Αττική οδός, τη νύχτα του χάους. Η ώρα είναι 00:30. Ανάμεσα στους εκατοντάδες εγκλωβισμένους βρίσκεται ένα 11χρονο κοριτσάκι μαζί με τον πατέρα του.
Άξαφνα από το πουθενά εμφανίζεται μια ομάδα της ΟΠΚΕ [1].
Οι άνδρες κρατούν στους ώμους ένα κουτί πρώτων βοηθειών, σταματούν σε κάθε ακινητοποιημένο όχημα και ερευνούν αν υπάρχει κάποιος που χρειάζεται βοήθεια.
Δεν αργούν να φτάσουν και στο όχημα με το κοριτσάκι. Η μικρή πρέπει επειγόντως να μεταφερθεί μέχρι την κοντινότερη έξοδο (Δουκίσσης Πλακεντίας). Η προσέγγιση όμως, με όχημα είναι εντελώς αδύνατη.
Χωρίς δεύτερη σκέψη ένας 37χρονος ανθυπαστυνόμος γυρνά και της λέει χαμογελαστά «ανέβα στην πλάτη μου να κάνουμε το γαϊδουράκι».
Της φορά αλουμινοκουβέρτα και αρχίζει να περπατά μέσα στο χιόνι.
Κινείται έτσι, για ενάμιση χιλιόμετρο (!) μέχρι να φτάσουν στο τζιπάκι της Αστυνομίας και να παραδώσει το παιδί. Ο πατέρας ακολουθεί.
«Συγκινήθηκα» λέει ο ίδιος αργότερα στους δημοσιογράφους.
«Είπα “υπάρχουν και άνθρωποι”. Αυτά τα παιδιά με όλη τη δύναμη και το ψυχικό σθένος που είχαν, μπήκαν στη διαδικασία και με αυτές τις συνθήκες έσωσαν πολύ κόσμο».
«Αναγκαστικά το μετέφερα στην πλάτη μου χωρίς να νιώθω ούτε το κρύο, ούτε την κούραση. Ήταν σαν να βλέπω το δικό μου παιδί να ζητά βοήθεια», λέει ο φύλακας άγγελος της μικρής.
Οι συνάδελφοί του, στο μεταξύ συνεχίζουν την έρευνα σε ένα προς ένα τα αυτοκίνητα, προκειμένου να εντοπίσουν ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια.
Ένας γιατρός που πάσχει από καρδιά έχει καλέσει σε βοήθεια. Φτάνουν κοντά του. Εκείνος ήδη είναι κουρασμένος, έχει ατονία και είναι παγωμένος. Θέλουν να κάνουν ό,τι καλύτερο, αλλά δεν έχουν ιατρικές γνώσεις. Το πρόβλημα λύνει ο … ασθενής, που τους δίνει οδηγίες για να τον αντιμετωπίσουν μέχρι να μεταφερθεί σε ασφαλές μέρος κι από κει στο 401 Νοσοκομείο.
Σε άλλο σημείο εντοπίζουν ένα βενζινάδικο στην περιοχή. Βοηθούν τους εγκλωβισμένους οδηγούς και επιβάτες να πάνε με τα πόδια μέχρι το βενζινάδικο κι από κει να φύγουν για τα σπίτια τους.
Κάποιοι ωστόσο, δεν έχουν δυνατότητα διαφυγής. Το στιβαγμένο χιόνι στέκεται σοβαρό εμπόδιο. Κανένα πρόβλημα δεν μπορεί να αναχαιτίσει τη διάθεση για βοήθεια. Οι αστυνομικοί σκύβουν και διώχνουν με τα χέρια τους το χιόνι, δημιουργώντας δίοδο για τους πεζούς. Έσκαψαν έτσι 100 ολόκληρα μέτρα μέχρι την έξοδο 14 και έδωσαν τη δυνατότητα να βγουν εκτός από τους πεζούς και δεκάδες αυτοκίνητα. Το ρολόι δείχνει 2 τα ξημερώματα.
Αρκετά χιλιόμετρα πιο κει, δεν υπάρχουν ένστολοι άγγελοι. Υπάρχουν όμως, άνθρωποι με αγγελική καρδιά. Ανάμεσα στα εγκλωβισμένα αυτοκίνητα υπάρχει ένα φορτηγό διανομής μεγάλης εταιρείας τροφίμων. Όσο οι ώρες περνούν δραματικά, τόσο η πείνα και η κούραση γίνονται πιο έντονες. Δεν αντέχει να βλέπει τα εξαντλημένα πρόσωπα. Ανοίγει την πόρτα του φορτηγού και κατεβάζει κούτες με κρουασάν, λουκουμάδες και σάντουιτς. Πλησιάζει ένα – ένα τα αυτοκίνητα. «Πάρτε, να αντέξετε» τους λέει και τους χαμογελά. Οι κούτες άδειασαν και γέμισαν τα στομάχια και -κυρίως- οι καρδιές των επιβατών από αγάπη, τριάντα οχημάτων.
Η τρίτη ιστορία διαδραματίστηκε κάπου πιο μακριά, στο Νέο Ηράκλειο. Για την ακρίβεια ξεκίνησε από το Νέο Ηράκλειο. Εκεί είναι η κατοικία ενός 35χρονου ειδικευόμενου γιατρού που εργάζεται στο Νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού. Έχει ξυπνήσει αχάραγα και ετοιμάστηκε να φύγει. «Βγήκαμε με τη μητέρα μου στο μπαλκόνι, για να τον χαιρετήσουμε και όταν είδα το τοπίο πριν εμφανιστεί στο πλάνο ο αδερφός μου, λέω “πού πάει Χριστέ μου;” αφηγείται ο αδερφός του.
Τη συνέχεια ωστόσο, δεν θα μπορούσε ούτε το πιο ευφάνταστο μυαλό να επινοήσει. Ο γιατρός έφτασε στο σταθμό του ηλεκτρικού, όπου διαπίστωσε ότι ήταν εκτός λειτουργίας. Και τότε ξεκίνησε μέσα στα χιόνια για να πάει πεζή στο νοσοκομείο. Υπό κανονικές συνθήκες θα έκανε μιάμιση ώρα, έτσι μας λέει η εφαρμογή Google maps. Εκείνος έφτασε μετά από πέντε ώρες!
Πόσοι άγγελοι μέσα στο απόλυτο χάος που δημιουργήθηκε με την «Ελπίδα» φτερούγισαν δίπλα στους αναγκεμένους και τους έδωσαν ελπίδα; Ποτέ δεν θα μάθουμε! Είναι κι αυτό ένα κομμάτι του μεγαλείου της προσφοράς τους.
Αυτά σκέφτομαι, έχοντας ακουμπώντας τα πόδια μου στο τζάκι, όταν τις σκέψεις μου διακόπτει μια εικόνα στην οθόνη της τηλεόρασης: δύο εναερίτες πασχίζουν να επανασυνδέσουν το ρεύμα σε μια από τις δεκάδες περιοχές της χώρας που έμειναν χωρίς ζέστη και φως.
Συνειρμικά φέρνω στο μυαλό τη μικρή κόρη ενός εναερίτη που όταν έμαθε τι ακριβώς κάνει ο μπαμπάς της, του έφτιαξε ένα ζευγάρι φτερά, για να πετάξει αν κινδυνεύσει. Και εκείνος τα φόρεσε και φωτογραφήθηκε. Για να δει η κορούλα του τη φωτογραφία και να χαρεί.
Τέτοια φτερά φορούσαν οι αστυνομικοί της ΟΠΚΕ, ο οδηγός, ο ειδικευόμενος γιατρός κι όλοι όσοι -ταπεινοί και αφανείς- έδωσαν ένα χέρι στον πάσχοντα συνάνθρωπο σε δύσκολες κι αντίξοες συνθήκες. Φτερά όχι για να πετάξουν σε ενδεχόμενο κινδύνου, μα φτερά αγγελικά για να μας ζεστάνουν και να μας θυμίσουν πως υπάρχει ακόμα η «Ελλάδα που αντιστέκεται, η Ελλάδα που επιμένει», όπως και «κάθε τι μοναχικό στον κόσμο αυτό» [2].
Υπ.
______________
[1] ΟΠΚΕ: Ομάδα Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας.
[2] Οι στίχοι είναι από το «Τσάμικο», σε μουσική και ερμηνεία Διονύση Σαββόπουλου, από το άλμπουμ «Είκοσι χρόνια δρόμος» (1983).