Πολύ συχνά στο εξομολογητήριο συναντώ ευλαβείς ανθρώπους που με απλότητα δηλώνουν ότι ενδιαφέρονται «για τη σωτηρία τους».
Καθώς αναγκάζομαι να τους «πληροφορήσω» ότι είναι λάθος ο στόχος τους, παραξενεύονται και καμιά φορά δυσανασχετούν. Για να κατανοηθούν και οι δύο πλευρές σκέφθηκα να χρησιμοποιήσω λόγο αλληγορικό. Παρακαλώ να έχετε λίγη υπομονή:
Ένας νεαρός πρίγκιπας, βγαίνοντας για κυνήγι μια μέρα, πέρασε από μια φτωχογειτονιά και, καθώς τα φτωχαδάκια παίζανε ανέμελα, πρόσεξε μια έφηβη ιδιαίτερα και, κάτω από τα κουρελιασμένα ρούχα της, κάτω από το βρώμικο κορμί της και τα αχτένιστα και άπλυτα μαλλιά της και τα τσιμπλιασμένα μάτια της, διέκρινε ότι το κορίτσι εκείνο είχε όλα τα χαρακτηριστικά που θα έπρεπε να έχει και η γυναίκα που ζητούσε για πριγκίπισσα. Αθέτησε κάθε «πρωτόκολλο της Αυλής», τη ζήτησε από τους γονείς της και την έκανε «πριγκίπισσα». Είναι αυτονόητο ότι από ’κει και πέρα ό,τι κάνει αυτή η κοπέλα για τον καθαρισμό της και την εν γένει βελτίωση της δεν το κάνει «για να γίνει πριγκίπισσα», αλλά γιατί έχει ήδη γίνει πριγκίπισσα. Το κάνει από φιλότιμο, όπως έλεγε ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος. Για να ζει «πριγκιπικά» θα λέγαμε.
Μετά το άγιο Βάπτισμα και το άγιο Χρίσμα, με τα οποία ενούμεθα υποστατικώς, ασυγχύτως και αδιαιρέτως μετά του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, δεν είναι σωστό να βιώνουμε ότι αγωνιζόμαστε για τη σωτηρία μας. Παραβιάζουμε «θύρες ανοιχτές».
Το επιδιωκόμενο πλέον είναι, και πρέπει να είναι, η χριστοειδής ζωή.
Πάνω σ’ αυτή τη βάση δημιουργούνται βιώματα ευχαριστίας και ευγνωμοσύνης και φιλότιμου και καταλύεται ο ενοχικός εγωκεντρισμός και ο φορτισμένος αξιόμισθα ηθικισμός. Βιώνεται μια φυσιολογική χαρμολύπη στηριγμένη στην άπειρη αγάπη του εραστού μας Ιησού και στη συνειδητοποίηση της δικής μας ελλειμματικότητας σε χριστοείδεια, της οποίας τα μεγέθη δεν είναι παρά δώρα του Εραστού μας και κλιμακώνονται μέχρις ότου Εκείνος θα θελήσει να μας οδηγήσει και στους θαλάμους της αιώνιας Βασιλείας Του.
Ιερομόναχος Αντώνιος Ρωμαίος