Η χαρά

Έχω χαρά; Π όση χαρά αισθάνομαι; Αφού η χαρά είναι τόσο ωραίο συναίσθημα, γίνεται να’μαι μόνιμα χαρούμενος;

Έψαχνα καιρό για μια πειστική απάντηση. Ειλικρινά στο λέω! Αλλά πλέον βρήκα ικανοποιητική απάντηση. Η αρχή της απάντησης ξεκίνησε καθώς διάβαζα το βιβλίο της αγαπημένης Μάρως Βαμβουνάκη “Ο παλιάτσος και η άνιμα”. Εκεί βρήκα μια αράδα που είναι απίθανη! Διότι αν υπάρχουν σοβαρές αιτίες να λυπάσαι, ακόμα και -έστω για λίγο- να απελπίζεσαι, δεν είναι περισσότερο υγιές να υποφέρεις παρά να είσαι μέσα στην καλή χαρά; Ο ίδιος ο Χριστός φτάνει να ψιθυρίζει: “Περίλυπος είναι η ψυχή μου έως θανάτου…”. Να κλαίει όταν πληροφορείται ότι ο φίλος του ο Λάζαρος είναι νεκρός. Κι ας ξέρει για την Ανάσταση, κι ας ξέρει για την μετά θάνατον ατελεύτητο ζωή. Ακόμα κι ας ξέρει, Εκείνος πονάει, κλαίει και αιμορραγεί. Και ένας σοφός άνθρωπος, μου είπε την ίδια μέρα: Η καρδιά μας ας μοιάζει με τη θάλασσα: μπορεί επιφανειακά να είναι άστατη, τρικυμισμένη, αλλά στο βυθό πάντα υπάρχει μια αδιατάραχτη γαλήνη. Έτσι και η ζωή μας: μπορεί να λυπούμαστε, να κλαίμε, να στεναχωριόμαστε, αλλά κατά βάθος έχουμε την ακλόνητη ελπίδα και χαρά του Χριστού και της Ανάστασής του.

Μετά από τα δύο εκείνα γεγονότα, μετά από εκείνα τα γεμάτα φρεσκάδα λόγια, πλέον είμαι χαρούμενα και σταθερά σίγουρος: 
Η χαρά έχει βάσεις απίθανες και απέραντες και προεκτάσεις αιώνιες και σαρωτικές!