Αγαπητοί, χαίρετε
          Ο Ιησούς Χριστός ως σοφός κυβερνήτης του σκάφους της Εκκλησίας μας οδηγεί με ασφάλεια στο εύδιο λιμάνι της σωτηρίας. Η δική μας πορεία ανάμεσα στα αλλεπάλληλα κύματα της θάλασσας της παρούσης ζωής με προσωπικά σκαφίδια γίνεται πορείας ταλαιπωρίας, μας κουράζει και συγκρούεται με υφάλους και σκοπέλους, που ζητούν να μας συντρίψουν, να μας κάνουν ν’ αγανακτήσουμε και να πούμε, ότι δεν είναι για μας αυτό το ταξίδι. Καλά είμαστε εδώ πάνω στα ξερονήσια που έχουμε αράξει και ξεκουραζόμαστε.
          Ακόμη  υπάρχουν αυτοί που δικαιολογούνται και θεωρούν, ότι καλά είναι εκεί που είναι, και αδιαφορούν και δεν ενδιαφέρονται, για πολλούς λόγους, ν’ αναζητήσουν ένα στόχο και ένα σκοπό.
          Είναι αυτοί που βρίσκουν νόημα στην καθημερινότητα και στην ικανοποίηση, ότι δεν διαφέρουν από τους πολλούς και αρκούνται στη μετριότητα.

          Είναι ακόμη κι αυτοί που δεν ικανοποιούνται με τίποτε και ποτέ.
          Είναι πάλι και μερικοί που έχουν μείνει στο γράμμα του νόμου και φανατισμένοι κρίνουν συνεχώς τα πάντα με σκληρότητα, την οποία ποτέ δεν χρησιμοποίησαν για τον εαυτό τους και ούτε σκέπτονται να τη χρησιμοποιήσουν.
          Είναι κι εκείνοι που αναπαυμένοι στην καλοσύνη τους, στη γνώση τους που ικανοποιώντας ένα στείρο ανθρωπισμό ή και εγωισμό, που τους κάνει να νομίζουν, ότι είναι ευτυχισμένοι, έτσι αυτονομημένοι και ατομιστές της αυτάρκειας και της καλοπέρασης.
          Ακόμη είναι και κάποιοι που κακοποιούν την ταπείνωση και την ταυτίζουν με την κακομοιριά ή την αφέλεια και απαιτούν το θαύμα, η δεν επιμένουν με υπομονή στην προσευχή, νομίζοντας, ότι ο Θεός δεν τους ακούει, χωρίς να ψάχνουν βαθύτερα τον εαυτό τους, μήπως φταίνε κι αυτοί λίγο λόγω των παθών που έχουν ριζώσει μέσα τους.
          Καταλαβαίνετε λοιπόν, λοιπόν, ότι χρειάζεται σοβαρή, τίμια, ειλικρινής, προσεκτική, επιμελής, συνεχής και διακριτική αντιμετώπιση του εαυτού μας.
          Τι σημαίνουν όλα αυτά;
          Σοβαρά: Σημαίνει υπεύθυνα, όχι επιπόλαια.
          Αυστηρά: Σημαίνει ηρωικά, ασκητικά, αλλά όχι αδιάκριτα και σκληρά.
          Τίμια: Σημαίνει με φόβο Θεού και γνώση, δίνοντας στον εαυτό μας την τιμή που του αξίζει και πρέπει.
          Ειλικρινά: Σημαίνει αληθινά και γνήσια.
          Προσεκτικά:  Όχι με υπερβολές, καθυστερήσεις και δικαιολογίες πονηρές.
          Επιμελημένα: Σημαίνει υπομονετικά, με τέχνη και όλα τα παραπάνω.
          Και όλα αυτά με τη σοφία της μεγάλης αρετής της διακρίσεως.
          Στην πνευματική ζωή πολλές φορές συμβαίνει να παγιδευόμαστε από τον ίδιο τον εαυτό μας. Άλλοτε φερόμαστε υπέρ -προστατευτικά και με μεγάλη προσοχή να μην τον εκθέσουμε στα μάτια των άλλων και άλλες φορές τον αγνοούμε τελείως, ασχολούμενοι με πολλά άλλα, σαν να πρόκειται όχι απλά για ένα ξένο, αλλά για κάποιο θανάσιμο εχθρό.
          Άλλοτε μπερδευόμαστε άσχημα και ξεμπερδεύουμε δύσκολα κάνοντας σύγχυση ταπείνωσης και ταπεινολογίας, κάτι που είναι χειρότερη και από την υπερηφάνεια (Ι. Χρυσ.).
          Οπότε ή ακολουθούμε την ταπείνωση σαν ένα στολίδι που μας ομορφαίνει και θα μας αγαπούν ο άλλοι, γιατί αγωνιζόμαστε να ομοιάσουμε στον ταπεινωθέντα Ιησού Χριστό. Η προσπαθούμε να ωραιοποιήσουμε το εγώ μας. Έτσι όμως είναι σαν να συγκεντρώνουμε τ’ αγκάθια μόνο από την τριανταφυλλιά.
          Αν ενεργούμε όμως έτσι χάνουμε τη χαρά της πνευματικής ζωής και μετά απορούμε γιατί δεν μας αποκαλύπτεται ο Θεός, γιατί η προσευχή μας δεν εισακούεται,γιατί ο πνευματικός μας δεν μας καταλαβαίνει, γιατί οι άνθρωποι δεν μας δίνουν σημασία.
          Ενώ το ταπεινό φρόνιμα, το γνήσιο, έχει πάντοτε διακριτική και ωφέλιμη αυτομεμψία, η οποία δεν αναιρεί την ειρήνη μας, από τις δίκαιες ή όχι παρατηρήσεις των άλλων για μας.
          Ο φαρισαϊσμός της ταπεινώσεως είναι πού επικίνδυνος, ύπουλος, που θέλει πολύ αγώνα για να διαγνωσθεί και να διορθωθεί. Εδώ μας ακολουθεί μια ανεμική πίστη και μια υπέρμετρη φιλαυτία και οδηγεί σ’ αυτές τις νόθες καταστάσεις, με αποτέλεσμα να μην νοιώθουμε της αδυναμία μας.
          Δηλαδή στην πνευματική ζωή συμβαίνει μερικές φορές αυτό που συμβαίνει στην κοσμική. Οι άνθρωποι δεν ικανοποιούνται με αυτό που έχουν, αλλά με αυτό που δεν έχουν, που έχουν ο άλλοι και στην αγωνία τους να το κερδίσουν με  κάθε τρόπο, χάνουν κι αυτό το λίγο που έχουν.
          Αυτά τα πονηρά τυχερά παιχνίδια είναι πολύ επικίνδυνα, ώστε ο άνθρωπος πορευόμενος επιπόλαια πνευματικά, αντί να κερδίζει, χάνει. Δεν είναι όλα για όλους όλα. Καλούμαστε να γνωρίσουμε βαθιά τις δυνατότητες των ορίων μας, με θεϊκή αυτογνωσία.
          Δεν πρέπει εύκολα να συγκρινόμαστε με τους άλλους. Η μετάνοιά μας να είναι διαρκώς ανοδική, να ωριμάζει και να μας κάνει πιο ειλικρινείς  και επιεικείς. Η μετάνοια μας μεταμορφώνει, δεν μας απομονώνει, έστω κι αν είμαστε μόνοι στην έρημο. Η συναίσθηση της αμαρτωλότητας δεν μας κάνει να μισούμε κανέναν που μας έφταιξε, αλλά μάλιστα μας κάνει να προσευχόμαστε γι’ αυτόν, τον άλλο, τον αμαρτωλό, να τον ελεήσει κι αυτόν ο Θεός. Δεν μισούμε ποτέ τον αμαρτωλό, αλλά την αμαρτία. Η σχολαστικότητα των περιπτώσεων των ενοχών δείχνει μια ανεπιτυχή ή ανώριμη μετάνοια.
          Οι ενοχές φανερώνουν τις κραυγές ενός στραπατσαρισμένου εγωισμού και όχι τη χαρμολύπη μιας αληθινής μετανοημένης καρδιάς.
          Το χρέος μας απέναντι σ’ αυτούς που λυπήσαμε και πολύ περισσότερο στον Θεό με τις αμαρτίες μας δεν ξεπληρώνεται με το βαρύ άγχος των ενοχών, αλλά με την πρόθυμη εξαγόρευση των ατοπημάτων μας στον πνευματικό μας πατέρα, κι έτσι σιγά και σταθερά ο  άνθρωπος της ειλικρινής μετάνοιας  αισθάνεται πως μόνο χρεωστά και κανείς δεν του χρωστάει.
          Ο αναγεννημένος πιστός δεν είναι ένας δυστυχής οφειλέτης, που περιμένει στην ουρά κάποιου ταμείου να πληρώσει και να τελειώσει, αλλά όλος ο βίος του είναι μια πρόσχαρη προσφορά και θυσία σ’ αυτόν που του πρόσφερε τα πάντα, τον Κύριο και Θεό του.
          Η πνευματική ημιμάθεια είναι αρκετά επικίνδυνη. Μας κάνει όχι πρόθυμους μαθητές στο σχολείο της Εκκλησίας, αλλά προθυμότατους δασκάλους. Όλο και λιγοστεύουν αυτοί που ακούνε και όλοι θέλουν να μιλάνε συνεχώς, και ψάχνουν για πρόθυμους ακροατές.  Αυτή η στάση υπάρχει κάποιες φορές ακόμη και την ώρα της προσευχής και της εξομολόγησης.
          Εμείς θα πούμε τι ακριβώς θα μας κάνει  ο Θεός. Δεν του κάνουμε ερωτήσεις. Εμείς ξέρουμε τις απαντήσεις και τις λύσεις. Απλά ζητάμε την άμεση επέμβαση του.
          Επίσης και στον πνευματικό μας παρουσιάζουμε ωραία τα ζητήματα και με τον τρόπο που τα εκθέτουμε περιμένουμε ένα ναι ή όχι και τίποτε άλλο από αυτό που έχουμε αποφασίσει. Θέλουμε μόνο την επικύρωση, για να λέμε, ότι έχουμε ευλογία. Περιττό να πούμε, ότι είμαστε μακριά από τη μακαρία ταπείνωση.
          Μέσα στην Εκκλησία δεν πρέπει να ξεχωρίζουμε με φανταχτερό τρόπο, για να προσελκύουμε την προσοχή, να μας πουν εξαιρετικούς ή σπουδαίους. Δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Αν σκεφτόμαστε έτσι τότε δεν πηγαίνουμε καλά.
          Η χαρά που δίνει ο Θεός στους πιστούς που  κάνουν με την καρδιά τους το θέλημά του, δεν γίνονται αντιληπτοί από τους περίεργους και τους κουτσομπόληδες, είναι πολύ μεγάλη και σε τροφοδοτεί χρόνια.
          Αυτό βέβαια δεν σημαίνει να φοβόμαστε τους άλλους, να γίνουμε κι εμείς αριστοκράτες , τελειομανείς. Ο διάβολος μπορεί να παγιδέψει κι έναν ασκητή σ’ αυτό τον ολισθηρό δρόμο της τελειολαγνείας.
          Η τελειομανία προσφέρει στους φανατικούς  εραστές της θέσεις νομικών συμβούλων του Θεού ή σωτήρων της Εκκλησίας κτυπώντας χωρίς οίκτο του άλλους. Έτσι αντί να κτυπάμε τον πονηρό, μας κτυπά αυτός. Αντί η αφιλάδελφη στάση δηλώνει την πνευματική μα ς φτώχεια. Ο ασκητικός κήπος καλλιεργείται με το λίπασμα, το νερό, τον αέρα και το φως της αγάπης.
          Η όποια περιφρόνηση του άλλου, ακόμη κι ένα στραβό νεύμα, χαρακτηρίζει την έλλειψη την υψηλής ποιότητας πνευματικότητας. Αυτό μπορεί να συμβαίνει μέσα στη χριστιανική κοινότητα, στις οικογένειες, μεταξύ των αδελφών, ακόμη και στις αυλές των μοναστηριών. Χρειάζεται μεγάλη πνευματική εμπειρία από τους πνευματικούς καθοδηγητές για να βοηθήσουν δύσκολες καταστάσεις.
          Ούτε πάλι αδελφική στάση είναι να υποθάλπονται πάθη, να γίνονται υποκριτικές σχέσεις, να καλλιεργείται μια στείρα αγαπολογία, δίχως να καλλιεργείται ο αυτοέλεγχος, η προσευχή και η σοβαρότητα.
          Η αυστηρότητα δεν αναιρεί την αγάπη.
          Οι φλύαροι αγαπολόγοι τελικά δεν έχουν αληθινά ταπεινωθεί και δεν έχουν ασπασθεί την αγάπη. Ο πιστός άνθρωπος αυτοελέγχεται και μαθαίνει εσωτερικά την αλήθεια για την καθαρότητα του βιώματος του, χωρίς να συγκρίνεται με τους άλλους και προκαλώντας τον έπαινό τους. Στον αληθινό πιστό ανήκει  η ειρήνη της καρδιάς που προέρχεται από την έλλειψη κενών στην ισορροπία, την ακρίβεια, την αλήθεια και την αγάπη.
          Ο ειρηνικός άνθρωπος είναι και υπομονετικός. Η υπομονή και οι θλίψεις είναι δώρο του Θεού, καρπός πολλών και μακρόχρονων αγώνων. Υπομονή στις θλίψεις σημαίνει εμπιστοσύνη στον Θεό. Οι άγιοι δεν ζητούσαν απαλλαγή από τις θλίψεις, αλλά την καλή υπομονή σ’ αυτές. Μέσα σ’ ένα κόσμο που συνεχώς βομβαρδίζεται από την διαφήμιση για μια ζωή καλοπέρασης, το μήνυμα της γνήσιας ορθόδοξης πνευματικότητας, για μια ευαγγελική ζωή ακούγεται παράξενα.
          Αυτός ο υλιστικός τρόπος ζωής και των ανέσεων δημιουργεί ανία και περνά και την πνευματική ζωή με την αργολογία, την ακηδία και την ψευδοαγιότητα που μαστίζει πολλούς.
          Η απειρία και η έλλειψη αυτογνωσίας είναι ένα σοβαρό εμπόδιο για την πνευματική μας καθοδήγηση. Όταν κάνουμε βιαστικά βήματα προς αυτό το ιερό έργο θα μας γεμίσει με πικρές περιπέτειες. Όταν λησμονούμε  την αγωνία της σωτηρίας μας  και το άγχος για τη σώσουμε τους άλλους, είναι ένα δύσκολο παιγνίδι και ύπουλη εγωπάθεια. Η άποψη ότι εμείς σώζουμε τον κόσμο και όχι ο Χριστός, είναι αποτυχημένη πέρα για πέρα. Αυτό σημαίνει ότι δεν νοιώθουμε τη χαρά της μαθητείας, την υπομονή της μάθησης, της υπακοής, τη χαρά της νεότητας, που δεν έχει καμία σχέση με την πνευματική μας νηπιότητα , αλλά με μια επιλογή σπουδαίας παιδαγωγικής θέσης.
          Η γνησιότητα της πνευματικής ζωής είναι πολλής μεγάλης σημασίας. Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος αναφέρει, ότι κάτω από κάθε πέτρα που καθόμαστε κρύβονται φίδια και μας καλεί σε επαγρύπνηση και εγρήγορση. Η εντιμότητα της γνησιότητας είναι ο μόνος δρόμος στην ορθόδοξη πνευματική ζωή. Ανηφορικός μεν, αλλά ασφαλής.
          Ο κάθε πιστός βαδίζοντας μέσα στην Εκκλησία καλείται να αντιλαμβάνεται τις λαθεμένες συμπεριφορές που τον δένουν με ανούσια πράγματα, τα οποία τον εμποδίζουν ν’ ασχολείται με επιμέλεια στον αγρό της ψυχής του, χωρίς να φοβάται τα λάθη που θα τον οδηγήσουν σε μια ωραία ποιότητα πνευματικής ζωής.
          Αυτή η αγωνία του αγώνα δεν έχει καμία σχέση με το άγχος και ο χρόνος που αφιερώνουμε είναι πολύτιμη παρακαταθήκη κέρδους που ευφραίνει την ψυχή. Όταν κινούμαστε ταπεινά, τότε κερδίζουμε τον Θεό, διότι μόνο στους ταπεινούς δίνει τη χάρη του και τους αγαπά ιδιαίτερα.
          Ο φόβος και το άγχος θα πρέπει να είναι άγνωστα για τον αληθινό χριστιανό. Ο Αββάς Σιλουανός έλεγε: “Ο ουρανός και η γη να ενωθούν, δεν φοβάμαι. Ο φόβος για τον πιστό γίνεται υπεύθυνος αγώνας και το άγχος καλή αγωνία και κατά Θεόν λύπη, που χαρίζει έλεος, αισιοδοξία και ελπίδα. Ας υποταχθούμε στο θέλημα του Θεού κι όλα θα ειρηνεύσουν”.
          Αφήσαμε τον εύκολο δρόμο του Θεού και τραβάμε τον στραβό και δύσκολο, τον διάκο μας, λένε οι άγιοι Πατέρες. Με τη βοήθεια του Θεού, με προσοχή και προσευχή ας κάνουμε ανάκριση στον εαυτό μας, ας διαγνώσουμε τη νόσο μας, ας ελέγξουμε τα πάθη μας τραβώντας τον ασφαλή δρόμο της μετάνοιας.
          Πρέπει να ασχοληθούμε με κυριότερα θέματα.
          Η πολλή μέριμνα φέρνει πολλή ταραχή. Η αχαλίνωτη περιέργεια, η συνεχής δραστηριότητα ακόμη και η υπερβολική κοινωνικότητα και το απεριόριστο κυνήγι της φαντασίας κουράζει και δεν μπορείς να μακαριστείς σαν την Μαρία του ευαγγελίου την προσεκτική και υπάκουη.
          Να μην εκτιμάμε η να υποτιμάμε κανέναν συνάνθρωπό μας. Μη  βάζουμε εύκολες και βιαστικές ετικέτες στους ανθρώπους. Δεν είναι δουλειά δική μας. Δεν είμαστε βαθμολογητές εμείς κανενός!
          Καλύτερα να σκύβουμε πιο πολύ μέσα μας, γιατί έτσι πιο πολύ ντροπιάζεται ο διάβολος. Να μελετάμε τη γνώση μας και να μην απομακρυνόμαστε από την αγία ταπείνωση. Αυτό έχει κύρια σημασία για να μένουμε στην κατάσταση της μετάνοιας. Αλλά μια μετάνοια αυθεντική όχι των λόγων, αλλά των πράξεων.
          Δυστυχώς έχουμε μια παρανόηση της αμαρτίας, θεωρώντας ως αμαρτία μόνο τις αρνητικές εντολές του Μωσαϊκού νόμου και όχι την έλλειψη αγάπης στον Θεό και στον πλησίον, την απουσία της πραότητας και την απομάκρυνση μας από την ταπεινοφροσύνη. Ο γέροντας Σωφρόνιος θεωρεί έγκλημα κατά της αγάπης του Θεού την αμαρτία.
          Οπότε η αμαρτία δεν είναι μια ατέλεια ή ελάττωμα η σφάλμα, αλλά σημαίνει έλλειψη αγάπης  στο Θεό, αφού η αμαρτία μας απομακρύνει από την αγάπη του Θεού.
          Η αμαρτία καταντά άρνηση της ευαγγελικής ζωής, απομόνωση, ακοινωνησία, παγερή μοναξιά. Όταν ο άνθρωπος θεοποιεί τον εαυτό του, τότε μένει τραγικά μόνος και ο εγωισμός του τον ματώνει και τον κάνει να οσμίζεται τον θάνατο. Αφού μακριά από τον Θεό δεν μπορεί κανείς να ζει αληθινά ζωντανός. Είναι νεκρός.
          Ο Χριστός ήλθε να μας επανασυνδέσει και να μας αναστήσει, να μας λυτρώσει και να μας σώσει. Ο Χριστός ήλθε για τους αμαρτωλούς και κήρυξε μετάνοια, διότι η μετάνοια μας επιστρέφει στην αγκαλιά του θεού μετά τις τόσες πτώσεις μας.
          Το κουτσομπολιό είναι μια κατ’ εξοχή “αρετή” των χριστιανών που δημιουργεί προβλήματα, πολλούς λογισμούς, κουραστικά θέματα, ψυχρότητες στις σχέσεις μας και χάνουμε την ψυχική μας γαλήνη.
          Ο Αββάς Βαρσανούφιος συμβουλεύει σύνεση και φρονιμάδα στην αντιμετώπιση της κακίας και ακακίας και απλότητα στη διαβίωση. Να μην κακιώνει και να μην ανοητεύει η απλότητα. Δεν είναι φρόνιμο ν’ αφήνεις την ησυχία και να παρασύρεσαι στο κουτσομπολιό. Γιατί έτσι φθειρόμαστε και φθείρουμε.
          Χρειάζεται ανδρεία και τόλμη για να μην παγιδευτεί κανείς στις πονηριές και στις πλεκτάνες της αργολογίας. Μην συμμαχούμε με τον δαίμονα κάνοντας μαζί του ειρήνη παρασυρόμενοι από πονηρούς λογισμούς φιλαδελφίας, ότι θα πικράνουμε τον αδελφό μας, όταν θα διακόπτουμε την περιττολογία. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν υπάρχει ουσιαστική επαγρύπνηση, αλλά προσκόλληση στην προχειρολογία. Κι’ όταν συνέλθουμε τα βάζουμε με τους άλλους που μας προκάλεσαν η θυμώνουμε με τον εαυτό μας, αλλά χωρίς σωστή βάση.
          Η πτώση δεν μας ταπεινώνει, αλλά μας εξοργίζει και μας κακιώνει και βάζουμε μόνοι μας  άστοχους κανόνες φορώντας δαιμονικά γυαλιά θεολογώντας μόνοι μας για να αυτοθεραπευτούμε.
          Η αγνή ευσέβειά μας μας κρατά σταθερά στην ορθόδοξη παράδοση και πατερική διδασκαλία. Ευσεβής είναι αυτός που ταυτίζει το θέλημά του με το θέλημα του Θεού, αυτός που μεταμορφώνει τα πάθη σε αρετές. Ενώ ο ευσεβισμός δημιουργεί δημιουργεί ωραίο προφίλ, εξωτερικά δείχνει αξιοπρεπής, καθαρίζει το έξωθεν του ποτηρίου ως καλός φαρισαίος.
          Σε μια πρόσφατη συνάντηση διανοουμένων ομολογήθηκε, ότι υπάρχει μια σοβαρή κρίση του πολιτισμού, είπαν: ο άνθρωπος έχει χάσει την ελπίδα του στο μέλλον. Ακόμη ότι ο σημερινός κόσμος δεν μπορεί να βελτιωθεί κ. α. παρόμοια. Συμφώνησαν ότι πρέπει να προσφερθεί στον σύγχρονο άνθρωπο ένα όραμα, μια συγκίνηση….
          Ασφαλώς οι διαπιστώσεις των σοφών διανοουμένων του κόσμου είναι ρεαλιστικές και τραγικές.
          Κι’ εμείς οι πιστοί δεν είμαστε δίχως αγωνία και επηρεασμό απ’ αυτές τις απρόσωπες κοινωνίες που ζούμε, αλλά ο χρόνος δεν μας έχει γίνει εφιάλτης. Αγωνιζόμαστε να εργαζόμαστε στο “δος ημίν σήμερον”  της Κυριακής Προσευχής και ελπίζουμε με αισιοδοξία στο παράδειγμα των αγίων και των λόγων του Κυρίου. Οι άγιοι έκαναν  την πράξη  θεωρίας επίβαση. Οι φαρισαίοι ήταν τέλειοι ευσεβιστές, βρήκαν αυτό που τους διευκόλυνε. Και φαρισαίοι υπάρχουν μέχρι σήμερα σ’ όλους τους χώρους. Έχουν το ιδίωμα να ξεχωρίζουν, να επιλέγουν ό, τι τους συμφέρει, να διακρίνονται.
          Προτιμούν το χώρο τους, τα λόγια τους, τις ιδέες τους, τους κύκλους τους. Αναφέρονται περισσότερο στην εύκολη  αρετολογία τους και όχι στην κουραστική παθοκτονία και την ασκητική πορεία.
          Ο Αββάς Βαρσανούφιος και πάλι λέγει σ’ ένα αρχάριο μοναχό: “έχε νήψη, ξύπνα από τη μέθη του ύπνου. Σήκω στα πόδια σου και φώναζε σαν τον Πέτρο: “επιστάτα, σώσον ημάς, απολλύμεθα”. Και τότε θα έλθει κοντά σου, θα επιτιμήσει τους ανέμους και η θάλασσα θα σταματήσει τον κλυδωνισμό”.
          Αναγνωρίζουμε την ήττα και την αποδοχή της  ελπίδας στον μόνο που μπορεί να μας σώσει, τον Σωτήρα Ιησού Χριστό.
          Έτσι εισερχόμαστε στο απάνεμο λιμάνι της σωτηρίας που μας προσφέρει η Εκκλησία. Η Εκκλησία είναι η καλύτερη πολυκλινική που διαθέτει αξιόλογους θεραπευτές, αγίους και λειτουργούς Του Θεού, για να θεραπεύσουν όλους εμάς που επιθυμούμε τη θεραπεία μας, τη λύτρωση, τον αγιασμό, τη σωτηρία, το σκοπό της πνευματικής ζωής.
          Επιθυμούμε “α οφθαλμός ουκ οίδε και ους ουκ ήκουσε  και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν”.
          Για μας τα πιστά παιδιά του Θεού που αγωνίζονται είναι τα τίμια δώρα. Είναι κρίμα να χάνουμε το χρόνο μας μέσα στην καθημερινότητα και να μην χαιρόμαστε την ορθόδοξη πνευματική πορεία και ανάβαση, με προσοχή, με υπακοή στην πατρική διδαχή, που ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας.
          Αγαπητοί, τελειώνοντας  επιτρέψτε μου να επαναλάβω ταπεινά όσα λέγει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: πως αυτός που λέγει ή γράφει αφορούν πρώτα τον εαυτό του η για να ωφεληθούν οι άλλοι, η προς επίδειξη η από κάποια ανάγκη.
          Τα λέγω αυτά  εδώ σήμερα για να τα υπενθυμίσω στον εαυτό μου και μακάρι να ωφεληθούν κι άλλοι.
Ομιλία εις την ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ΛΑΓΓΟΥΡΑ  ΠΑΤΡΑ