Μπορεί μέρος των καταναλωτών να έχει στρέψει το ενδιαφέρον του σε «καινούριες» μεθόδους θέρμανσης, εναλλακτικές του πετρελαίου, ωστόσο, τεράστια στροφή παρατηρείται και στα παραδοσιακά και δοκιμασμένα καυσόξυλα, με τις πωλήσεις να έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τα δύο τελευταία χρόνια.
Ιδιαίτερα φέτος που η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης θα φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα, πληθώρα κόσμου έσπευσε μέσα στο καλοκαίρι να προμηθευτεί καυσόξυλα, τώρα που ακόμη είναι στεγνά και άρα πιο ελαφριά καθώς το χειμώνα θα τα πληρώσει σίγουρα παραπάνω λόγω υγρασίας.
Βεβαίως, ως γνωστόν, τόσο οι ξυλόσομπες όσο και τα τζάκια παρέχουν μεμονωμένη θέρμανση του χώρου στον οποίο βρίσκονται, κάτι το οποίο, ωστόσο, δε φαίνεται να πτοεί χιλιάδες καταναλωτές οι οποίοι δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στις παραδοσιακές αυτές συσκευές, με βασικό κριτήριο το μειωμένο κόστος.
Κόστος και… βουλγαρικός ανταγωνισμός
Ο τόνος για ελληνικά ξύλα, κοστίζει κατά μέσο όρο από 180 έως 220 ευρώ. Στις φθηνές λύσεις περιλαμβάνεται η οξιά, η τιμή της οποίας κυμαίνεται περί τα 150 ευρώ ο τόνος, ενώ υπάρχουν και οι ακριβότερες λύσεις όπως το πουρνάρι, η τιμή των οποίων ξεπερνά τα 200 ευρώ.
Ωστόσο, ιδιαίτερα διαδεδομένη είναι η αγορά καυσόξυλων βουλγαρικής προέλευσης, των οποίων οι τιμές είναι σημαντικά μειωμένες συγκριτικά με τα εγχώρια.
Σε αυτή την περίπτωση, μπορούμε να βρούμε τιμές όπως τα 90 ευρώ ο τόνος, κόστος το οποίο είναι ανύπαρκτο πλέον στην Ελλάδα. Βέβαια, όπως επισημαίνουν οι ξυλέμποροι, τα ξύλα που πωλούνται σε τόσο χαμηλές τιμές είναι κυρίως με υγρασία με αποτέλεσμα το τελικό κόστος που καλείται να πληρώσει ο καταναλωτής να είναι μεγαλύτερο. Επιπλέον, αυτό που θα πρέπει να προσέξουν όσοι προμηθευθούν ξύλα από τη Βουλγαρία ή κάποια άλλη χώρα, είναι η συμφωνηθείσα τιμή να περιλαμβάνει και το μεταφορικό κόστος.
Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι λόγω του αυξανόμενου πλέον ανταγωνισμού, πολλές εγχώριες εταιρίες πώλησης καυσόξυλων έχουν καθιερώσει προσφορές ανάλογα με την ποσότητα της αγοράς.
Τι να προσέξετε όταν αγοράζετε καυσόξυλα
– Προτείνεται η προμήθεια των καυσόξυλων να γίνεται το καλοκαίρι ή το αργότερο μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου προκειμένου να τα αγοράζουμε «στεγνά», γλιτώνοντας έτσι χρήματα που θα πληρώναμε όχι για καύσιμη ύλη αλλά για την υγρασία που τα ξύλα διαθέτουν το φθινόπωρο.
– Πρέπει να υπάρχει ιδιαίτερη μέριμνα για την αποθήκευση των καυσόξυλων. Τα ξύλα πρέπει να τοποθετούνται σε στεγασμένο χώρο και η περιεχόμενη υγρασία τους να είναι κάτω από 15% – την οποία ελέγχουμε με υγρόμετρο (μπορείτε να προμηθευτείτε ένα από μάντρες ξυλείας).
– Επιπλέον, η επιλογή των ξύλων θα πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή. Ορισμένα είδη παράγουν πολύ καπνό και έχουν δυσάρεστη οσμή ή «σκάνε». Προτιμάμε δρυ, που έχει μεγαλύτερη διάρκεια καύσης, και οξιά, που δίνει ωραία φλόγα χωρίς προβλήματα. Το πεύκο ή το έλατο αρπάζουν γρήγορα και δίνουν μεγαλύτερη φλόγα, αλλά πρέπει να τα χρησιμοποιούμε κυρίως για προσάναμμα και όχι για συνεχή χρήση.
– Επιλέγουμε μόνο φυσικά ξύλα. Αποφεύγουμε ρητώς βαμμένα και βερνικωμένα ξύλα, περασμένα από λαδομπογιές, κομμάτια από έπιπλα και κάθε είδους πλαστικό.
– Αποφεύγουμε τη χρήση χημικών προσαναμμάτων, με παράγωγα πετρελαίου και άλλες ανθυγιεινές ουσίες, αλλά μόνο φυσικά, από λεπτά, ξερά κλαράκια ή δαδιά.
– Δεν αγοράζουμε εμποτισμένη με χημικά ξυλεία.