Ας το πούμε καλύτερα: είναι προβληματικοί άνθρωποι με αρρωστημένες καταστάσεις, και, όσο κι αν φαίνονται ευσεβείς, όσο κι αν είναι φιλότιμοι, φιλακόλουθοι κτλ., δεν μπορούμε να πούμε ότι αυτοί εκπροσωπούν τον αληθινό χριστιανισμό, την αληθινή πνευματική ζωή. Επομένως, δεν μπορούμε να τους πάρουμε ως παράδειγμα. Αυτοί καλά κάνουν που, έστω έτσι όπως είναι, έρχονται στην Εκκλησία· πού αλλού να πάνε; Ο Θεός γνωρίζει γιατί είναι αρρωστημένοι τύποι· ο Θεός οικονόμησε έτσι τα πράγματα. Θα μπορούσαν να πάρουν άλλους δρόμους, αλλά πήραν τον δρόμο της Εκκλησίας· όμως δεν εκφράζουν το γνήσιο πνεύμα της Εκκλησίας.
Πώς οικονόμησε ο Θεός, γιατί επέτρεψε ο Θεός να έχουν τέτοιες ψυχολογικές καταστάσεις, που κατά κάποιον τρόπο δεν τους αφήνουν να έχουν σωστή και υγιή πνευματική ζωή, εμείς δεν το ξέρουμε. Ξέρουμε όμως ότι ο Θεός τα επιτρέπει για καλό. Ξέρουμε επίσης ότι, αν αυτοί οι άνθρωποι καταλάβουν την κατάστασή τους –βοηθούμενοι βέβαια, γιατί μόνοι τους είναι λίγο δύσκολο– και συνειδητοποιήσουν ότι έχουν τέτοιου είδους προβλήματα, και επομένως η όλη πνευματική ζωή τους δεν είναι όπως αυτοί νομίζουν –και μάλιστα θέλουν να την επιβάλουν και στους άλλους, νομίζοντας ότι αυτή είναι η νορμάλ πνευματική ζωή– θα γίνουν πιο ταπεινοί και θα έχουν αυτογνωσία.
Και έτσι, σιγά-σιγά, σιγά-σιγά, μέσα στην Εκκλησία, μέσα στο πνεύμα της Εκκλησίας, με την όλη βοήθεια της Εκκλησίας μπορούν να ξεπεράσουν αυτή την κατάσταση και να γίνουν υγιείς και να ζουν την πνευματική ζωή και να εκπροσωπούν την πνευματική ζωή, όπως ακριβώς και οι υγιείς. Αλλά πρέπει πρωτίστως να γνωρίσουν ότι είναι όποιοι είναι, ότι είναι αυτό που είναι, και επίσης να γνωρίσουν πώς θα ξεπεράσουν αυτή την κατάσταση.
Ο κάθε άνθρωπος έχει την ψυχοσύνθεσή του. Πόσοι πλανώνται ένεκα της ψυχοσυνθέσεως, χωρίς να είναι αυτό υποχρεωτικό. Ίσα-ίσα. Αυτοί, θα έλεγε κανείς, είναι κατά κάποιον τρόπο ευνοημένοι από τον Θεό, με την έννοια ότι, καθώς η ψυχοσύνθεσή τους, η όποια ψυχοσύνθεσή τους, συντελεί στο να πλανώνται, μπορούν να δουν γρηγορότερα και σε απόλυτο βαθμό, τρόπον τινά, την τάση που έχει ο άνθρωπος να πλανάται, την τάση που έχει να επηρεάζεται από τον εαυτό του και να άγεται και να φέρεται από αυτόν, και έτσι να πάψουν να εμπιστεύονται τον εαυτό τους και να επιδιώξουν μέσα στην Εκκλησία να κάνουν υπακοή.
Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να βοηθηθούν να συνειδητοποιήσουν, να καταλάβουν ότι δεν βρίσκονται στην Εκκλησία, επειδή είναι καλοί χριστιανοί ή επειδή έχουν καλή διάθεση, αγαθή προαίρεση και φιλότιμο, αλλά ότι η ανάγκη τους έκανε να είναι στην Εκκλησία. Όμως, δεν πειράζει που είναι έτσι, και να μη στενοχωρηθούν, να μην ανησυχήσουν. Βρήκε τρόπο ο Θεός να τους φέρει στην Εκκλησία· αλλιώς δεν θα έρχονταν. Χρειάζεται λοιπόν να βοηθηθούν πρώτα να συνειδητοποιήσουν την κατάστασή τους, να τη δουν, να ταπεινωθούν και να κάνουν τον ανάλογο αγώνα, και θα γιατρευτούν. Όσοι γιατρευτούν, τότε θα φανεί, εάν πράγματι θα μείνουν στην Εκκλησία. Οι περισσότεροι μένουν. Είναι και μερικοί που, μόλις λίγο ισορροπήσουν, φεύγουν από την Εκκλησία, γιατί η ανάγκη, είπαμε, τους έκανε να πάνε εκεί.