Θυμάσαι λατρεμένο μου, που πηγαίναμε για εξομολόγηση όταν ήσασταν μικρούλια;

Όταν είδατε τον καλό σας πατέρα να πλησιάζει και κείνος με τη σειρά του, στον πνευματικό, γουρλώσατε τα παιδικά σας ματάκια και σχολιάσατε:

-Πάει και ο μπαμπάς για εξομολόγηση;
Μα τι έχει να πεί αυτός;
Αυτός είναι, σχεδόν, αναμάρτητος!

Θυμάμαι πόσο πολύ γέλασα.
Πόσο αστείο, μού φάνηκε.

Όμως, η αλήθεια είναι ότι την εξομολόγηση, όλοι τη χρειαζόμαστε.

Και μπαμπάδες φαινομενικά αναμάρτητοι, και παπάδες δήθεν άγιοι, και δεσποτάδες και πατριαρχάδες, δήθεν αγιότεροι.

Οι άνθρωποι που από μικροί συνηθίζουν να εξομολογούνται, είναι σε πλεονεκτική ψυχολογική θέση, σε σχέση με κείνους που δεν ακολούθησαν παιδιόθεν, την ευλογημένη και ψυχοσωτήρια πρακτική της.

Όχι ότι αυτοί που έμαθαν τη διαδικασία, καταλαβαίνουν και επακριβώς τη χρησιμότητά της.

-Όοοχι!

Ωστόσο, το γεγονός ότι τηρούν το τυπικό της- έστω και χωρίς ιδιαίτερη επίγνωση για τα οφέλη που απορρέουν- τους βοηθάει, ακριβώς όπως βοηθείται ο καθένας- αν ασκείται συχνά με οποιοδήποτε τρόπο, και ας μην έχει ιδέα, ποιά σημεία του σώματός του, ευεργετούνται εκ της ασκήσεως, ιδιαίτερα.

Όσοι συντηρούν ζωντανή σχέση με την Εκκλησία, γνωρίζουν το τυπικό τής εξομολογήσεως, πώς ξετυλίγεται.

Κάποιοι, ασχετότεροι, φέρνουν αντίρρηση:

-Δεν είναι ανάγκη να πω, ό,τι με βαραίνει σε έναν τραγόπαπα- εννοώντας έναν άθλιο και φανερά αμαρτωλό, Ορθόδοξο ιερέα.

-Θα τα ψιθυρίσω σε μια εικόνα, θα τα βγάλω σ’ ένα φίλο, σ’ ένα ψυχίατρο που διαθέτει και επιστημονική κατάρτιση μεγαλύτερη και, είναι το ίδιο!

– Λοιπόν, είσαι πολύ μακριά νυχτωμένος, περιστεράκι μου!

ΔΕΝ είναι το ίδιο!
Δεν είναι το ίδιο!
Δεν είναι το ίδιο!
-Πώς το αποδεικνύεις αυτό;θα με ρωτήσεις, κουλτουριάρικα ενοχλημένος.

-Το αποδεικνύω, από την αίσθηση της ψυχής, μετά την ολοκλήρωση του Μυστηρίου, οπότε υπάρχει ένα Φως μέσα μας, μια γεύση πνευματικής χαράς, που είναι τόσο μεγαλύτερη, όσο μεγαλύτερη υπήρξε η επίγνωση και η ταπείνωση με την οποία η ψυχή μας, εξαγόρευσε τους λογισμούς και τα πεπραγμένα της.

Επίσης το αποδεικνύω(στον εαυτό μου κυρίως, με ενδιαφέρει να το αποδείξω) και από την παρατήρηση ότι μετά την εξομολόγηση, νιώθω – ως και ο κάθε- τιμίως- αγωνιζόμενος πιστός- να λιγοστεύουν στην καρδιά μου, οι εξουσίες των διαφόρων παθών που την ταλανίζουν.

Έχω φίλους, που τους βάραιναν διάφορα.

Πήγαν αρχικά σε ψυχίατρους και ξαναπήγαν.

Δεν είδαν θεραπεία.
Θεραπεία με χάπια δεν αποτελεί θεραπεία.
Είναι απλή συντήρηση στον άρρωστο, μέχρι να βγει η ψυχή του.

Όταν αποφάσισαν να καταφύγουν σε Ορθόδοξο πετραχήλι-ύστερα από σχετική έρευνα για τον εμπειρότερο πνευματικό- η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, τούς επισκίασε μέχρι δακρύων…

Αναφορά στην ευλογία της εξομολόγησης -με ευχάριστη έκπληξή μου- συνάντησα και στο βιβλίο: “Ο δρόμος ο λιγότερο ταξιδεμένος συνεχίζεται” του Ψυχίατρου Σκοτ Πεκ, από τις εκδόσεις <Κέδρος>.
Σε κάποια σελίδα του, καταγράφεται μια συγκινητική ιστορία για τη μυστική ευλογία και απελευθέρωση που απορρέει από τη συγκεκριμένη πρακτική.

Αυτό ομολογώ ότι από Αμερικάνο, φημισμένο ψυχοθεραπευτή -σπουδασμένο στο Χάρβαρντ- δεν το περίμενα να το διαβάσω!
Ήταν απ’τα απροσδόκητα!

Όμως, θα το επαναλάβω:

Είναι άλλο η άφεση των αμαρτιών που τη συνείδησή μας βαραίνουν, και που με την εξαγόρευση-σε ιερέα εντεταλμένο προς τούτο- απαλείφονται, και άλλο η πνευματική καθοδήγηση-ανάλυση των παθών και των αιτιών τους, που χρειάζεται δια βίου να κάνουμε, κάθε τόσο, με τη βοήθεια πνευματικού οδηγού Ορθόδοξου, ο οποίος μπορεί και να μην συμπίπτει υποχρεωτικά με το πρόσωπο του εξομολόγου ιερέα, μπορεί να είναι και απλός μοναχός ή και λαικός με ιδιαίτερη φώτιση, όπως σοφά αναλύει ο Κάλλιστος Γουέρ στο έργο του “Η Εντός ημών Βασιλεία”.

Δεν αναπαύεται εύκολα η κάθε ψυχή στον καθένα,όσα ράσα και να φοράει όσα κηρύγματα και να κάνει.

Είναι ένας μεγάλος κόπος, να ψάξεις και να βρεις τον πνευματικό οδηγό που θα μπορέσει πρώτα και κύρια υπομονετικά να σε α κ ο ύ σ ε ι , μετά να κ α τ α λ ά β ε ι, το βάσανό σου, και μετά, με τις φωτισμένες από την πατερική εμπειρία και σοφία συμβουλές και τους χειρισμούς, να σε ο δ η γ ή σ ε ι πραγματικά- και όχι αφηρημένα και κατά φαντασίαν- με τη Χάρη του Παναγίου Πνεύματος, σε περαιτέρω συνειδητοποίηση, ωριμότητα και απελευθέρωση από τα ψυχοκτόνα πάθη.

Σεργιανώντας κάπου στο διαδίκτυο, διάβασα μια φράση, κάποιου αμφισβητία και πολέμιου:

Την πέταξε σαν φτυσιά:”η εξευτελιστική εξομολόγηση”

-Ναι, ενίοτε, έτσι μπορεί κάποιος, να την βιώσει την εξομολόγηση.

Σαν εξευτελισμό, το να αποκαλύψεις -στα μάτια ενός τρίτου, που επιτέλους δεν σου φαίνεται καθόλου αγιότερος απο σένα-τα προσωπικά σου βιώματα.

Αυτό είναι ένα πρόβλημα.

(Ειδικά όταν ο εξομολόγος ειναι φαρισαίος επηρμένος από τις κατά κόσμον περγαμηνές του).

Ιδιαίτερα, για μεγάλους στην ηλικία και επί χρόνια ανεξομολόγητους που κουβαλάνε βάρη πολλά επάνω τους και που διστάζουν -από τον άφατο εγωκεντρισμό τους- να τα επιδείξουν και να τα ξεφορτωθούνε.

Λένε τα σχετικά βιβλιαράκια των οδηγιών με εξομολόγηση:

“Δεν πρέπει να ντρέπεσαι να δείχνεις τις πληγές σου στον πνευματικό γιατρό!”

-Αχ χρυσούλι μου, εύκολο να το λες.

Στην πράξη είναι πανδύσκολο!

Ειδικά με τις γυναίκες.

Μου εκμυστηρεύτηκε μια εκλεκτή, ηλικιωμένη κυρία, πόσο ντρεπόταν να πεί στον εξομολόγο, ότι όταν ήταν νέα, στο χωριό που έμενε, έδινε τα πρώτα της κρυφά ραντεβού με τον μετέπειτα άντρα της, στο κοιμητήριο(!) του χωριού-επειδή εκεί δεν πάταγε ούτε αρουραίος, τις νύχτες- και δεν κινδύνευαν να τους φωτογραφίσουν αδιάκριτα βλέμματα…
Πόσο ντρεπόταν να ξεστομίσει ότι ανήμερα Μ. Παρασκευή
(ναι, ναι, η Μ. Παρασκευή ήταν που την πείραζε περισσότερο και από το νεκροταφείο, λατρεμένο μου,)
εκείνη επάνω στους κρύους τάφους, αγκάλιαζε περιπαθώς τον αγαπημένο της υπό το χλωμό -ως πεθαμένος- σεληνόφως, και έδινε όρκους για αγάπη πέρα από τη ζωή και το θάνατο, όρκους που- πάντως- η ίδια, με θρησκευτική ευλάβεια θα έλεγα, δια βίου, τούς τήρησε!

Λοιπόν-δεν θα κουραστώ να το διατυπώνω σε όλους τους τόνους:

Η εξομολόγηση, είτε το καταλαβαίνουμε με την επιστημονική λογική μας, είτε όχι, είναι κάτι πάνω και από απαραίτητο στη ζωή μας.
Ανήκει στις Εντολές, που πρέπει οπωσδήποτε να τηρήσουμε άν θέλουμε να προχωρήσει το πρόγραμμα της ζωής μας σωστά και να εισέλθουμε στη Χαρά της Ουράνιας Βασιλείας, που περιμένει όσους με σοφία εγκεντρίστηκαν στο Σώμα του Χριστού, ενόσω ζούσαν ακόμη στο φθαρτό τούτο κόσμο.

Χωρίς την Εξομολόγηση σε Ορθόδοξο ιερέα και χωρίς συνεχή Θεία Μετάληψη, δεν ολοκληρώνεται η σωτηρία μας, με βάση το αψευδές στόμα του Κυρίου μας, με βάση την εμπειρία Πάντων των Αγίων.
Αν δεν έχουμε το θάρρος να πάμε σε ένα γνωστό παπά, ας πάμε σε έναν(με καλές συστάσεις) άγνωστο.

Ας τον χρησιμοποίησουμε-επιτέλους-και σαν σκουπιδιάρη!

Μας συμφέρει!

Τα καλά και συμφέροντα ταις ψυχαίς ημών, αδελφή μου Αικατερίνα.

Ας πλησιάσουμε και ας του πούμε:

-Πάρε καλέ μου άνθρωπε, αυτή τη σκουπιδοσακούλα μου,
και κάψ’τη να πάει να χαθεί η βρόμα που έχει μέσα, να ελαφρώσω ο άνθρωπος!

Πίσω από τον κάθε Ορθόδοξο ιερέα, αοράτως παρευρίσκεται ο Χριστός, ο Αθάνατος, Αιώνιος, Αγαπημένος Σκουπιδιάρης, που παίρνει τα σκουπίδια μας δια της Μετανοίας και της Εξαγορεύσεως, τα καίει, τα πετάει ως τέφρα κάτω από τη Γέφυρα Ρίου Αντίρριου, και μας Λυτρώνει!

Ό,τι και να σας αναπτύσσει κάποιος ως θεωρία, μονάχα, αν ζήσετε την εμπειρία, θα εισέλθετε στο κλίμα της μεγάλης, Χαράς, της ευλογημένης.

Μια δοκιμή, λατρεμένο μου, θα σε πείσει!