Ειδικά σε αυτό το τελευταίο, η σύγκριση με το σήμερα, όπου η σύνδεση με τον λογαριασμό στα σόσιαλ μίντια γίνεται πριν από τον πρώτο καφέ της ημέρας, είναι σοκαριστική. Εχουμε πια συνηθίσει η καθημερινότητα, αλλά και η ψυχολογία, το πρόσημο της ημέρας, να διαμορφώνονται σε μεγάλο βαθμό από πράγματα που συμβαίνουν στις ονλάιν συναναστροφές. Από το αναπάντεχα ρατσιστικό ποστ ενός κατά τ’ άλλα συμπαθή «φίλου». Από τους σωρούς της γκρίνιας. Από το ψεκασμένο κείμενο που θα αναρτήσει ένας παλιός σου καθηγητής – ή, ακόμα χειρότερα, μια παλιά σου ψυχοθεραπεύτρια (συμβαίνει). Από τον διάχυτο αυταρχισμό, τις ψεύτικες ειδήσεις, τη διαρκή πολεμική, το όλοι εναντίον όλων. Να κάποια αντισώματα που δεν είχε χρειαστεί να αναπτύξει ο οργανισμός, εκεί πίσω στο 1997.
Με αφορμή κάποια από τα τελευταία δημόσια ντιμπέιτ (Σαββόπουλος ή όχι Σαββόπουλος; Αθώα ή ένοχη Ηριάννα; Πολάκης, yay or nay;), δύο διαφορετικοί άνθρωποι της γενιάς μου, της γενιάς δηλαδή που χρησιμοποιεί το Ιντερνετ με λύσσα και που με βία θυμάται το «πριν», διατύπωσαν την άποψη ότι τα σόσιαλ μίντια μας έχουν καταστρέψει και ότι «αν έκλειναν αύριο θα κερδίζαμε χρόνο για πιο ουσιαστικά πράγματα, ιδιωτικότητα, ηρεμία». Μας έχουν κάνει πιο επικριτικούς, πιο κομπλεξικούς, πιο ξερόλες, μας έχουν κάνει χειρότερους, υποστήριζαν με πάθος (στο Ιντερνετ). Προσπαθώ να σκεφτώ: Μια τέτοια μέρα, πριν από 20 χρόνια, όταν τα κοινωνικά δίκτυα δεν υπήρχαν ούτε ως σκέψη, η ζωή έξω θα οργίαζε κανονικά. Η πλατεία Ομονοίας λογικά θα έβραζε, η πόλη θα άδειαζε σιγά σιγά, πάλι θα ψάχναμε το ιδανικό μαγιό, έστω χειρωνακτικά στα μαγαζιά και όχι ονλάιν, κάποιος θα ήταν καλός άνθρωπος και κάποιος κακός, κάποιος θα εκμεταλλευόταν τον συνάνθρωπό του, άλλος θα τον ευεργετούσε, κάποιος θα ανησυχούσε για το πώς θα βγει ο μήνας, κάποιος θα ορμούσε στο ταψί με τα γεμιστά χωρίς να το απαθανατίσει προηγουμένως. Φιλίες θα χαλούσαν και έρωτες θα γεννιόνταν «κανονικά». Είμαστε πάνω-κάτω πάντα οι ίδιοι. Απλώς, μάλλον έχουμε μεγάλη ανάγκη για διακοπές. Από τα σχόλια.