Α. Τί δέν εἶναι Ἐκκλησία
«Ἐκκλησία» δέν εἶναι ἁπλῶς ὁ Ναός,1 τό οἴκημα δηλαδή στό ὁποῖο τελοῦμε τήν λατρεία. Ὁ Ναός κατασκευάζεται ἀπό πέτρες καί ἄλλα ὑλικά ἀντικείμενα, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖται ἀπό ἄνδρες, γυναῖκες καί ἀγγέλους. Ἀποτελεῖται ἀπό τήν «ζωντανή πέτρα», πού λέγει ὁ ἀπόστολος Πέτρος (Α/ Πέτρ. 2,5). Θά λέγαμε ὅτι εἶναι φυσικό γιά τόν ἀπόστολο Πέτρο νά πεῖ αὐτή τήν φράση, γιατί καί ὁ ἴδιος ὀνομάστηκε «Πέτρος» ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ὅταν εἶπε στόν Ἰησοῦ «ἐσύ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ ζῶντος Θεοῦ» (Ματθ.16,16), ὁ Ἰησοῦς τόν κάλεσε νά γίνει «μία ζωντανή πέτρα», πού θά τοποθετηθεῖ ἐπάνω στόν «ἀκρογωνιαῖο λίθο», πού εἶναι ὁ Αὐτός ὁ Ἴδιος (Α/ Πέτρ. 2,6-7). Τοῦ εἶπε τότε ὁ Ἰησοῦς: «Ἐσύ εἶσαι ὁ Πέτρος καί σέ αὐτήν τήν πέτρα θά χτίσω τήν Ἐκκλησία Μου» (Ματθ. 16,18). Και ἡ Ἐκκλησία πραγματικά εἶναι χτισμένη ἀπό ζωντανές πέτρες, οἱ ὁποῖες, ἀκολουθώντας τό παράδειγμα τοῦ Πέτρου, πιστεύουν στόν Κύριο ὡς Χριστό καί Θεό.
Δέν μποροῦμε ἐπίσης νά ποῦμε ὅτι Ἐκκλησία εἶναι μόνο οἱ Ἐπίσκοποι καί οἱ Ἱερεῖς. Γιατί ὁ Ἐπίσκοπος δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει χωρίς ποίμνιο, ὅπως ἀκριβῶς δέν μπορεῖ να ὑπάρχει κεφαλή χωρίς τό ὑπόλοιπο σῶμα. Μέ τόν ἴδιο τρόπο καί ἕνας Ἱερέας πρέπει να ὑπηρετεῖ μία ἐνορία ἤ ἕνα μοναστήρι. Λέγεται κάποιος πατήρ μόνον ἄν ἔχει παιδιά.
Δέν μποροῦμε ἐπίσης νά ποῦμε ὅτι Ἐκκλησία εἶναι μόνο οἱ Ἐπίσκοποι καί οἱ Ἱερεῖς. Γιατί ὁ Ἐπίσκοπος δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει χωρίς ποίμνιο, ὅπως ἀκριβῶς δέν μπορεῖ να ὑπάρχει κεφαλή χωρίς τό ὑπόλοιπο σῶμα. Μέ τόν ἴδιο τρόπο καί ἕνας Ἱερέας πρέπει να ὑπηρετεῖ μία ἐνορία ἤ ἕνα μοναστήρι. Λέγεται κάποιος πατήρ μόνον ἄν ἔχει παιδιά.
Ἐκκλησία εἶναι ἡ συνάθροιση, ἡ «σύναξη», ἄς τό λέμε καλύτερα, ὅλων τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἴτε ἐδῶ κάτω στήν γῆ εἴτε πάνω στόν οὐρανό. Ἡ λέξη «Ἐκκλησία» προέρχεται ἀπό τίς λέξεις «ἐκ-καλῶ». Στήν ἀρχαία Ἀθήνα ἡ λέξη αὐτή σήμαινε τήν συνάθροιση τῶν πολιτῶν. Ἡ λέξη ὅμως χρησιμοποιεῖται καί στήν Παλαιά Διαθήκη ( קהָלָ [«καχάλ»], στά Ἑβρ.), γιά νά δηλώσει τήν σύναξη τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ γιά τήν λατρεία.
Οἱ πιστοί, τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό, παρά τό ὅτι Αὐτός ἀνελήφθη στούς οὐρανούς. Γιατί, ὅταν ἀναλήφθηκε στούς οὐρανούς μᾶς εἶπε ὅτι θα εἶναι πάντοτε μαζί μας μέχρι τό τέλος τοῦ κόσμου (Ματθ. 28,20). Τό Ἅγιο Πνεῦμα πού μᾶς ἔδωσε μᾶς ὑπενθυμίζει ὅλα ὅσα μᾶς εἶπε Ἐκεῖνος (Ἰωάν. 14,26) καί μᾶς κάνει να συμμετέχουμε σέ ὅλα ὅσα εἶναι τοῦ Χριστοῦ καί «μαρτυρεῖ γι᾿ Αὐτόν» (Ἰωάν. 15,26). Ὁ Χριστός εἶναι παρών στήν Ἐκκλησία Του διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί, ὅταν τό Ἅγιο Πνεῦμα κατέβηκε κατά τήν Πεντηκοστή στούς συγκεντρωμένους πιστούς, τότε ὁ Λόγος κατοίκησε σ᾿ αὐτούς καί αὐτοί ἔγιναν ἡ Ἐκκλησία. Τό ἐξηγοῦμε αὐτό καλύτερα μέ τό να νοήσουμε ὅτι ἡ Πεντηκοστή συγκρίνεται μέ τόν Εὐαγγελισμό καί ἡ Ἐκκλησία συγκρίνεται μέ τήν Παρθένο Μαρία. Κατά τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ὁ Λόγος ἔγινε σάρκα διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Ἰωάν. 1,14. Ματθ. 1,18). Ἡ Παρθένος Μαρία διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συνέλαβε τόν Ἰησοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία φέρει τόν Λόγο καί κηρύττει τόν Λόγο, ὅπως τόν ἔφερε ἡ Θεοτόκος Μαρία καί τόν γέννησε. Ὁ σαρκωθείς Υἱός τοῦ Θεοῦ εἶναι παρών στήν Ἐκκλησία Του, ὅπως ἀκριβῶς ἦταν παρών στήν Κοιλία τῆς Παρθένου.
Μέ τήν Πεντηκοστή, λοιπόν, τό Ἅγιο Πνεῦμα δημιούργησε τήν Ἐκκλησία. Ἔγινε, δηλαδή, ἡ ἱερή σύναξη τῶν πιστῶν, στήν ὁποία εἶναι παρών ὁ Χριστός. Ὁ Ἴδιος τό εἶπε αὐτό: «Ἀλήθεια σᾶς λέω… ὅπου εἶναι δύο ἤ τρεῖς συγκεντρωμένοι στό ὄνομά μου, ἐκεῖ εἶμαι στό μέσον αὐτῶν» (Ματθ. 18,20).
Ὅπου εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἐκεῖ εἶναι ἐπίσης τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί ὅπου εἶναι το Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ἐπίσης εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί ὅλη ἡ Χάρη της (Ἅγ. Εἰρηναῖος).
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία, παρά τό ὅτι ὁ ἀριθμός τῶν ἐκκλησιῶν συνεχῶς αὐξάνει, ἐπειδή αὐτή γίνεται περισσότερο γόνιμη. Ὑπάρχουν πολλές ἐκκλησίες, ἀλλά μόνο μία Ἐκκλησία (Ἅγ. Κυπριανός Καρχηδόνος).
Δέν μπορεῖ νά ἔχει κάποιος τόν Θεό ὡς Πατέρα, ἐάν δέν ἔχει τήν Ἐκκλησία ὡς Μητέρα (Ἅγ. Κυπριανός Καρχηδόνος).
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τόν οὐρανό καί τήν γῆ. Εἶναι ἕνας νέος κόσμος καί ὁ ἥλιος σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο εἶναι ὁ Χριστός (Ἅγ. Ἀμβρόσιος).
Τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στό ὁποῖο εἶναι ἑνωμένοι οἱ χριστιανοί διά τοῦ Βαπτίσματος, εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀναστάσεως καί τῆς σωτηρίας μας (Ἅγ. Ἀθανάσιος).
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἐπίγειος παράδεισος στόν ὁποῖο κατοικεῖ ὁ Θεός τοῦ οὐρανοῦ (Γερμανός, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως).
Ἡ Ἐκκλησία… εἶναι τό μεγάλο παράθυρο μέσα ἀπό τό ὁποῖο λάμπει ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης ἐπάνω σέ ἕνα κόσμο σκότους (Ἅγ. Νικόλαος Καβάσιλας).
Μόνο ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀπό τόν οὐρανό (Α. Σ. Κομιάκωφ).
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἕνας θεσμός. Εἶναι μία νέα ζωή μέ τόν Χριστό καί μέσα στόν Χριστό, πού κατευθύνεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα (Σέργιος Μπουλγκάκωφ).
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό κέντρο τοῦ σύμπαντος, ὁ τόπος στόν ὁποῖο ἐκπληρώνεται ὁ προορισμός του (Βλαδίμηρος Λόσσκυ).
Στό σκοτάδι αὐτοῦ τοῦ πεπτωκότος κόσμου, ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα ἄνοιγμα στον τοῖχο, πού ἔγινε μέ τόν θρίαμβο τοῦ Σταυροῦ. Ἡ ἀγάπη τῆς Ἁγίας Τριάδος ποτέ δεν σταματᾶ νά λάμπει διά τοῦ φωτός τῆς Ἀναστάσεως (Ὀλιβιέ Κλεμάν).
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ εἴσοδος στήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἡ κοινωνία μέ τήν αἰώνια ζωή (Ἀλέξανδρος Σμέμαν).
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ προσδοκία καί τό σημεῖο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, γιατί, ὅπως μέ ἕνα σπόρο ἤ μέ τήν μαγιά, ἔτσι καί ἡ πραγματοποίηση τῆς Βασιλείας ἀρχίζει μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ σήμερα (Ἰγνάτιος Χατσίμ).
Κατά τά παραπάνω στήν Ἐκκλησία ἔχουμε παρόντα τόν Ἰησοῦ Χριστό διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλά, μπορεῖ κανείς νά πεῖ σάν ἀντίρρηση τό ὅτι αὐτοί πού πηγαίνουν στην Ἐκκλησία ὄχι μόνον δέν εἶναι θεοφόροι ἄνθρωποι, ἀλλά εἶναι καί παραβάτες τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί σκανδαλίζουν μέ τά ἔργα τους πολλούς. Ναί, βλέπουμε, πραγματικά, ἄνθρωποι πού πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία νά εἶναι παραβάτες τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί νά διαπληκτίζονται μέ τούς ἄλλους, ἤ, τό ἀκόμη χειρότερο, βλέπουμε καί ἱερεῖς νά διαπληκτίζονται μεταξύ τους. Ποῦ εἶναι λοιπόν τό Ἅγιο Πνεῦμα σέ ὅλους αὐτούς; Δέν φαίνεται τότε ἡ Ἐκκλησία σάν μία συνάθροιση ὑποκριτῶν;
Ἄν κανείς ἦταν στήν Ἰερουσαλήμ κατά τήν Μεγάλη Παρασκευή, τότε πού ὁ Πιλάτος παρουσίασε τόν Χριστό στό πλῆθος, γεμάτο μέ αἵματα καί ἐμπτυσμούς, θά σκεφτόταν ὅτι Αὐτός ἦταν ἀποκρουστικός. Τό εἶπε ἄλλωστε αὐτό καί ὁ προφήτης Ἠσαΐας. Ὅταν ὁ Προφήτης στό 53ο κεφ. τοῦ βιβλίου του παρουσιάζει τόν πάσχοντα Μεσσία καταπονημένο και καταπληγωμένο, λέγει ἔπειτα ὁ ἴδιος ὅτι εὐχαρίστως ἀποστρέφει κανείς τό πρόσωπό του ἀπό Αὐτόν, γιατί αὐτό δέν εἶναι εὐχάριστο θέαμα. Ἔτσι ἑρμηνεύεται ὁ λόγος τοῦ Προφήτου «ἀπέστραπται τό πρόσωπον αὐτοῦ (τοῦ θεατοῦ, δηλαδή), ἠτιμάσθη καί οὐκ ἐλογίσθη» (Ἠσ. 53,3). Καί ὅμως! Αὐτός ἦταν ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ πανάγιος Υἱός τοῦ Θεοῦ. Τό ἴδιο συμβαίνει μέ τήν Ἐκκλησία, λέγει ἡ ὡραία κατήχηση Dieu est Vivant, τήν ὁποία συμβουλευόμεθα. Ἡ Ἐκκλησία παραμορφώνεται ἀπό τίς δυστροπίες καί τίς ἁμαρτίες ὅλων μας.
Καί ὅμως ὁ Χριστός παραμένει μέσα στήν Ἐκκλησία Του καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ την ἐπισκιάζει. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «Ἐμμανουήλ», δηλαδή «ὁ Θεός μαζί μας». Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι Θεός πού συγκατατίθεται νά εἶναι μεταξύ ἁμαρτωλῶν, τελωνῶν καί πορνῶν. Ὅπως τό εἶπε καί ὁ Ἴδιος, ὅταν ἐδείπνησε μέ τούς ἁμαρτωλούς, «δέν ἔχουν ἀνάγκη ἀπό γιατρό οἱ ὑγιεῖς, ἀλλά οἱ ἄρρωστοι» (Λουκ. 5,31).
Ἀλλά, παρά τό ὅτι τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀκόμη δέ καί αὐτοί οἱ Ποιμένες της Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς, παρουσιάζουν ἐλλείψεις καί ἀδυναμίες, ὅμως πρέπει νά πιστεύουμε στην Ἐκκλησία. Ὅταν πιστεύουμε στόν Θεό καί στόν Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλά δέν πιστεύουμε στην Ἐκκλησία, τότε περιορίζουμε τόν Θεό στόν οὐρανό. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι Θεός πού ἔγινε ἄνθρωπος καί ἦρθε ἀνάμεσά μας γιά νά μᾶς γιατρέψει. Εἶναι ἕνας Θεός πού ἐνεργεῖ καί κάνει τόν Ἑαυτό Του γνωστό μέσα ἀπό αὐτούς τούς ὁποίους ἦρθε νά σώσει. Εἶναι ἕνας Θεός πού γεννήθηκε στόν σταῦλο στήν Βηθλεέμ, πέθανε μεταξύ δύο κακούργων καί «συγ- καταλέχθηκε μέ τούς ἀνόμους» (Ἠσ. 53,12).
Ὅταν στό «Πιστεύω» λέμε «Πιστεύω εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν», δέν ἐννοοῦμε ὅτι πιστεύουμε στά πάθη καί τίς ἁμαρτίες τῶν κληρικῶν και τῶν λαϊκῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά ὁμολογοῦμε τήν πίστη μας στόν σαρκωθέντα Υἱό τοῦ Θεοῦ, τόν Ἰησοῦ Χριστό πού σταυρώθηκε καί ἀναστήθηκε γιά τήν Ἐκκλησία Του, καί τήν πίστη μας στό Ἅγιο Πνεῦμα, πού μέσα στήν Ἐκκλησία κάνει πραγματικότητα τίς ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ Πατέρα σ᾿ αὐτούς πού πιστεύουν στόν σαρκωθέντα Υἱόν Του. Ἡ Ἐκκλησία στηρίζεται σ᾿ αὐτή τήν ἅγια πίστη τῶν μελῶν της, στήν ὁμολογία τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, πού εἴπαμε παραπάνω, γι᾿ αὐτό καί εἶναι ἁγία παρά τίς ἁμαρτίες τῶν μελῶν της.
Ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί μέ τά ἁμαρτήματά μας παρερχόμαστε, ἀλλά στήν Ἐκκλησία μένει ὁ ἅγιος λόγος τοῦ Θεοῦ καί δέν σταματᾶ νά ἀκούγεται σ᾿ Αὐτήν μέ τίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες καί τό θεῖο κήρυγμα.
Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, τῶν ὁποίων τήν μνήμη ἑορτάζουμε τήν Κυριακή μετά τήν Πεντηκοστή, τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, ἀπήλαυσαν αὐτόν τόν ἅγιο λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία καί μέ τίς ἱερές Ἀκολουθίες καί μέ τήν ἀνάγνωσή του, ἀλλά καί τήν τήρησή του. Καί οἱ ἅγιοί μας πάλι φανερώνουν τήν δύναμη τοῦ ἁγίου καί ζωντανοῦ αὐτοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, λοιπόν, πού εἶναι ταμιευμένος στήν Ἁγία Γραφή, μᾶς παρουσιάζει τήν Ἐκκλησία ὡς:
1. Τήν Νύμφη τοῦ Χριστοῦ,
2. Τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
1. Ἡ λέξη «ναός» προέρχεται ἀπό τό ρῆμα «ναίω» πού σημαίνει «κατοικῶ».