Ἦταν ἕνα τραγουδάκι πού τό τραγουδοῦσα στά παιδιά μου. Ὅλα τό ἀγάπησαν πολύ. Θυμᾶμαι μάλιστα ἕνα μου παιδί πού μέ τίς χοῦφτες του, τίς μικρές τρυφερές χοῦφτες του, μοῦ σκέπαζε τό στόμα ὥστε νά μή πῶ τό τέλος τῆς ἱστορίας πού ἦταν ἕνα τέλος θλίψης, τέλος πού δέν εἶχε τό «ζήσανε αὐτοί καλά κι ἐμεῖς καλύτερα», τό τέλος δηλαδή τῶν παραμυθιῶν. Πιστεύω πάντα καί κάθε φορᾶ μέ ἕνα καινούργιο γεγονός ἑδραιώνεται αὐτή ἡ πίστη μου, πώς δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει ἕνα τέλος καλό ἄν ἡ πορεία εἶναι λαθεμένη.

Γι΄ αὐτό, χωρίς νά θέλω νά πικράνω τά παιδιά μου, ἐπέμενα νά ἀκούσουν καί τό τέλος. Τό τραγούδι, λοιπόν, μιλοῦσε γιά ἕνα εὐτυχισμένο ἀρκουδάκι πού μαζί μέ τήν μάνα του χαιρόταν τόν κόσμο. Μά τό βόλι τοῦ κυνηγοῦ σκοτώνει τή μητέρα. Τό ἀρκουδάκι μου, «πίνει νερό, πικραίνεται καί πάει, εἶναι μονάχο καί γί΄ αὐτό πονάει». Μία μέρα στό μικρό ρυάκι, ἕνα σκιουράκι συναντᾶ, παιχνίδια κάνουνε τρελά. Θέ μου, νά μή τελειώσει αὐτή ἡ χαρά. Τό ἀρκουδάκι μᾶς ξαναγίνεται εὐτυχισμένο. «Πίνει νερό, δροσίζεται καί πάει, ἔχει ἕναν φίλο καί τόν ἀγαπάει!».

Ἡ συντροφικότητα, ἡ φιλία, ὁ ἄλλος, γεμίζει τήν ψυχή ὄχι μονάχα τοῦ μικροῦ ἀρκούδου. Τή δικιά μας ἐρημιά….

καταργεῖ, δικιά μας εὐτυχία εἶναι νά ἔχουμε ἕναν σύντροφο. Σκέφτομαι πώς σαφῶς γί΄ αὐτή τή συντροφικότητα μιλᾶ στήν Π. Διαθήκη, ὅταν δημιουργεῖ ἀπό τόν Ἀδάμ ὁ Θεός τήν Εὕα. Εἶδε, λέει, ὁ Θεός πώς δέν εἶναι εὐτυχία νά βρίσκεται μόνος ὁ ἄνθρωπος στή Δημιουργία.

Εἶναι τό ἀρκουδάκι μᾶς τόσο εὐτυχισμένο, συνεχίζει τό παιδικό διδακτικότατο τραγουδάκι, πού σφίγγει στήν ἀγκαλιά τοῦ τόν καινούργιο φίλο. Μά βάζει τόση δύναμη σ΄ αὐτό τό ἀγκάλιασμα, τόσο ἀσφυκτικά σφίγγει τόν φίλο του πού τό σκιουράκι τό μελί, ἄφησε μία κραυγή καί πέθανε.

Τό ἀρκουδάκι μᾶς «πίνει νερό, πικραίνεται καί πάει, δέν τοῦ ΄μαθαν πότε πώς ν΄ ἀγαπάει!!!». Ἐδῶ εἶναι τό τέλος τό τέλος εἶναι τόσο θλιβερό ὥστε νά μή μπορεῖ νά τό ἀντέξει τό νέο παιδί καί νά θέλει νά μοῦ σφραγίσει τό στόμα, ἤ νά βουλώσει τ΄ αὐτιά του γιά νά μήν τ΄ ἀκούσει. Μά ἐγώ ἐπέμενα νά τό λέω καί τώρα τά παιδιά μου τό τραγουδοῦν καί στά δικά τους παιδιά.

Βλέπετε τό μήνυμα εἶναι διαχρονικό. Τά σκέφτηκα ὅλα αὐτά ὅταν ἕνα ζευγάρι σέ τέλεια ἀποσύνθεση, μέ παιδιά πού κοντεύουν νά διαλυθοῦν σάν προσωπικότητες, ἦρθαν φιλικά νά κουβεντιάσουμε αὐτά τά προβλήματα, νά βροῦμε τό τί ἔφταιξε καί ἡ κατάσταση εἶχε φτάσει ἐκεῖ πού ἄλλο δέν πήγαινε. Ἦταν φιλική, κοντινή ἡ οἰκογένεια καί τούς γνώριζα καλά. Ἕνας ἕνας ἦταν θαυμάσιοι, ὅλο αἰσθήματα καί ἀγάπη. Οἱ γονεῖς ἄνθρωποι θυσίας, ἄνθρωπο ὅλο καρδιά. Μά δέν τούς εἶχε μάθει κανένας νά ἀγαπᾶνε σωστά. Κι ἔτσι ξεχασμένη, χαλασμένη κάνουλα ἡ ἀγάπη, ἀντί νά ποτίζει τό χῶμα, νά τό ἀφρατεύει, νά τό κάνει καρπερό, ὥστε λουλούδια νά γεμίζει ὁ τόπος, τό ΄κᾶνε τό τόσο νερό, τό ἄσκεφτα χυμένο, βάλτο. Καί στό βάλτο τά κουνούπια μένουν ἑστία μόλυνσης ὁ βάλτος.

Τό ἀρκουδάκι ἀπό τήν πολλή ἀγάπη ἔγινε αἰτία νά πεθάνει ἡ συντροφιά του. Δέν τοῦ ΄χέ μάθει κανείς νά ἀγαπᾶ σωστά. Κανείς δέν τοῦ ΄χέ πεῖ πώς τέχνη χρειάζεται ἡ ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης. Τ΄ ἀγαπῶ τό παιδί μου τόσο πού ἀνησυχῶ μήπως μπλέξει. Καί γί΄ αὐτό τό σπίτι γίνεται φυλακή καί ποιός ποτέ ὀνειρεύτηκε νά μένει σέ φυλακή καί ποιός δέν παλεύει νά δραπετεύει ἀπό κεῖ; Τ΄ ἀγαπῶ τόσο τό παιδί μου, ὥστε προλαβαίνω κάθε τοῦ ἐπιθυμία. Ναί, μά τότε ἔχουμε ἕνα παιδί πού δέν ποθεῖ τίποτα καί πού ἐπιθυμία ἔχει νά ἔχει … ἐπιθυμία.

Τό ἀγαπῶ τό παιδί μου τόσο, ὥστε τοῦ κρύβω τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς.

Καί ἔτσι τό παιδί μᾶς πιστεύει πώς τό ΜΗ εἶναι ἀνύπαρκτο, πώς μέλι καί γάλα οἱ δρόμοι, μαλθακεύει, παραιτεῖται ἀπό ἀγῶνες, δέν τρίβεται, δέν ἀκονίζεται τό μαχαίρι καί ἔτσι ὅταν ἔλθει σέ ἀντάμωση μέ τίς δυσκολίες τά χάνει. Παραδίδεται χωρίς ὅρους καί ζητᾶ δεκανίκια ὅπως τά ναρκωτικά, τό ἀλκοόλ κ.λπ.

Μά τή λαθεμένη ἐκδήλωση ἀγάπης τήν ἔχουμε γιά τό σύντροφό μας. Ἡ πνιγηρή, ἀσφυκτική ὑπερπροστατευτικότητα καί ἐκεῖ προεκτείνεται. Καί στά δύο φύλα συμβαίνει κάτι τέτοιο, ὄχι μόνο στό γυναικεῖο. Ἔχετε δεῖ ἄβουλες γυναῖκες; Πίσω τους κρύβεται ἕνας σοῦπερ δυναμικός ἄντρας πού τίς … λατρεύει καί γί΄ αὐτό ἤ πιό σωστά ἐξ αἰτίας αὐτοῦ ἡ προσωπικότητα τῆς γυναίκας δέν ξεδιπλώνεται φυσιολογικά. Δέν μπορεῖ νά ὁδηγήσει ἄν ὁ ἄντρας τῆς κάθεται πλάϊ της καί τῆς τονίζει τά λάθη τῆς ἀκριβῶς γιατί τήν ἀγαπᾶ τόσο ὥστε νοιάζεται γί΄ αὐτήν, μήν πάθει κάποιο ἀτύχημα.

Τό χειμώνα παίχτηκε μία ταινία μέ τρομερή ἐπιτυχία στούς κινηματογράφους πού τόνιζε τό θέμα τῆς ἀγάπης χωρίς διάκριση, τῆς σαρωτικῆς ἀγάπης. Οἱ γονεῖς τόσο ἀγαποῦσαν τό παιδί τους ὥστε νά θέλουν νά ἀκολουθήσει ἕνα ἐπάγγελμα καί ὄχι αὐτό τό ἐπάγγελμα πού τό ἀγόρι ἤθελε. Ἀπό τήν ὑπερβολική ἄτεχνη ἀγάπη, τό ἀγόρι αὐτοκτόνησε. Ἐπειδή ἀγαπᾶμε τό παιδί μᾶς θέλουμε νά τοῦ διαλέξουμε ἐμεῖς τό σύντροφο τῆς ζωῆς του. Καί ἀργότερα γινόμαστε κακά πεθερικά γιατί τό παιδί μας δέν ἀγαπιέται τόσο ὅσο τοῦ ἀξίζει ἀπό αὐτό τό σύντροφο, ἤ ἀγαπιέται κάπως ἀλλιώτικα.

Ἡ Ἀγάπη εἶναι θεϊκό δῶρο, λέει ἡ Γραφή, καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί ἐμεῖς αὐτό τό δῶρο τό κάνουμε κατάρα ἄν δέν μάθουμε τήν τεχνική του. Γί΄ αὐτό ἐπέμενα νά τό τραγουδῶ στά παιδιά μου, παρά τίς ἀντιδράσεις τους. Γί΄ αὐτό καί τό χαμηλοτραγουδοῦσα σέ κεῖνο τό ταλαιπωρημένο ζευγάρι πού ἔχοντας στίς καρδιές τούς τόση ἀγάπη, σφίγγονταν μεταξύ τους, παραμόρφωναν ἀπό τό σφίξιμο τήν προσωπικότητα τοῦ πλαϊνοῦ τους. Καί ἔμεναν μόνοι. Ἀκριβῶς σάν ἐκεῖνο τό δυστυχισμένο ἀρκουδάκι!

ΓΑΛΑΤΕΙΑ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΟΥ-ΣΟΥΡΕΛΗ