“Ο κλήρος του Κλήρου”

Του Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου
Σε δύσκολες εποχές, σαν τη δική μας, υπάρχουν κοινωνικές ομάδες, οι οποίες, είτε λόγω του θεσμικού ρόλου τους, είτε λόγω της φύσεως του λειτουργήματός τους, είτε λόγω των 
συνειδησιακών τους επιλογών, επωμίζονται βάρη αυξημένα, τόσο σε επίπεδο ψυχολογικής ενίσχυσης, όσο και σε επίπεδο πρακτικής βοήθειας και συμπαράστασης προς την Ελληνική κοινωνία. Και μάλιστα, κάποιες από τις ομάδες αυτές, όχι μόνον αποποιούνται την οποιαδήποτε προβολή της προσφοράς τους, αλλά και συστηματικά την αποκρύπτουν.


    Στις ομάδες αυτές ανήκει ο Ελληνικός εφημεριακός Kλήρος:  Όλοι εκείνοι οι έγγαμοι και άγαμοι Ιερείς, που βρίσκονται πίσω από την ανοικτή πόρτα της κάθε Εκκλησίας, πολλές φορές δεκαπέντε και είκοσι ώρες το εικοσιτετράωρο, προκειμένου άνθρωποι κάθε ηλικίας και ποικίλων αναγκών να βρουν: Ένα πιάτο φαγητό, ψυχολογική στήριξη, πνευματική καθοδήγηση, κοινοτική ζωή, δημιουργικές δραστηριότητες μικρών και μεγάλων, οργανωμένη εθελοντική δράση και κυρίως συμπόνια, που εκφράζεται, από τον καλό λόγο μέχρι την άμεση οικονομική συνδρομή. Και όλα αυτά, με διαρκώς αυξανόμενους ρυθμούς και με ένταση, που πολλές φορές ξεπερνάει τις δυνάμεις, ακόμη και των πλέον ανθεκτικών ανθρωπίνων φύσεων.

    Ενώ πολλοί θεωρούν δεδομένη αυτή την παρουσία και προσφορά, λίγοι είναι εκείνοι που συνειδητοποιούν πως όλο αυτό το τεράστιο σε όγκο και σημασία έργο στηρίζεται στους απλούς Ιερείς, οι οποίοι υφίστανται ακριβώς τις ίδιες συνέπειες της πολύμορφης κρίσης, ίσως μάλιστα και σε μεγαλύτερο βαθμό. Διότι, δεν είναι μόνον οι οικονομικές περικοπές. Ούτε μόνον οι παράπλευρες συνέπειες, που υφίστανται κυρίως οι έγγαμοι κληρικοί, στο οικογενειακό τους περιβάλλον, με  βιοποριστικές ανάγκες, οικονομικές εκκρεμότητες, ανάγκες σπουδών  των παιδιών, ανάγκες περίθαλψης, ανάγκες, άλλωστε, ίδιες και απαράλλακτες με εκείνες των εκατομμυρίων Ελλήνων, που αγωνίζονται να προσαρμοστούν σε βίαιες ανατροπές της καθημερινότητάς τους. Είναι πως, για την αποτελεσματικότητα του έργου τους, όλη αυτή η πίεση πρέπει να μείνει έξω από τις  πόρτες του Ναού. Διότι, όταν αυτές ανοίξουν, ο Ιερέας, ξεχνώντας τα προσωπικά του προβλήματα και πέρα από κάθε έννοια ωραρίου, πρέπει να επιτελέσει ένα πολύμορφο έργο, που ξεκινάει από την οικονομική διαχείριση μιας ολόκληρης Ενορίας, από την συντήρηση του Ναού και των βοηθητικών χώρων, από τον συντονισμό εθελοντών και την οργάνωση της λατρευτικής ζωής, την τέλεση των Ιερών Μυστηρίων, την διακονία της Εξομολόγησης, τις έκτακτες πνευματικές και πρακτικές ανάγκες σε συγκεκριμένες περιόδους του λειτουργικού έτους και πολλά άλλα. Και όλα αυτά,  πάντα με την διαρκή του παρουσία, εποπτεία, καθοδήγηση και κυρίως την έμπνευση και την ενθάρρυνση ολόκληρης της ενοριακής ζωής και δράσης.

    Επιπλέον, ας μην παραλείψουμε να συμπεριλάβουμε σ΄ αυτά και έναν ακόμη παράγοντα πιεστικής ευθύνης: Τις προσδοκίες της Ελληνικής κοινωνίας από τους Κληρικούς. Προσδοκίες αναμενόμενες και δικαιολογημένες, διότι σε καιρούς κατάρρευσης των πάντων αναζητούνται πνευματικά πρότυπα, ενίοτε όμως και αποδιοπομπαίοι τράγοι. Προσδοκίες, όμως, που κάποιες στιγμές εξουθενώνουν, σαν να μην είναι ο Ιερέας ένα κομμάτι της κοινωνίας, σαν να μην έχει ανθρώπινες ανάγκες και αδυναμίες, σα να πρέπει όλη του η ζωή, προσωπική και δημόσια, να κινείται στη σφαίρα μιας υπερβατικής τελειότητας. Όταν, μάλιστα, κυριαρχούν στην πλειοψηφία των πιστών συμπτώματα πνευματικής αδιαφορίας ή απαιτήσεων για μια απλή διαδικαστική επιτέλεση θρησκευτικών τελετών και άρνησης για ουσιαστική σύνδεση της πίστης με την καθημερινή ζωή.

    Νομίζω, πως δύσκολα θα βρεθεί άλλη πνευματική και κοινωνική αποστολή, όπου ο φιλότιμος λειτουργός της θα υφίσταται τόση πίεση, πρώτα από τις ποικίλες ανάγκες της, που ποτέ δεν θα εξαντλούνται, όσο και από τις υψηλές προσδοκίες, που διαρκώς θα διογκώνονται. Και είναι μεν γεγονός πως ο συνειδητός λειτουργός θα βρει στη λατρευτική και πνευματική ζωή πηγές ανανέωσης δυνάμεων. Φτάνει, όμως, και η στιγμή, που, ανθρώπινα, αναζητεί την ενθάρρυνση, την κατανόηση και την συμπαράσταση εκ μέρους των ενοριτών του και ολόκληρης της Ελληνικής Κοινωνίας. Αντί αυτού, έφτασε να ανησυχεί, εξαιτίας φημών, ακόμη και για την πλήρη περικοπή του ήδη μειωμένου μισθού του. Και βεβαίως δεν είναι μόνον οικονομικό το θέμα. Το πλέον επώδυνο είναι το γεγονός πως, με τις φήμες αυτές, υπογραμμίζεται και ενισχύεται μια απαξίωση του προσώπου και του έργου του, απαξίωση που υποσκάπτει τις ψυχικές, αλλά και τις σωματικές του δυνάμεις.

    Σε εποχές διάσπασης, απομόνωσης, αδιαφορίας και απελπισίας, οι Ενορίες αποτελούν οάσεις ανθρωπιάς, κοινωνικής δράσης, ελπίδας και νοηματοδότησης της ζωής. Εμπνευστής και σημείο αναφοράς τους είναι ο απλός παπάς. Στο πρόσωπό του συνενώνεται Κλήρος και λαός και κάνουν ορατή και απτή την ελπίδα και το όραμα ενός άλλου τρόπου προσωπικής και κοινωνικής ζωής. Γι΄  αυτό και η υποστήριξη των Κληρικών εκ μέρους του κράτους και της κοινωνίας αποτελεί ενέργεια κρίσιμη και καθοριστική. Ο πρώτος, που θα ωφεληθεί από τη στήριξη του ρόλου των Εφημερίων, είναι η ίδια η Ελληνική Κοινωνία, σε εποχές μάλιστα, που δεν έχουν απομείνει πολλά να την στηρίξουν.Αλλά και αντίστροφα, μια τέτοια συμπαράσταση θα συμβάλει στην  ακόμη μεγαλύτερη και ποιοτικότερη προσφορά του. Προσφορά, που ήδη συμβάλλει στην κοινωνική συνοχή, την ψυχική τόνωση και  την πνευματική ενδυνάμωση των συμπατριωτών μας και τελικά στην έξοδο από τις επώδυνες περιστάσεις που περνά η Πατρίδα μας.

Άρθρο στην Εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (12/01/2013)