Κάποιοι άνθρωποι, με αγαθή διάθεση μπορώ να ομολογήσω, έρχονται στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως και αφού εξομολογηθούν, ρωτούν: Πάτερ ποια είναι τα καθηκοντά μου απέναντι στο Θεό; Εννοώντας κάθε πότε πρέπει να έρχονται στην Εκκλησία, πότε να φέρνουν πρόσφορο, λάδι, κερί, λιβάνι κ.α. Κάθε πότε πρέπει να κοινωνούν, λές και είναι καθήκον και αυτό.
Βέβαια δεν φταίνε αποκλειστικά αυτοί οι άνθρωποι, αφού μια έτοια τυπική λατρείας καθηκοντολογίας παραλάβανε. Κάποτε ένας ιερέας είπε κάτι που είναι αλήθεια. Δικαιολογώντας την γλώσσα της λατρείας είπε: Η Εκκλησία είναι καθεστηκυία τάξις, καθεστώς. Αυτό είναι το δράμα που ζούμε όλοι οι χριστιανοί. Ενώ η ζωή της Εκκλησίας είναι μία διαρκής κίνηση, από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση, εμείς οι βολεμένοι συνειδησιακά, την καταντήσαμε καθεστώς. Ένα έλος που από πάνω φαίνεται γαλήνιο και από κάτω πεθαίνει από την ακινησία. Ο Χριστός λέει στο ευαγγέλιο του Ματθαίου: « Μη νομίζετε ότι ήλθα να επιβάλω μια εξωτερική γαλήνη, αλλά ήλθα να βάλω μάχαιρα, διαίρεση» (Ματθ.10,34) Έναν πόλεμο μέσα στον άνθρωπο. Όπως μας λέει ο απ. Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή: «Ευχαριστούμαι και ευφραίνομαι στο νόμο του Θεού με όλη την ψυχή και την καρδιά και τον νου. Βλέπω όμως να κυριαρχεί στο σώμα μου άλλος νόμος, η δύναμη της αμαρτίας που αντιστρατεύεται και μάχεται όσα ο νους μου και η συνείδηση μου υποδεικνύουν ως ορθά και με υποδουλώνουν στο νόμο της αμαρτίας, ο οποίος κυριαρχεί στην αμαρτωλή ανθρώπινη φύση μου. Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι εγώ δουλεύω σε δύο κυρίους. Με τον νου και την συνείδηση δουλεύω στο νόμο του Θεού, με το σώμα μου όμως δουλεύω στο νόμο της αμαρτίας». (Ρωμ.7,22-25) Αυτή η μάχη μεταξύ πνεύματος και ψυχής και σώματος είναι η ζωή του χριστιανού. Όχι για να εξολοθρεύσει το σώμα, αλλά για να φέρει ειρήνη μεταξύ ψυχής και σώματος. Το σώμα να επιθυμεί τα της ψυχής και η ψυχή να αναπαύει το σώμα. Έτσι η Εκκλησία δεν είναι καθεστώς, αλλά πόλεμος, θάνατος και ανάσταση.
Ο Χριστός λέει στον νυχτερινό μαθητή Νικόδημο: «Αλήθεια σου λέγω, εάν δεν αναγεννηθεί κανείς πνευματικώς, από το νερό του Βαπτίσματος και από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, δεν μπορεί να εισέλθει στην βασιλεία των ουρανών». (Ιω.3,5) Όμως για να αναγεννηθεί κανείς σε κάτι νέο, απαιτείται ο θάνατος του παλιού, όπως μας λέει ο απ. Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή: «Όσοι με πίστη στον Χριστό έχουμε βαπτισθεί, είμαστε μέτοχοι και του θανάτου του. Έτσι όπως ο Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών, να αναστηθούμε και εμείς πνευματικώς μαζί του, ζώντας μια νέα ζωή, χωρίς να υπηρετούμε την αμαρτία». (Ρωμ.6,3-4) Το μυστήριο του Βαπτίσματος λοιπόν είναι θάνατος του παλαιού ανθρώπου, εκείνου που ήταν δούλος στην αμαρτία. Όμως και το Βάπτισμα σήμερα γίνεται ως καθήκον, τυπικά, και έτσι έχει χάσει την δυναμική του θανάτου. Ενός πνευματικού θανάτου που μας λυτρώνει από την δουλεία στην αμαρτία. Γιατί λέει ο απ. Παύλος: « Όπως ο νεκρός δεν μπορεί να αμαρτήσει, έτσι και αυτός που πέθανε μαζί με τον Χριστό, έχει πεθάνει για την αμαρτία». (Ρωμ.6,7)
Γι αυτόν τον θάνατο και την ανάσταση μαζί με τον Χριστό. Γράφει ο όσιος Ηλίας ο Έκδικος: «Δεν σταυρώθηκε ακόμη μαζί με τον Χριστό εκείνος που εξακολουθεί να έχει φυσικές κινήσεις στη σάρκα του, ούτε έχει ταφεί μαζί με τον Χριστό εκείνος που σέρνει μαζί του κακές ψυχικές ενθυμήσεις. Πως λοιπόν θα αναστηθεί αυτός μαζί με τον Χριστό για να ζήσει την καινούργια ζωή;» Ακούγοντας καινούργια ζωή μην πάει ο νους σας στην Δευτέρα Παρουσία, αλλά στο τώρα. Ο Χριστός στο ευαγγέλιο του Ιωάννη λέει: «Αλήθεια σας λέγω, αυτός που ακούει τον λόγον μου και πιστεύει στον Θεό, έχει ζωή αιώνιο και δεν έρχεται σε κρίσει, αλλά μεταβαίνει διά του θανάτου στη αληθινή ζωή. Αλήθεια σας λέγω, ότι έρχεται ώρα και τώρα είναι αυτή η ώρα, που οι νεκροί πνευματικώς άνθρωποι θα ακούσουν τον λόγο του Θεού και όσοι τον ακούσουν και τον δεχθούν, θα αναστηθούν πνευματικώς και από τώρα θα ζήσουν την αιώνια ζωή». (Ιω.5,24-25) Συνεπώς ο θάνατος και η ανάσταση μαζί με τον Χριστό συμβαίνει στο τώρα και όχι σε κάποιο μέλλον. Με την διαβεβαίωση του Χριστού ότι αν δεν πεθάνεις τώρα ως προς τον κόσμο της αμαρτίας και δεν αναστηθείς συν Χριστώ, στη Δευτέρα Παρουσία η σωματική σου ανάσταση θα είναι «κρίση αιώνιος». (Ιω.5,29) Είναι πολύ σοφή μια επιγραφή που υπάρχει στο Άγιον Όρος: «Αν πεθάνεις πριν πεθάνεις, δεν θα πεθάνεις όταν πεθάνεις». Γι αυτόν τον θάνατο για τον κόσμο μιλάει ο απ. Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή: «Διά της συμμετοχής μου στον σταυρό του Χριστού έχει πεθάνει ο κόσμος για μένα και εγώ για τον κόσμο». (Γαλ.6,14) Ερμηνεύει πολύ ωραία αυτό το χωρίο του απ. Παύλου, ο όσιος Ηλίας ο Έκδικος γράφοντας: «Εκείνοι για τους οποίους σταυρώθηκε ο κόσμος καρφιά είναι η νηστεία και η αγρυπνία. Δηλαδή η εγκράτεια στα υλικά αγαθά και η ταλαιπωρία της σάρκας. Ενώ για εκείνους που σταυρώθηκςν για το κόσμο καρφιά είναι η ακτημοσύνη, να μην εχεις τίποτα δικό σου και η καταφρόνηση, η περιφρόνηση κάθε τι γήινου. Χωρίς τα δεύτερα οι κόποι των πρώτων είναι ανώφελοι». Μας λέει ο όσιος Ηλίας ότι η νηστεία και η ταλαιπωρία πρέπει να οδηγούν στην ακτημοσύνη και στη καταφρόνηση των υλικών πραγμάτων, αλλιώς είναι τυπικές πρακτικές που δεν ωφελούν, αλλά μάλλον βλάπτουν. Και ο όσιος Νικήτας ο Στηθάτος για το ίδιο θέμα γράφει: «Εκείνος που μίσησε με όλη του την ψυχή και απαρνήθηκε την επιθυμία της σάρκας και την επιθυμία που προέρχεται από την όραση και την αλαζονεία του πλούτου, οι οποίες αποτελούν τον κόσμο της αδικίας, αυτός σταύρωσε τον κόσμο για τον εαυτό του και τον εαυτό του για τον κόσμο». Γι αυτό ο απ. Παύλος γράφει στους Γαλάτες: «Οι δε αληθινοί χριστιανοί έχουν νεκρώσει τον παλαιό σαρκικό άνθρωπο μαζί με τα πάθη και τις αμαρτωλές επιθυμίες του». (Γαλ.5,24).
Ο χριστιανός κάθε μέρα πεθαίνει για τον κόσμο, αυτή είναι η πορεία του. Γι αυτό ο όσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας από την εμπειρία του θα μας πει: «Όταν είσαι νεκρός για τα πάθη, τότε γίνεσαι μέτοχος της αιώνιας ζωής». Είναι γνωστή η ρήση των πατέρων ότι «για να λάβεις Πνεύμα, πρέπει να δώσεις αίμα». Εμείς οι χριστιανοί, επειδή λόγω της φιλαυτίας μας, αρνούμαστε να αρνηθούμε τα πάθη και τις επιθυμίες της σάρκας μας, είμαστε χριστιανοί τυπικώς. Μετέχουμε στη λατρεία τυπικά, λες και ο Θεός είναι κάποιος απουσιολόγος και μερτάει πόσες φορές θα πάμε στην Εκκλησία. Η εκκοσμίκευση έχει την πρώτη θέση στη λατρεία. Και ας φωνάζει ο απ. Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή: «Προσέχετε να μην συμμορφώνεσθε με το φρόνημα και το τρόπο ζωής του κόσμου, των ανθρώπων της υλόφρονης αυτής εποχής, αλλά να μεταμορφώνεσθε με το ξεκαινούργωμα του νου σας, ώστε να εξακριβώνετε ποιο είναι το θέλημα του Θεού, το οποίο είναι αγαθό και τέλειο». (Ρωμ.12,2) Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος λέει ποιο είναι αυτό το θέλημα του Θεού: «Η τέλεια κάθαρση από την αμαρτία, η ελευθερία από τα πάθη της ατιμίας και η απόκτηση της κορυφαίας αρετής, της αγάπης. Αυτό είναι ο καθαρισμός της καρδιάς που γίνεται με τη μέθεξη του τέλειου και θεϊκού Πνεύματος, με εσωτερική αίσθηση».
Αντί όμως για αυτά, εμείς προσπαθούμε να καλοπιάσουμε τον Θεό με διάφορα υλικά πράγματα. Λες και ο Θεός είναι από ύλη, κτιστός και ευχαριστιέται με δωρεές υλικών πραγμάτων. Ξεχνούμε το λόγο του Χριστού: «Πνεύμα ο Θεός και τους προσκυνούντας αυτός εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν». (Ιω.4,24) Και εμείς συνεχίζουμε να προσφέρουμε: Αγογραφίες Αγίων και βάζουμε το όνομά μας από κάτω. Νομίζουμε ότι έτσι καλοπιάνουμε τον Άγιο. Ο Άγιος απέρριψε όλες τις γήινες τιμές για να γίνει άγιος και εμείς τον υποβιβάζουμε στη δική μας ματαιοδοξία. «Τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος», θα μας πει ο ιερός Χρυσόστομος. Τιμούμε έναν άγιο όταν προσπαθούμε να του μοιάσουμε στον τρόπο που έζησε. Να πεθάνουμε και εμείς όπως και αυτός για τον κόσμο. π.χ. Γεμίζουμε τους ναούς με λουλούδια. Στα βάζα λουλούδια, στις εικόνες λοιλούδια, παντού. Ο Χριστός είναι «ο ωραίος κάλλει» από μόνος του. Το να προσπαθούμε να τον ομορφήνουμε με λουλούδια, είναι σαν να παραδεχόμαστε ότι δεν είναι και τόσο ωραίος. Η Παναγία μας, η υπέρτατη ανθρώπινη ομορφιά, την γεμίζουμε με λουλούδια, δείχνοντας ασέβεια σ’ αυτό που πραγματικά είναι η Παναγία. Ότι πιο ωραίο έχει να δείξει η ανθρώπινη φύση. Έτσι χάνεται η πνευματική ομορφιά και προσπαθούμε να επιδείξουμε μια εκκοσμικευμένη ομορφιά, καλύπτοντας την δική μας πνευματική ασχημοσύνη. Τι να απαντήσει κανείς σε μια κυρία που ήρθε και μου είπε: Πάτερ τώρα τελευταία έχει πέσει η δουλιά στο μαγαζί μου, θέλω να κάνω ένα ευχέλαιο. Πως να της δώσεις να καταλάβει τι είναι ο Χριστός;
Ο λαός είναι ακατήχητος και γι αυτό φταίμε εμείς οι παπάδες, που κρατάμε τους πιστούς ακατήχητους.Πιστεύουμε σε έναν Θεό που κύριο έργο του είναι να κάνει θαύματα. Θέλουμε να έχουμε όλα τα υλικά αγαθά, ψυγεία και καταψύκτες γεμάτα, σπίτια άνετα, στρώματα πουπουλένια, ακριβά αυτοκίνητα, δουλιές που να βγάζουν χρήματα, διακοπές, γλέντια, ηδονές σωματικές, ά και να μην ξεχάσουμε να έχουμε και έναν Θεό που να μας κρατάει υγιείς για να μπορούμε να απολαύσουμε όλα αυτά. Αλλά γιατί να μην τα κάνουν αυτά οι χριστιανοί, αφού πρώτα από όλους τα κάνουμε αυτά εμείς οι κληρικοί, από δεσποτάδες μέχρι πρεσβυτέρους και διακόνους. Κληρικοί ευτραφείς με ακριβά αυτοκίνητα και ποικιλόμορφα φανταχτερά άμφια. Όταν ο κλήρος είναι δούλος της εκκοσμίκευσης, τί θα κάνει ο απλός λαός; Όλοι κλήρος και λαός ζούμε για την καλοπέρασή μας, Όμως άλλα μας λένε οι εμπειρίες τω αγίων. Γράφει ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος: «Όσο υπηρετεί κανείς τη κοιλιά του, τόσο στερείται τη θεία Χάρη. Και στο βαθμό που θα ταλαιπωρήσει το σώμα του, ανάλογα θα χορτάσει από πνευματική τροφή της θείας Χάρης». Και ο μαθητής του ο όσιος Νικήτας ο Στηθάτος λέει: «Όταν λησμονήσεις το φαγητό και τις άλλες ανάγκες τις φύσης, ας γνωρίζεις ότι αυτή είναι επίσκεψη Θεού σε σένα, η οποία προξενεί στον αγωνιζόμενο τη ζωοποιό νέκρωση και χαρίζει από εδώ ήδη την κατάσταση των ασωμάτων».
Εν ολίγοις, πως πρέπει να ζει ο χριστιανός; Την απάντηση μας την δίνει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Στον Θεό αρέσει η αγάπη, η θεωρία και η προσευχή. Στη σάρκα αρέσει η γαστριμαργία, η ακολασία και όσα αυξάνουν αυτά τα πάθη. Γι αυτό όσοι είναι σαρκικοί, υπηρετούν την σάρκα, δεν αρέσουν στο Θεό. Ενώ όσοι ανήκουν πράγματι στον Χριστό, σταύρωσαν τη σάρκα μαζί με τα πάθη και τις αμαρτωλές απιθυμίες». Ο απ. Παύλος κάνει λόγο για αυτάρκεια και λέει: «Ας είμαστε ολιγαρκείς, γιατί τίποτε δεν φέραμε στο κόσμο κατά τη γέννησή μας και είναι ολοφάνερο ότι τίποτα δεν μπορούμε να βγάλουμε από το κόσμο και να το πάρουμε μαζί μας την ώρα του θανάτου μας. Όταν δε έχουμε τις αναγκαίες τροφές, κατοικία και σκεπάσματα, να αρκούμεθα σ’ αυτά» (Α’Τιμ.6,7-8) Ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής θα μας πει: «Αν ο νους στραφεί προς τον Θεό, έχει το σώμα δούλο του και δεν του παρέχει τίποτα περισσότερο από τα αναγκαία για να ζήσει. Αν όμως στραφεί προς τη σάρκα, υποδουλώνεται στα πάθη και φροντίζει για να ικανοποιεί πάντοτε τις κακές επιθυμίες της». Έτσι λοιπόν η ζωή του χριστιανού δεν έχει καθήκοντα απέναντι στο Θεό, αλλά είναι πόθος θανάτου και ανάστασης. Καθημερινά πρέπει ο χριστιανός να πεθαίνει για το κόσμο, για τις αμαρτωλές επιθυμίες της σάρκας και της ψυχής για να ανασταίνεται πνευματικά εν Χριστώ. Ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος λέει μια αλήθεια: Έχουν περάσει δυο χιλιάδες χρόνια από τότε που ήρθε ο Χριστός στον κόσμο και δεν καταλάβαμε τι μας είπε. Αλλά το πιο θλιβερό είναι ότι θα περάσει όλη μας η ζωή και δεν θα καταλάβουμε ότι δεν καταλάβαμε. Θα πιστεύουμε ψευδώς ότι τον καταλάβαμε.