Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ, Υπερτίμου και Εξάρχου Άνω Μακεδονίας
Και πάλι το πλήρωμα της Εκκλησίας, «αι γενεαί πάσαι» καθώς ψάλλουν οι θεοκίνητοι υμνογράφοι της ορθοδόξου λατρείας μας, αναμέλπουμε ευχαριστήριες ωδές προς την «πεποικιλμένη τη θεία δόξη»1 Βασίλισσα των Ουρανών, την Υπεραγία Θεοτόκο.
Της εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας και τη δοξάζουμε μαζί με τις αγγελικές δυνάμεις και τη χορεία των Αγίων μας, γιατί χάρη στην αγιότητά της αξιώθηκε να γίνει η χώρα του αχωρήτου, η μητέρα του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Την ευχαριστούμε διότι στάθηκε η αιτία, ώστε ο περιούσιος λαός του Θεού να περάσει, όπως τότε στην Παλαιά Διαθήκη, την αλμυρά θάλασσα της ασεβείας και να φθάσει στην πολυπόθητη Χαναάν, που είναι η πατρίδα των τέκνων του Θεού. Γι’ αυτό και ο ιερός υμνογράφος τη χαρακτηρίζει ως «γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν»2.
Τη μεγαλύνουμε, γιατί έγινε ο διάκονος στο «υπέρ λόγον» Μυστήριο της κενώσεως του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, προκειμένου να σώσει τον άνθρωπο.
Γι’ αυτό και ο εξ αυτής σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού της αποδίδει χρεωστικώς τα τροφεία και τείνει «ευήκοον ους» σ’ αυτήν που Τον έφερε στην άχραντη γαστέρα της. Έτσι, η πρεσβεία της και η μεσιτεία της εισακούεται κατά χρέος, αφού «πολλά γαρ ισχύει δέησις Μητρός προς ευμένειαν Δεσπότου»3.
Ακουμπάμε και σήμερα, τις δύσκολες αυτές ώρες της πατρίδος μας, παρά τις σειρήνες της αθεΐας και της απιστίας, στην νεκρική της κλίνη, γιατί πιστεύουμε και ομολογούμε ότι τη Θεοτόκο «τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησεν… και εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπε… αλλά μετέστη προς την ζωήν, Μήτηρ υπάρχουσα της ζωής»4.
Ζει η Θεοτόκος.
Ζει έντονα στη λειτουργική μνήμη της Εκκλησίας μας.
Ζει έντονα στον λαό της και στην κληρονομία της.
Ζει έντονα μέσα στις καρδιές των ανθρώπων.
Είναι η μάνα της Εκκλησίας, η όπως λέγει ο Άγιος Κύριλλος Πατριάρχης Αλεξάνδρειας, η ίδια η Εκκλησία : «υμνούντας την αειπάρθενον Μαρίαν, δηλονότι την αγίαν Εκκλησίαν»5.
Είναι η πρέσβειρα, η δεομένη, η λαοδηγήτρια, που συμπονά, που μεταμορφώνει τον ανθρώπινο πόνο και χαρίζει στα παιδιά της παρηγοριά, ελπίδα και δύναμη στις δυσκολίες της ζωής.
Γι αυτό και ο θεοφόρος Δαμασκηνός την αποκαλεί «σωτηρία μου, παρηγορία μου, ζωή, φως, ελπίς, θυμηδία μου, πνοή μου, προστασία μου, ύμνος και χαρά μου, τροφή μου, βοηθός και φωτισμός, αγιασμός και λαμπρότης μου»6.
Ας αφήσουμε, λοιπόν, για λίγο τη σκέψη μας μέσα στη λατρεία της Εκκλησίας, να πετάξει αμυδρά προς τα ουράνια σκηνώματα που υποδέχονται σήμερα αγαλλόμενα την άχραντο ψυχή της Θεοτόκου Μαρίας.
Έχοντας δε ως οδηγό τον Άγιο Γερμανό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ας προσεγγίσουμε την πάναγνη μορφή της και ας την πλησιάσουμε όπως πλησιάζουν τα τέκνα τη στοργική τους μητέρα που ξέρει να αγαπά, να συγχωρεί και να τα αγκαλιάζει.
Σε έναν λόγο του, λοιπόν, ο θεοφόρος πατήρ, εγκωμιάζοντας το γεγονός της Κοιμήσεώς της, την ονομάζει «οίκο καταπαύσεως του Θεού»: «Οίκος γαρ αυτώ καταπαύσεως συ γέγονας σωματικός Θεοτόκε»7.
Πρώτον. «Οίκος καταπαύσεως Θεού».
Η Θεοτόκος είναι η κατεξοχήν εκλελεγμένη και υπήκοος στον Θεό, η οποία υπηρέτησε και συνήργησε στην οικονομία της σωτηρίας μας όσο κανείς άλλος από τους ανθρώπους. Η πρώτη Εύα αστόχησε και δεν υπήκουσε στην κλήση του Θεού. Η δεύτερη Εύα (η Θεοτόκος) δια της υπακοής της έγινε η εκλεκτή, ώστε να συνεργασθεί με το Θεό και να φιλοξενήσει στα πανάχραντα σπλάχνα της τον Υιό του Θεού, με σκοπό να συντελεσθεί η ανακαίνιση του κόσμου.
Έτσι έγινε η πραγματική Άγια Τράπεζα που έφερε τον Ουράνιο Άρτο «τον καταβάντα εκ του ουρανού»8, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό κάθε φορά που εμείς, τα παιδιά της, πλησιάζουμε την Αγία Τράπεζα για να λάβουμε την αθάνατη τροφή, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, ευγνωμονούμε την έμψυχο τράπεζα του Θεού, την Θεοτόκο,γιατί χωρίς αυτήν δεν θα είχαμε τη δυνατότητα να απολαύσουμε «ξενίας δεσποτικής και αθανάτου τραπέζης»9.
Έγινε «το χρυσούν θυμιατήριον, το οποίο εκράτησεν αφλέκτως το πυρ της θεότητος»10, «η στάμνα που έφερε το ουράνιο μάννα», «η ράβδος η μυστική από την οποία εξήνθισε το αμάραντο άνθος», «η σκηνή του Θεού και Λόγου» και «η αγία των αγίων» κατά τις εκφράσεις του αγνώστου υμνογράφου του Ακαθίστου Ύμνου.
Δεύτερον. «Οίκος καταπαύσεως Θεού».
Το μεγαλείο της Θεοτόκου, η ύψιστη δόξα της και η τιμή που της αποδίδει η Εκκλησία δεν αφορούν μόνο τη δική της αρετή, αλλά κυρίως τον της κοιλίας της καρπό, τον σαρκωθέντα εξ’ αυτής Θεό Λόγο.
Γι’ αυτό γεμάτος θαυμασμό ο Άγιος Ανδρέας Επίσκοπος Κρήτης θα ρωτήσει: «Τι γαρ μεγαλειότερον του μητέρα κεκλήσθαι και είναι Θεού;11» Γι’ αυτό και την χαρακτηρίζουμε ως «πλατυτέρα των ουρανών»!
Και θα εξηγήσει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ότι η Παναγία έγινε η πλατυτέρα των ουρανών όχι «σωματικοίς όγκοις», αλλά με τη χάρη και τη συγκατάβαση του απεριγράπτου Θεού, εχώρισε στα πανάχραντα σπλάχνα της τον αχώρητο Κύριο12.
Γι’ αυτό και εμείς τα παιδιά της, δια του ιερού υμνογράφου, την εγκωμιάζουμε στο γνωστό Μεγαλυνάριο : «Την γαρ σην μήτραν θρόνον εποίησε και την σην γαστέρα πλατυτέραν ουρανών απειργάσατο. Επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις, δόξα Σοι»13.
Αυτή η διακονία στο υπέρλογο μυστήριο της Σαρκώσεως του Θεού Λόγου, καθώς θα παρατηρήσει ο θεοδίδακτος Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, δεν είναι ένα δάνειο εξωτερικό, αλλά εσωτερικό, από αυτήν την φύση της, από τα φυσικά και πανάγια αίματά της.
Γι’ αυτό και ως φυσικό δάνειο είναι και παντοτινό. Έτσι, ο Υιός του Θεού καθίσταται χρεώστης παντοτινός στη μητέρα Του και χρεωστικά εκπληρώνει τις αιτήσεις που εκείνη Του προσφέρει για τον περιούσιο λαό της14.
Αυτό το γεγονός βεβαιώνουν καθημερινά τα αμέτρητα θαύματα, τα οποία ζούμε εμείς οι ταπεινοί ικέτες της, αλλά και τα πάμπολλα θεομητορικά προσκυνήματα με τις ιερές εικόνες της Θεοτόκου, που στολίζουν την πατρίδα μας και την σκεπάζουν προστατευτικά, με πρώτο το Περιβόλι της, το Άγιον Όρος, όπου ζει κανείς αυτήν τη θεομητορική ευλογία.
Γυμνοί και πάλι από κάθε ανθρώπινη βοήθεια, όπως μέχρι τώρα σε όλες τις περιπέτειες του Έθνους μας (για να θυμηθούμε μόνο τη Μικρασιατική καταστροφή, τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού, την Κατοχή και τον τεμαχισμό της Κύπρου) γιορτάζουμε μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού, το θεομητορικό Πάσχα• την πάνσεπτο Κοίμηση και την εις ουρανούς Μετάσταση της Θεομήτορος.
Γιορτάζουμε με χαρμολύπη εξαιτίας όσων συμβαίνουν στον τόπο μας, (όπως οι πρόσφατες φοβερές πυρκαγιές) αλλά και με την καρδιά μας γεμάτη ελπίδα πως η Παναγία θα γίνει και πάλι το τείχος και η σκέπη, ο πλατυσμός και η ευφροσύνη, το όπλο της σωτηρίας και η θύρα της μετανοίας, το αγαλλίαμα και η χαρά στη ζωή μας, αρκεί να στραφούμε με ενότητα και ομοψυχία στον Υιό και Θεό της.
Τότε και πάλι θα ζήσουμε, όπως έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν, το θαύμα της φοβεράς προστασίας της για κάθε πονεμένη και πικραμένη ψυχή και ιδιαιτέρως για αυτήν την πολυβασανισμένη πατρίδα μας, την Ελλάδα, και την πολύπαθη, μαρτυρική και πάντοτε μία και ελληνική Μακεδονία μας.
1 Καταβασίες εορτής Κοιμήσεως της Θεοτόκου
2 Χαιρετισμοί εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον
3 Θεοτοκίον ΣΤ Ὥρας
4 πρβλ. Απολυτίκιον και Κοντάκιον της εορτής Κοιμήσεως της Θεοτόκου
5 Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, Ομιλία Δ ἐν Εφέσω λεχθείσα προς Νεστόριον, PG 77,996
6 Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός, Θεοτοκάριο, Προσόμοιο Παρασκευής ήχος πλ. β’
7 Άγιος Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, Λόγος α’ εις την αγίαν κοίμησιν της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, PG 98,348
8 πρβλ. Ιω. 6,41
9 Ειρμός Θ’ ωδής Κανόνος Μεγάλης Πέμπτης
10 Επίσκοπος Αχελώου Ευθύμιος Στύλιος, Η πρώτη, β’ εκδ., Αθήνα 1987, σελ. 38
11 Άγιος Ανδρέας Κρήτης, Λόγος ΙΒ , Εις την κοίμησιν της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, PG 97,1056D
12 Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός, Εγκώμιον εις την Κοίμησιν της πανυμνήτου και υπερενδόξου ευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου
και Αειπαρθένου Μαρίας, ΕΠΕ 9,266-268
13 Μεγαλυνάριο Θείας Λειτουργίας Μεγάλου Βασιλείου
14 Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης, Ερμηνεία εις τον Κανόνα της Πεντηκοστής, Εορτοδρόμιον – Τόμος Γ’, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 160