ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ. Μια «Ανάστασις» προ της κοινής Αναστάσεως
Η Θεοτόκος έζησε 50 και πλέον χρόνια. Το τέλος της επιγείου ζωής της, σύμφωνα με την παράδοσι, το πληροφορήθηκε τρεις μέρες ενωρίτερα από έναν Άγγελο, ο οποίος και της μετέφερε το εξής μήνυμα του Χριστού: «Είναι καιρός πια, Μητέρα, να σε πάρω κοντά μου. Μη νιώσης γι’ αυτό καμία ανησυχία, αλλά με ευχαρίστησι να δεχθής την απόφασί μου. Διότι έρχεσαι σε αθάνατη ζωή»! Έτσι, με τον πόθο να συναντήση τον Υιό και Θεό της, η Θεομήτωρ, που κατοικούσε πια στα Ιεροσόλυμα, ανέβηκε γρήγορα στο όρος των Ελαιών για να προσευχηθή, όπως άλλωστε συνήθιζε συχνά να κάνη.
Αφού προσευχήθηκε αρκετά, γύρισε σπίτι της, όπου άρχισε τις προετοιμασίες. Σάρωσε ολόκληρο το σπίτι, ετοίμασε το κρεβάτι της, καθώς και όλα τα απαραίτητα για την ταφή, άναψε πολλά φώτα κι εδόξασε τον Θεό. Ύστερα έστειλε μήνυμα να έλθουν οι συγγενείς και οι γείτονες. Όταν αυτοί συγκεντρώθηκαν, άρχισαν να θρηνούν και να οδύρωνται. Ύστερα όμως σώπασαν και παρακαλούσαν την Θεοτόκο να μην τους απορφανισθή. Η Θεοτόκος, από την άλλη μεριά, τους διαβεβαίωνε ότι θα περισκέπη και εποπτεύη όχι μόνο αυτούς, αλλά και όλον τον κόσμο, σκορπώντας έτσι παρηγοριά στους συγκεντρωθέντες. Ύστερα πρόσφερε τους δύο χιτώνες της σε δύο φτωχές χήρες που τις αγαπούσε ιδιαίτερα και τις φρόντιζε από καιρό…
Κι όταν όλα αυτά είχαν τελειώσει, ένας βροντερός ήχος συγκλόνισε το σπίτι της Παναγίας. Άρχισαν να καταφθάνουν οι Άγιοι Απόστολοι από τα πέρατα της γης, όπου ο καθένας τους βρισκόταν και κήρυττε το Ευαγγέλιο του Χριστού. Σύννεφα, σαν υπερπόντια αεροπλάνα, μετέφεραν θαυματουργικά τους Αποστόλους, τον έναν μετά τον άλλον, στο φτωχό σπιτάκι της Παναγίας. Έτσι εκπληρώθηκε ο προφητικός λόγος: «Ιδού η κλίνη του Σολωμών, εξήκοντα δυνατοί κύκλω αυτής από δυνατών Ισραήλ» (Άσμα Ασμάτων Γ’ 7). Ανάμεσά τους ήταν «Διονύσιος, ο Αρεοπαγίτης συν τω Ιεροθέω και Τιμοθέω τω θείω». Η Θεοτόκος εξήγησε στους έκπληκτους Αποστόλους τον λόγο για τον οποίον τόσο ξαφνικά τους συγκέντρωσε η χάρις του Αγίου Πνεύματος και με μητρική στοργή παρηγόρησε τη θλίψι τους.
Εν τω μεταξύ έφθασε και ο απόστολος Παύλος, το σκεύος εκλογής του Χριστού. Τότε, εκείνος, αφού έπεσε στα πόδια της Θεομήτορος και την προσκύνησε, άνοιξε το χρυσό στόμα του και άρχισε να εγκωμιάζη τη Θεοτόκο, λέγοντας περίπου τα εξής: «Χαίρε Μητέρα της ζωής και υπόθεσις του κηρύγματός μου. Αν και δεν είδα τον Χριστό, τώρα που βλέπω Εσένα, θεωρώ ότι είδα Εκείνον»!
Ύστερ’ απ’ αυτά, υψώνοντας τα δύο άχραντα χέρια της στον ουρανό, προσευχήθηκε για την ειρήνην του κόσμου και ευλόγησε τους αποστόλους. Έπειτα ξάπλωσε στο κρεβάτι και αφού τακτοποίησε το σχήμα του σώματός της όπως αυτή ήθελε, παρέδωσε την παναγία ψυχή της στα χέρια του Υιού και Θεού της.
Όταν η Θεοτόκος παρέδωσε το πνεύμα της, οι Απόστολοι εκήδευσαν το Θεοδόχο σώμα της με πολλή ευλάβεια, μεγάλη λαμπαδοφορία και επιταφίους ύμνους. Κατά τη διάρκεια της κηδείας συνέβη και το εξής επεισόδιο. Ένας Ιουδαίος, από φθόνο ωδηγημένος, άπλωσε με αυθάδεια τα δύο χέρια πάνω στην αγία σορό, με σκοπό να ρίξη κάτω και να βεβηλώση το πανάχραντο σκήνος της Θεοτόκου. Χωρίς όμως να καταλάβη κανείς πώς, τα χέρια του κόπηκαν με μιας και έπεσαν κάτω… Τούτο έκανε τον άπιστο να πιστεύση και να θεραπευθή. Όταν έφθασαν στο χωριό που λέγεται Γεθσημανή, λίγο έξω από τα Ιεροσόλυμα, έθαψαν εκεί το ζωαρχικό σώμα της Θεομήτορος. […]
«Γέγονε παράδοξος ώσπερ η κύησις ούτω και η θεία και σεπτή σου μετάστασις»
Κατά την παράδοσι και τη διδασκαλία πολλών εκκλησιαστικών συγγραφέων, δύο θαυμαστά και παράδοξα γεγονότα ακολούθησαν την Κοίμησι της Θεοτόκου. Πρώτον, ότι το σώμα της Θεοτόκου δεν γνώρισε την φθορά του Τάφου, και δεύτερον, ότι την τρίτη μέρα μετά τον χωρισμό του από το πνεύμα, το πανάχραντο σώμα της Θεομήτορος «μετέστη», μεταβλήθηκε και μεταφέρθηκε στον ουρανό, αφού ενώθηκε με την ψυχή της Θεοτόκου. […]
Η ορθοδοξία χρησιμοποιεί τον όρο «Ανάστασις» για την περίπτωσι του Χριστού και τον όρο «Μετάστασις» για την περίπτωσι της Παναγίας. Υπάρχει επομένως κάποια διαφορά. «Πρόκειται περί της μεταβάσεως της Θεοτόκου εκ του κόσμου του γίγνεσθαι προς την αιωνιότητα της 8ης Ημέρας, εκ της Εκκλησίας προς την Βασιλείαν των Ουρανών. Η έσχατη αυτή δόξα της Θεομήτορος, το ‘έσχατον’ το πραγματοποιηθέν εις εν κτιστόν πρόσωπον προ του τέλους του κόσμου, πρέπει να τοποθετή Αυτήν από του νυν επέκεινα του θανάτου, της αναστάσεως και της εσχάτης Κρίσεως».
Με άλλα λόγια, η Μετάστασίς της είναι μοναδική και ανεπανάληπτη κατάστασις, την οποία ο Χριστός χάρισε στην Παναγία Μητέρα Του. Είναι μια «Ανάστασις» προ της κοινής Αναστάσεως. Η Θεοτόκος έμελλε να είναι και πρώτη στην Ανάστασι. «Οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον» (Α’ Θεσσαλονικείς δ’ 16).
Με άλλα λόγια, η Μετάστασίς της είναι μοναδική και ανεπανάληπτη κατάστασις, την οποία ο Χριστός χάρισε στην Παναγία Μητέρα Του. Είναι μια «Ανάστασις» προ της κοινής Αναστάσεως. Η Θεοτόκος έμελλε να είναι και πρώτη στην Ανάστασι. «Οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον» (Α’ Θεσσαλονικείς δ’ 16).
* Απόσπασμα από το κεφάλαιο «Κοίμησις – Μετάστασις – Δόξα» του βιβλίου του επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Κ. Στύλιου «Η Πρώτη, Θεομητορικό ημερολόγιο», των εκδόσεων Σήμαντρο.