κέντρο της ζωής. Το άτομο, κατ’ αυτήν την προσέγγιση, είναι η βάση της κοινωνίας, σκοπός δε της κοινωνίας είναι να εξυπηρετεί το άτομο [6].

Τό μεγάλο και επαναλαμβανόμενο σφάλμα του Νεοέλληνα κατά τα τελευταία χρόνια είναι ότι δεν μπόρεσε να κρατήσει την ισορροπία ανάμεσα στο «εγώ και στο «εμείς», δηλαδή, να αγαπά τον πλησίον του με τον ίδιο τρόπο και την ίδια ένταση που αγαπά τον εαυτό του, όπως διδάσκει η ορθόδοξη πίστη του [7].

Τό πάθος του ατομικισμού τον οδήγησε στη χρήση ποικίλων μεθόδων εξαπάτησης και αρπαγής, σε μία πολύμορφη δηλαδή και δαιμονικής έμπνευσης παρανομία και παραβατικότητα σε βάρος του κοινού «εμείς», που είναι η πατρίδα, πιστεύοντας ότι το σπουδαιότερο και εξυπνότερο πράγμα είναι να εξυπηρετεί κανείς το ατομικό του συμφέρον, να κερδίζει, να ωφελείται και να βολεύεται, χωρίς να σκέπτεται τις ζημιές και τις πληγές που προκαλεί στο σύνολο του λαού και στην οργανωμένη πολιτεία.

Λησμόνησε ότι στην πραγματικότητα ο κάθε άνθρωπος είναι μέρος του όλου και ότι, αν αυτό το όλον ευημερεί, τότε και ο ίδιος ευημερεί. Αγνόησε το γεγονός ότι φθείροντας την πατρίδα του, το κοινό σώμα, οδηγεί και τον εαυτό του στην πτώση και στην περιπέτεια, όπου καραδοκεί και η κοινή για όλους καταστροφή. Δεν συνειδητοποίησε ότι ο ατομικισμός, ως πρότυπο ζωής, κατά το οποίο το άτομο θεωρεί τον εαυτό του ως την ύψιστη αξία, αποτελεί μία οικτρή αυταπάτη, φανερώνει μεγάλη μορφή ανασφάλειας και λογίζεται ως η κύρια αφετηρία του μηδενισμού.

Όλοι σχεδόν οι τρόποι ζωής, που ευαγγελίστηκαν οι κάθε μορφής αναγεννήσεις, ανθρωπισμοί και νεωτερικότητες, υιοθέτησαν τον ατομικισμό ως πρότυπο και έχουν λίγο ή πολύ στους κύριους στόχους των κινημάτων τους την προβολή και την προάσπιση των ατομικών συμφερόντων.

Στόν ορθόδοξο χριστιανισμό, από την άλλη, προτεραιότητα έχει το όλον έναντι του μέρους, χωρίς ωστόσο να αφανίζεται το μέρος. Το «εγώ» εξισώνεται μέσω ελεύθερης βούλησης με το «εσύ» και βρίσκει την πληρότητα της ύπαρξής του εντός του «εμείς». Έτσι, ο ατομικισμός δεν μπορεί να θεμελιωθεί στις πηγές της χριστιανικής πίστεως, αφού η αυθεντική χριστιανική διδασκαλία είναι ριζικώς αντιατομικιστική.

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής θεωρεί την κατάσταση του ατομικισμού κατάτμηση και μερισμό της ενιαίας ανθρώπινης φύσεως, μία φυσική ανωμαλία [8], που οδηγεί τον άνθρωπο στη φιλαυτία και στην ατομική γνώμη, σε μία κατάσταση που τον κάνει να χάνει τον λόγο της υπάρξεώς του, δηλαδή την αληθινή κοινωνία του με τον Θεό και με τους συνανθρώπους [9] και να στρέφεται εναντίον του σώματος στο οποίο και ο ίδιος ανήκει.

Οι ορθόδοξοι Πατέρες, γενικά, αναζητώντας την τελείωση της ανθρώπινης ύπαρξης, καταδικάζουν τον ατομικισμό και τη φιλαυτία, ως αιτία αμαρτίας και διαίρεσης. Οι επιπτώσεις της διάδοσης του ατομικιστικού προτύπου, ως ιδεώδους του Διαφωτισμού, που προέκυψαν και συνεχίζουν να προκύπτουν στην πνευματική, κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου είναι τεράστιες. Οι νέοι δεν μαθαίνουν μέσα από το σχολικό, το οικογενειακό και το κοινωνικό τους περιβάλλον να σκέπτονται και να ενεργούν ισότιμα απέναντι στον εαυτό τους και στους άλλους. Έτσι ακολουθούν αντιλήψεις και πρακτικές, που οδηγούν στη φθορά και στην εκμετάλλευση του κοινού και στην εξυπηρέτηση αποκλειστικά του ατομικού συμφέροντος, προσπαθώντας να αποσπάσουν αγαθά από το όλον, και να τα εντάξουν στο μέρος.

Η καθολική ωστόσο επικράτηση του ατομικισμού ως τρόπου σκέψεως και ζωής είναι βέβαιο ότι δεν ικανοποιεί υπαρξιακά τον άνθρωπο, ο οποίος εκ φύσεως είναι κοινωνικό και αγαπητικό όν και για το λόγο αυτό πιέζεται και συρρικνώνεται η ψυχή του, καθώς νιώθει ότι βρίσκεται, με δική του ευθύνη, απομονωμένος και εγκλωβισμένος στα στενά πλαίσια του εαυτού του, μακριά από μία αληθινή σχέση με τον Θεό και τον συνάνθρωπο, αλλά και σε αντίθεση με τις ιστορικές και θρησκευτικές του ρίζες.

Αναζητώντας κανείς λύσεις του σημερινού προβλήματος, θα πρέπει να έχει υπόψη του ότι η ιστορική και θεολογική παράδοση και εμπειρία της Ρωμηοσύνης διδάσκει πως η οποιαδήποτε οικονομική επιλογή, που θα αγνοήσει και θα περιφρονήσει την αναγκαιότητα και τη σημασία της συνδρομής μίας ταυτόχρονης και ισοβαρούς πνευματικής και κοινωνικής αλλαγής και αναγέννησης του λαού, δεν θα είναι βιώσιμη.

Ο λαός μας, αν θέλει να ορθοποδήσει η χώρα του και να αρχίσει μία νέα προσπάθεια προόδου και ανάπτυξης, είναι ανάγκη να απαλλαχτεί από το πνευματικό πάθος του ατομικισμού. Η μόνη αποτελεσματική θεραπεία του ατομικισμού, που μπορεί να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τον καταστροφικό για τον ίδιο και τους άλλους εγκλωβισμό του στην περιοχή του συμφέροντος και να τον εντάξει σε μία άλλη προοπτική, εκείνη του όλου της κοινότητας, του κοινού συμφέροντος, της πατρίδας, είναι η εφαρμογή της χριστιανικής αγάπης, η οποία, κατά τον Απ. Παύλο, «ου ζητεί τα εαυτής» [10] και δεν έχει εγωκεντρικά κίνητρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Απ. Παύλος διδάσκει τον κάθε άνθρωπο, να φροντίζει, παράλληλα και εξίσου με τον εαυτό του, και τον συνάνθρωπο: «μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά και το του ετέρου έκαστος» [11].

Ο Έλληνας – «άτομο» είναι ανάγκη να μετεξελιχτεί σε «πρόσωπο» και σ΄αυτή την προσπάθεια μετεξέλιξης ο ρόλος της ελληνορθόδοξης παιδείας θα είναι σημαντικός. Η πραγματική ουσία του ανθρώπινου προσώπου αποκαλύπτεται μόνον μέσα από την αναφορά του ανθρωπολογικού και κοινωνικού ζητήματος στο υπερβατικό επίπεδο.

Η μετανοιακή αποκατάσταση του ανθρώπου – «ατόμου» και η μετάλλαξή του σε «πρόσωπο» μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μέσα από το ασκητικό πρότυπο της ορθόδοξης παραδόσεως, κύριο στοιχείο του οποίου είναι η απελευθέρωσή του από την μονοδιάστατη επιθυμία του ατομικού συμφέροντος.

Η αγιοτριαδική προσέγγιση του νοήματος του ανθρώπινου προσώπου, που αποτελεί όχι μόνο το καινούριο της ιστορίας του κόσμου αλλά και την ελπίδα του, βιωμένη εν ελευθερία μέσα στις ζώσες εκκλησιαστικές κοινότητες, μπορεί να θεμελιώσει ένα νέο παιδαγωγικό στόχο, με κυρίαρχο αντικείμενο την αγωγή του προσώπου, που θα εμπνεύσει ένα ανανεωμένο περσοναλισμό και θα προσφέρει ένα νέο όραμα στη νοσταλγία του σύγχρονου εγκλωβισμένου στα αδιέξοδα του ατομικισμού ανθρώπου.

του Ηρακλή Ρεράκη, Καθηγητή Παιδαγωγική