Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ βιβλίο «Σκεῦος ἐκλογῆς»,
τοῦ ἱερομονάχου Χριστόδουλου Ἁγιορείτου
Πάρα πολλὰ ζευγάρια τὰ ἀπασχολοῦσε τὸ πρόβλημα τῶν παιδιῶν. Ἄλλοι εἶχαν κάποιο πρόβλημα καὶ δὲν ἔκαναν παιδιὰ κι εἶχαν λογισμὸ νὰ υἱοθετήσουν ἕνα ξένο παιδί, ἄλλοι σκεφτόντουσαν νὰ κάνουν ἕνα, τὸ πολὺ δύο παιδιὰ καὶ μετὰ νὰ παίρνουν προφυλάξεις γιὰ νὰ μὴν κάνουν ἄλλα, ἐνῶ ἄλλοι ἔβαζαν σκοπό τους νὰ ἀποκτήσουν πολλὰ παιδιά. Συχνὰ λοιπόν, οἱ οἰκογενειάρχες ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Γέροντα τὴ συμβουλή του καὶ σ’ αὐτὸ τὸ ζήτημα.
Ὁ Γέροντας τοὺς τόνιζε ὅτι πρέπει νὰ ἔχουν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μὴν βάζουν ἀνθρώπινο πρόγραμμα, γιατί τὰ παιδιὰ τὰ δίνει ὁ Θεός. Ἐκεῖνος εἶναι ὁ μόνος ποὺ ξέρει ἂν θὰ δώσει, πότε θὰ δώσει καὶ πόσα παιδιὰ θὰ δώσει. Κανένας ἄλλος. Μερικοί, ἔλεγε ὁ Γέροντας, προφασίζονται ὅτι ἔτσι ὅπως ἔγινε ἡ ζωὴ δύσκολη, ἕνα παιδὶ μὲ τὸ ζόρι καὶ μὲ πολλὲς δυσκολίες τὸ μεγαλώνουν, γι’ αὐτὸ προφυλάσσονται, γιὰ νὰ μὴν κάνουν ἄλλο παιδί. Αὐτὸ ὅμως εἶναι μεγάλη ἁμαρτία, γιατί ἔτσι δείχνουν ὅτι οἱ ἴδιοι κανονίζουν πιὸ καλὰ τὰ πράγματα ἀπ’ ὅ,τι ὁ Θεός. Εἶναι ὑπερήφανοι καὶ ὑποτιμοῦν τὴν πάνσοφη πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς βλέπει καὶ τὴν ψυχικὴ καὶ τὴν οἰκονομική τους κατάσταση καὶ πολλὰ ἄλλα, τὰ ὁποία οὔτε βλέπουμε οὔτε γνωρίζουμε ὅτι ὑπάρχουν. Ἂν λοιπὸν τὰ οἰκονομικά τῆς οἰκογένειας εἶναι πενιχρὰ καὶ ἴσα – ἴσα ποὺ φτάνουν γιὰ νὰ συντηρήσουν ἕνα παιδί, ἡ λύση δὲν εἶναι νὰ φοβοῦνται μὴν κάνουν ἄλλο καὶ νὰ τὸ ἀποφεύγουν, κι ἔτσι νὰ ἀντιστέκονται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ πιστεύουν ὅτι ἂν ὁ καλός μας Θεὸς θέλει νὰ φέρει κι ἄλλο, ἢ κι ἄλλα παιδιὰ στὸν κόσμο Ἐκεῖνος ποὺ «οἶδε γὰρ ὧν χρείαν ἔχομεν πρὸ τοῦ ἠμᾶς αἰτῆσαι Αὐτὸν» θὰ φροντίσει καὶ γιὰ τὴν ἐνίσχυση τῶν οἰκονομικῶν της.
Ἔτσι συμβούλευε ὅσους τὸν ρωτοῦσαν γιὰ τὰ ζητήματα αὐτὰ καὶ συνέχιζε:…
«Ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος πρέπει νὰ καθορίζει τὸν ἀριθμὸ τῶν παιδιῶν σὲ μία οἰκογένεια. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἀδιάκριτος καὶ κακός. Μόλις δεῖ ὅτι δὲν ἀντέχουμε ἄλλο, θὰ σταματήσει καὶ τὰ παιδιά».
Μία φορὰ ἦταν ἕνας πατέρας καὶ εἶχε ἑπτὰ παιδιὰ καὶ δύσκολα τὰ ἔβγαζε πέρα. Ὅμως παρ’ ὅλα αὐτὰ δὲν κάμφθηκε καὶ δὲν ἔπαιρνε καμία προφύλαξη, γιὰ νὰ μὴν κάνει ἄλλα. «Θὰ τὰ ἀφήσω στὸ Θεὸ» εἶπε. Ἀπὸ τότε, ἂν καὶ ἦταν νέος δὲν ἔκανε ἄλλο παιδί.
Μερικοὺς πάλι ποὺ βιαζόντουσαν νὰ ἀποκτήσουν παιδί, ὁ Γέροντας τοὺς συμβούλευε νὰ μὴν κοιτάζουν τὸ τί λέει ὁ κόσμος, ἀλλὰ νὰ ἀφήνουν τὸν Θεὸ νὰ τοὺς δώσει τὸ παιδί, τὴν κατάλληλη στιγμὴ ποὺ μόνον Ἐκεῖνος γνωρίζει. Ὁρισμένοι ἔλεγε, ἐνῶ δὲν ἔχουν εἰρηνεύσει καὶ δὲν ἔχουν τακτοποιηθεῖ πνευματικά, πιέζουν τὸν Θεὸ νὰ τοὺς δώσει τὸ παιδί, τὴ στιγμὴ ποὺ ἐκεῖνοι ἐπιθυμοῦν. Ὁ Θεὸς τοὺς τὸ δίνει. Βλέπουν ὅμως, ὅτι τὸ παιδὶ μεγαλώνοντας, γίνεται νευρασθενικό, γιατί κληρονόμησε τὰ πάθη τῶν γονέων του καὶ οἱ ἴδιοι μπαίνουν πλέον σὲ ἕναν πολὺ μεγάλο ἀγώνα, ἀφοῦ ἔχουν καταστήσει τὸ παιδὶ τοὺς – χωρὶς νὰ φταίει – κληρονόμο τῶν δικῶν τοὺς παθῶν ἀπὸ τὰ ὁποία δὲν εἶχαν φροντίσει νὰ καθαριστοῦν, πρὶν βιαστοῦν νὰ ζητήσουν παιδὶ ἀπὸ τὸν Θεό.
Ἔλεγε λοιπόν, ὅτι οἱ σύζυγοι πρέπει νὰ ἀφήνονται ἐντελῶς στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μὴν εἶναι αὐτοὶ ποὺ μὲ τὸ δικό τους θέλημα θὰ ἐμποδίζουν, ἢ θὰ ρυθμίζουν τὸ θέλημά Του. Νὰ ἀφήνουν τὸν Θεὸ νὰ ἐνεργεῖ σύμφωνα μὲ τὴν ἀγαθή Του θέληση καὶ τὴν παντογνωσία Του, γιατί ἔτσι θὰ κατοικεῖ στὶς ψυχές τους καὶ θὰ σκεπάζει τὶς οἰκογένειές τους ἡ Χάρη καὶ ἡ Εὐλογία Του.