Είναι κάτι στιγμές που το πετραχήλι βγάζει λουλούδια, και γίνεται ωκεανός και θάλασσα για πλεούμενα
που μυρίζουνε λιβάνι ασφάλτου, καφετέριας και ευπρεπούς ασχετοσύνης!
Μετά από τέτοιες εξομολογήσεις, θέλω να το φιλάω,
και να ευχαριστώ το Χριστόπου με βοηθά να χαίρομαι
όλο αυτό που γίνεται μπροστά μου
τόσο αναπάντεχα.
Ήρθε ένας τύπος νέος, μοντέρνος και άσχετος από πολλά πολλά.
Οι ωραιότερες συναντήσεις.
Διότι βγάζουν φρέσκα πράματα. Αληθινά.
Έρχονται, και δεν ξέρουν τι ακριβώς να πουν,
πώς να κάτσουν, αν επιτρέπεται το σταυροπόδι ή όχι,
πώς να με προσφωνήσουν.
Αγνοούν εκκλησιαστικές ορολογίες και πρωτόκολλα.
Η καλύτερή μου.
Ζωντανεύω μαζί τους, καθότι δεν επαναλαμβάνουν απλώς,
μα γεννούν νέα βιώματα, εμπειρίες, θεολογία.
Αυτή της καθημερινότητας εννοώ. Όχι των συνεδρίων.
– Πάτερ, εγώ γενικά δεν κοινωνάω. Διότι δεν μου επιτρέπεται. Είμαι πολύ αμαρτωλός.
– Δηλαδή, πότε κοινώνησες τελευταία φορά εσύ;
– Πέρυσι το Πάσχα, την ώρα που ο παπάς διαβάζει αυτό το, ¨κάθε καρυδιάς καρύδι¨.
– Τι ¨καρυδιάς καρύδι¨;
– Εκεί, μωρέ, που λέει στο τέλος, να έρθουν όλοι, και οι καλοί και οι αμαρτωλοί. Δεν άντεχα. Κοίταζα όλους που κοινωνούσαν, το ήθελα κι εγώ πολύ. Και πήγα. Δεν ξέρω αν θα πάω στην κόλαση. Μα μου άρεσε πολύ, που ένιωσα ότι ο Χριστός δέχεται κι εμένα τον αλήτη. Ήταν η πιο γλυκιά μου θεία Κοινωνία. Θα κολαστώ τώρα, πάτερ; Τι λες εσύ που ξέρεις απ’ αυτά;