Ένα θέμα ιδιαίτερο, από τον Γέροντα Σωφρόνιο Σαχάρωφ (†1993), αλλά ενδιαφέρον για όλους μας. Απλά δείτε την αντίληψη γύρω από την παρθενία, μέσα από τα γραπτά ενός σύγχρονου αγίου Γέροντος, ως ζωής κατ’ εικόνα της ζωής τού Χριστού, η οποία είναι παραδόξως τόσο λίγο αποδεκτή από το σύγχρονο κόσμο, ακόμη και από τούς Χριστιανούς, ώστε το καθιστά απαραίτητο ο άγιος Γέροντας να το τοποθετήσει σε δογματική βάση.
Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ (†1993)
Η παρθενία καί η σωφροσύνη συνιστούν τη δεύτερη κύρια υπόσχεση τού μοναχισμού. Η αντίληψη γύρω από την παρθενία, ως ζωής κατ’ είκόνα της ζωής τού Ιησού Χριστού, είναι παραδόξως τόσο λίγο αποδεκτή από το σύγχρονο κόσμο, ακόμη και από τούς Χριστιανούς, ώστε καθίσταται απαραίτητο να εκθέσουμε την δογματική βάση αυτής της υπόσχεσης.
- Η δισχιλιετής πείρα της Εκκλησίας μέ άκαταμάχητη άξιοπιστία κατέδειξε ότι ό άποκλεισμός της γενετήσιας λειτουργίας άπό τή ζωή της άνθρώπινης προσωπικότητας όχι μόνο δέν επιφέρει βλάβη στήν ψυχική καί σωματική υγεία του άνθρώπου, άλλά άντίθετα, όταν χρησιμοποιείται μέ ορθό τρόπο αυξάνει καί τή φυσική άντοχή καί τή μακροβιότητα καί τήν ψυχική υγεία του.
Κατά τίς τελευταίες δεκαετίες είναι δυνατό νά παρατηρήσει κανείς πλήθος επιστημονικών εργασιών, οί όποίες διαπιστώνουν τήν πνευματική γονιμότητα εκείνου τό οποίο ή σύγχρονη ψυχολογία ονομάζει εξαϋλωμένη αγνεία». Πρέπει νά χαίρεται κανείς γιά τή διαπίστωση αύτή, διότι σέ κάθε έποχή δέν έπαυσαν κάποιοι νά διαστρέφουν τήν έννοια της μοναχικής σωφροσύνης, ακόμη μάλιστα και νά άντιτίθενται σέ αύτή, σάν ένα φαινόμενο παθολογικό καί παρά φύσιν.
Έν τούτοις οφείλουμε νά πούμε ότι ή σύγχρονη πείρα στόν τομέα αύτό απέχει ακόμη πολύ από τή δυνατότητα νά συγκριθεί μέ τήν άδιάκοπη καί αιωνόβια πείρα της Εκκλησίας καί νά έχει τήν αξίωση μέ κάποιο τρόπο νά τή διορθώσει ή νά τήν έμπλουτίσει. Από έκεί εύκολα κατανοείται τό μικρό ένδιαφέρον τών μοναχών γιά αύτή. Προσπερνώντας τή λεπτομερή εξέταση τού ζητήματος άπό δογματική καί άνθρωπολογική σκοπιά, θά πούμε μονάχα ότι γιά εμάς κύριο καί άναμφισβήτητο τεκμήριο δικαίωσης αύτης της υπόσχεσης, στό οποίο άλλωστε όδηγούν όλες οί άλλες άποδείξεις, είναι τό γεγονός της έν παρθενία έπίγειας ζωής τού Κυρίου «Σάς έδωσα τό παράδειγμα» (Ίωάν. ιγ’15). Μόνο κάποιος έντελώς άσύνετος θά μπορούσε νά πεί ότι ή ζωή τού Χριστού υπήρξε «παρά φύσι».
Μπροστά άπό έμάς τούς χριστιανούς στέκεται τό άπόλυτο αίτημα: νά γίνουμε όμοιοι, αν είναι δυνατό, μέ τόν Άνθρωπο-Χριστό (σέ όλα) έτσι ώστε μέσα άπό αύτήν τήν έξομοίωση νά κατορθώσουμε τήν έξομοίωση μέ τό Θεό, πού είναι ό ύστατος σκοπός καί ή ύψιστη έννοια της ύπαρξής μας. (…) Ό Άγιος Μεθόδιος του Ολύμπου, στό προαναφερθέν έργο του «Τό συμπόσιο των δέκα Παρθένων» μιλά γύρω άπό τήν παρθενία σάν ένα έργο «άκρως μεγάλου» καί σάν «μυστηρίου». Καί άναμφίβολα, έάν ό γάμος είναι μυστήριο, τότε καί ή παρθενία είναι παρομοίως μυστήριο της Έκκλησίας.
- Ή σωφροσύνη, όπως δείχνει καί ή ίδια ή λέξη, σημαίνει τήν άκεραιότητα ή τήν πληρότητα της φρόνησης.
Στήν Έκκλησία μέ τήν έννοια αύτή συνδέεται όχι μόνο ή νίκη πάνω στή σαρκική έλξη καί γενικά πάνω στό «σαρκικό φρόνημα», δηλαδή «ή νίκη πάνω στή φύση», άλλά καί ή άπόκτηση τού συνόλου τών τελειοτήτων, οί όποίες προσιδιάζουν στή φρόνηση καί ή έκφρασή τους είναι ή σταθερή διαμονή στό Θεό «έξ όλης της διανοίας καί έξ όλης της καρδίας». Στήν τελειότερή της μορφή ή άσκηση της σωφροσύνης άποκαθιστά τήν κατά τό πνεύμα παρθενική κατάσταση τοΰ άνθρώπου ύπερφαλαγγίζοντας τήν άνεπανόρθωτη άπώλεια της σωματικης παρθενίας.
Τή γνήσια παρθενία οί Άγιοι Πατέρες όρίζουν ώς ύπερφυσική κατάσταση. Στήν τέλειά της μορφή θεωρείται ώς άδιάκοπη διαμονή στή θεία άγάπη, ώς έκπλήρωση της έντολης τού Χριστοΰ «άγαπήσεις… τόν Θεόν έξ όλης της καρδίας, έξ όλης της διανοίας, έξ όλης της ψυχης, έξ όλης της ίσχύος». Κάτω άπό τό φώς αύτού τού κριτηρίου, κάθε παρέκκλιση τού νού καί της καρδιάς άπό τήν άγάπη τοΰ Θεοΰ έκλαμβάνεται ώς πνευματική «μοιχεία», παράβαση δηλαδή σέ βάρος της θείας άγάπης.
Κατά τήν εκκλησιαστική αντίληψη υπάρχουν τρεις βαθμοί πνευματικής κατάστασης του ανθρώπου: ή υπερφυσική κατάσταση, ή φυσική καί ή παρά φύσιν ή εναντίον της φύσης. Ή παρθενία καί ή μοναχική σωφροσύνη, άν εννοηθοϋν ώς δωρεές της χάριτος, άνήκουν στήν πρώτη κατάσταση. Στή δεύτερη κατάσταση κατατάσσεται ό εύλογημένος γάμος. Κάθε άλλη μορφή σαρκικής ζωής είναι πνευματικά ή κατώτερη ή παρά φύσιν.
Οί ονειροπολήσεις γύρω άπό τή σαρκική σχέση, όταν άπουσιάζει ή σαρκική πράξη, όδήγησαν πολλούς σέ σοβαρές ψυχικές άσθένειες, άκόμα καί μέχρι τήν πλήρη παραφροσύνη. Γιά τή συχνότητα τών ολέθριων αύτών περιπτώσεων μπορούν νά μαρτυρήσουν καί οί ψυχίατροι»1.
Άργότερα οί άνθρωποι μεταβαίνουν στήν έννοια της μονογαμίας «γιά νά μή συνουσιάζονται μέ πολλούς», όπως συμβαίνει μέ τά ζώα, «σάν νά γεννήθηκαν μόνο γιά τή συνουσία», καί γιά νά μή συντελούνται «μοιχείες».
Στή συνέχεια ό Χριστιανισμός διδάσκει τούς άνθρώπους άκόμη ύψηλότερη συνείδηση γιά τή ζωή, καί μέσα στήν Έκκλησία είσάγεται νέος περιορισμός τών γάμων μέ κριτήριο πλέον τούς βαθμούς της πνευματικης ώριμότητας· έτσι άπαγορεύονται, γιά παράδειγμα, γάμοι δυό άδελφών μέ δυό άδελφές καί τά παρόμοια, πράγμα τό όποΐο εκτός Εκκλησίας παραμένει άκατανόητο καί μέχρι τώρα άκόμη. Μέ τήν άποστολική διδασκαλία οί άνθρωποι οδηγούνται στήν κατανόηση του «τίμιου γάμου» καί της «άμίαντης κοίτης», άπ’ όπου τελικά άνέρχονται ώς τή γνώση της χριστιανικής παρθενίας, «μαθαίνοντας νά άνυψώνονται ύπεράνω της σάρκας είσχωρώντας στό άτάραχο λιμάνι της άφθαρσίας…».
Οί άγριες, εγκληματικές καί εντελώς άφρονες θεωρίες προγραμματισμού τού πληθυσμού της γης μέ τούς άλληλοεξοντωτικούς πολέμους, θά στερούνταν βάση στή συνείδηση τών άνθρώπων, καί ή ζωή στή γη θά άπέβαινε άληθινά όμοια μέ τήν ούράνια:
«Έλθέτω ή Βασιλεία σου»!