Καταλαλιά και κατάκριση

 

Πόσο εύκολα μα πόσο εύκολα πέφτουμε καθημερινά σ αυτές τις δυο τις αμαρτίες.

Πολλοί δεν το καταλαβαίνουν κιόλας τι μεγάλη ζημία προκαλούν στον εαυτό τους, τους γίνεται πάθος να καταλαλούν και να κατακρίνουν και δυστυχώς με αυτό προχωρούν.

Για να δούμε και τι παγίδα είναι αυτό ας σκεφτούμε μόνο το εξής. χθες για παράδειγμα είπαμε κάποια άσχημα πράγματα για έναν συνάνθρωπο μας, και επειδή πολλές φορές η ψυχή του κάθε ανθρώπου σ αυτές τις περιπτώσεις αντιδρά ποικιλοτρόπως ο συνάνθρωπος μας αυτός αρρώστησε βαθειά ως σε σημείο θανάτου..

Eρώτηση. Πως θα αισθανθούμε τώρα εμείς;..

Κάποιες χρηστικές συμβουλές τώρα γερόντων προς γνώσην μας γι αυτό το θέμα.

1.Κάποιος Γέροντας, που ερωτήθηκε από τους αδελφούς τι είναι καταλαλιά και τι κατάκρισις, έδωσε την ακόλουθη εξήγηση:

Με την καταλαλιά φανερώνει κανείς τα κρυφά ελαττώματα του αδελφού του.

Με την κατάκριση καταδικάζει τα φανερά. Αν ειπεί κανείς λόγου χάρη, πως ο τάδε αδελφός είναι μεν καλοπροαίρετος και αγαθός, αλλά του λείπει η διάκριση, αυτό είναι καταλαλιά.

“Αν όμως ειπεί ότι ο δείνα είναι πλεονέκτης και φιλάργυρος, τούτο είναι κατάκρισις, γιατί με το λόγο αυτό καταδικάζει τις πράξεις του πλησίον του. Η κατάκρισις είναι χειρότερη από την καταλαλιά.

2.Πήγαν κάποτε αιρετικοί στον Όσιο Ποιμένα κι’ άρχισαν να λέγουν κατηγορίες εναντίον του Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας.

Ο Όσιος τότε σηκώθηκε επάνω, έδωσε εντολή στον υποτακτικό του να τους ετοιμάσει φαγητό και βγήκε έξω από το κελί, για να μη μολύνει τ’ αυτιά του.

3.Ένας Γέροντας πνευματικός συμβουλεύει: Αν συμβεί ποτέ να κατακρίνεις τον αδελφό σου και σε τύψει γι’ αυτό η συνείδησή σου, πήγαινε ευθύς να τον βρεις, εξομολογήσου ότι τον κατέκρινες και ζήτησέ του συγγνώμη.

Πρόσεχε στο εξής να μη σε παρασύρει ο διάβολος σ’ αυτό το αμάρτημα, γιατί η καταλαλιά είναι θάνατος της ψυχής. Αν έλθει κάποιος άλλος σε σένα κι’ αρχίσει να κατηγορεί και να κατακρίνει ένα τρίτον, πρόσεξε καλά μήπως παρασυρθείς και του ειπείς: «δίκαιο έχεις, έτσι είναι».

Καλύτερα να σωπάσεις ή να του ειπείς: «εγώ, αδελφέ μου, είμαι καταδικασμένος για τις αμαρτίες μου δεν έχω δικαίωμα να καταδικάζω άλλον». Μ’ αυτόν τον τρόπο και τον εαυτό σου σώζεις και τον αδελφόν σου.

4.Ένας άγιος Γέροντας είδε μια μέρα με τα μάτια του κάποιον αδελφό να πέφτει σε βαρύ αμάρτημα, κι’ όχι μόνο δεν τον κατέκρινε, αλλά έκλαψε και είπε: «Αυτός έπεσε σήμερα κι’ εγώ εξάπαντος αύριο. Κι’ αυτός μεν χωρίς άλλο θα μετανοήσει, ενώ εγώ δεν είμαι βέβαιος γι’ αυτό».

5.Ο Αββάς Υπερέχιος δίνει την ακόλουθη συμβουλή στους εγκρατείς και νηστευτάς:
Φάγε κρέας και πιες κρασί και μη κατατρώγεις με την καταλαλιά τις σάρκες του αδελφού σου.

6.Δεν είναι, αλήθεια, ν’ απορεί και να εξίσταται ο άνθρωπος και να χάνει κυριολεκτικά το νου του γράφει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής όταν σκέπτεται πως ο μεν Θεός και Πατήρ δεν κρίνει κανένα, όλη δε την κρίση έχει παραδώσει στον Υιόν Του, ο δε Υιός διδάσκει «μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε» και ο Απόστολος Παύλος επίσης, «μη προ καιρού κρίνετε, έως αν έλθη ο Κύριος» και «εν ω γαρ κρίνεις τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις», οι δε άνθρωποι, αφήνοντας κατά μέρος τις δικές τους αμαρτίες, αφαιρούν το δικαίωμα του Υιού να κρίνει και, σαν αναμάρτητοι, κρίνουν οι ίδιοι και καταδικάζουν ο ένας τον άλλον;

Ο Ουρανός εξίσταται γι’ αυτό κι’ η γη φρίττει, ενώ αυτοί, σαν αναίσθητοι, δε νοιώθουν καμιά ντροπή.

7.Ένας μοναχός σ’ ένα Κοινόβιο, αμελής στα πνευματικά, έπεσε βαριά άρρωστος κι’ ήλθε η ώρα του να πεθάνει. Ο Ηγούμενος κι’ όλοι οι αδελφοί τον περικυκλώσανε για να του δώσουν θάρρος στις τελευταίες του στιγμές.

Παρατήρησαν όμως έκπληκτοι, πως ο αδελφός αντίκριζε τον θάνατο με μεγάλη αταραξία και ψυχική γαλήνη.

Παιδί μου, του είπε τότε ο Ηγούμενος, όλοι εδώ ξεύρομε πως δεν ήσουν και τόσο επιμελής στα καθήκοντα σου. Πως πηγαίνεις με τόσο θάρρος στην άλλη ζωή;

– Είναι αλήθεια, Αββά, ψιθύρισε ο ετοιμοθάνατος, πως δεν ήμουν καλός μοναχός. Ένα πράγμα όμως ετήρησα με ακρίβεια στη ζωή μου: Δεν κατέκρινα ποτέ μου άνθρωπο.

Γι’ αυτό σκοπεύω να ειπώ στο Δεσπότη Χριστό, όταν παρουσιαστώ ενώπιόν Του: «Συ, Κύριε, είπες, μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε», κι’ ελπίζω ότι δεν θα με κρίνει αυστηρά.

– Πήγαινε ειρηνικά στα αιώνιο ταξίδι σου, παιδί μου, του είπε με θαυμασμό ο Ηγούμενος. Εσύ κατόρθωσες, χωρίς κόπο να σωθείς.

8.Ένας μοναχός έπεσε κάποτε σε μεγάλο σφάλμα κι’ ο Προιστάμενος της σκήτης τον έδιωξε. Όταν το έμαθε ο Αββάς Βενιαμίν, πήρε τα λίγα πράγματα του και σηκώθηκε να φύγει ξωπίσω του. Κι’ εγώ αμαρτωλός είμαι, έλεγε στους αδελφούς που τον εμπόδιζαν.

9.Πήγε κάποτε ένας αδελφός από τη σκήτη σε κάποιο Γέροντα αναχωρητή και του είπε για κάποιον άλλον αδελφό πως είχε πέσει σε μεγάλο σφάλμα. Ω, πολύ άσχημα έκανε, είπε στενοχωρημένος ο Γέροντας.

Ύστερα από λίγες ημέρες συνέβει να πεθάνει ο μοναχός που έσφαλε. Άγγελος Κυρίου τότε πήγε στον αναχωρητή, κρατώντας την ψυχή του.

Αυτός που κατέκρινες, του είπε, πέθανε. Που ορίζεις να τον κατατάξω;

Ήμαρτον, εφώναξε με δάκρυα ο Γέροντας. Κι’ από τότε παρακαλούσε κάθε μέρα τον Θεό να του συγχωρήσει εκείνη την αμαρτία και δεν τόλμησε μέχρι τέλους της ζωής του να κατακρίνει άνθρωπο.

10.Ο Αββάς Υπερέχιος δίνει την ακόλουθη συμβουλή
Καταλαλώντας ο όφις τον Θεό, επέτυχε να βγάλει τους πρωτοπλάστους από τον Παράδεισο. Το ίδιο κάνει κι’ εκείνος που καταλαλεί τον πλησίον του βαραίνει την ψυχή του και παρασύρει στο κακό εκείνον που τον ακούει.

Από το Γεροντικό εκδ. Ρηγόπουλου

Πηγή:  Askitikon