Του Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ

Κάθε καλός και λογικός άνθρωπος θλίβεται, όταν σκέπτεται τον θάνατο ενός προσφιλούς του προσώπου και πολύ περισσότερο, όταν το προσφιλές αυτό πρόσωπο είναι η μητέρα του. Ποιος, όσο σκληρόκαρδος κι αν είναι, δεν συγκινείται στη σκέψη του αποχωρισμού της πιο αγαπημένης υπάρξως, της μητέρας του; Η επέτειος του θανάτου της είναι γι’ αυτόν ημέρα λύπης και πένθους.

Κάτι όμως αντίθετο και παράξενο συµβαίνει με μας όλους τους Χριστιανούς, που τελούμε την επέτειο μνήμης του αποχωρισμού της πνευματικής µας μητέρας, της ενδόξου και αειπαρθένου Μαρίας: Ανατολή και Δύσις πανηγυρίζουν, συνευφραίνονται και ψάλλουν εορταστικούς ύμνους. Ολοι είμεθα χαρούμενοι κι όλοι εορτάζουμε. Δεν είναι η επέτειος αυτή επέτειος πένθους, αλλά χαράς. Δεν είναι µεγάλη Παρασκευή, αλλά Πάσχα, Εορτή, Πανήγυρις.

Και πολύ σωστά. Ετσι πρέπει να είναι, γιατί εμείς σήµερα εορτάζουμε έναν ζωηφόρο θάνατο, μία ένδοξο µετάσταση, μία θριαμβευτική άνοδο στον ουρανό.

  1. Εορτάζουμε έναν ζωηφόρο θάνατο

Η Παναγία, η αληθινή µητέρα του Υιού του Θεού, αποθνήσκει, δηλαδή γίνεται ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, αλλά αποθνήσκει για να εισέλθει στην ουράνια δόξα της Βασιλείας του Θεού.

Ο Υιός της, απόλυτος κύριος και δεσπότης, εξέλεξε τον δρόμο του θανάτου για να οδηγήσει τους πολλούς στη σωτηρία. Η Παναγία, η μητέρα Του, δεν μπορούσε να ακολουθήσει άλλο δρόμο.

Αποθνήσκει για να γίνει υπόδειγμα δικό µας, για να μας διδάξει πως πρέπει να αντικρίσουμε τον θάνατο. Αποθνήσκει για να γίνει δική µας παρηγορήτρια κι έτσι τώρα με παρρησία μπορούμε να την επικαλούμεθα λέγοντας: «Θεοτόκε Παρθένε, δεήσου υπέρ ημών νυν και εν τη ώρα του θανάτου ημών», γιατί γνώρισε και πέρασε κι αυτή απ’ αυτή την ώρα.

Ο θάνατος λοιπόν της Παναγίας δεν είναι ήττα, ταπείνωση, τιμωρία, αλλά νίκη, δόξα, αμοιβή.

Τέσσερα κάνουν τον θάνατο τρομερό: οι πόνοι που τον συνοδεύουν, η απώλεια των προσφιλών προσώπων και αντικειμένων, η ανησυχία για το παρελθόν και ο φόβος για το μέλλον.

Κανένα από αυτά τα τέσσερα δεν τάραξε την Παρθένο Μαρία.

α) Εκείνη υπέφερε πολύ, είναι η βασίλισσα των µαρτύρων, αλλά κανένας πόνος φυσικός ούτε αρρώστια δεν τάραξαν τον ήρεμο θάνατό της.

β) Αυτή δεν είχε την καρδιά της προσκολληµένη στα γήινα, επομένως εγκαταλείπει πρόθυμα τον κόσμο αυτό στον οποίο τίποτε άλλο, εκτός από τις ψυχές, δεν αγάπησε.

γ) Δεν έχει τίποτα να φοβηθεί για την περασμένη ζωή της. Ούτε η παραμικρή αμαρτία δεν βαρύνει τη συνείδησή της, απεναντίας πλήθος μισθών στολίζει την ψυχή της και αναμένει την ανταμοιβή· και

δ) Πηγαίνει στην συνάντηση του θείου Υιού της, του Ουρανίου Πατρός και του Αγίου Πγεύματος, πηγαίνει για να στεφανωθεί με το αιώνιο και αμάραντο στεφάνι της δόξης.

Ο θάνατος λοιπόν της Παναγίας δεν ήταν σκληρός και οδυνηρός, αλλά γλυκύς και ήρεμος. Η Παναγία δεν απέθανε από ασθένεια και με πόνους, αλλά από φλογερή αγάπη, που  έτρεφε για το δοξασµένο παιδί της και Θεό της. Αυτή η αγάπη της έφερε τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα, τον θάνατο. Αυτό δεν είναι θαύμα, αλλά η διακοπή ενός θαύματος. Θαύμα ήταν πώς κατόρθωνε να ζει στη γη χωρίς τον Υιό της. Σωστά λοιπόν ο θάνατός της ήταν ζωηφόρος, έδωσε τη ζωή, σκόρπισε τη χαρά και την αιώνια ανάπαυση.

  1. Τιμούμε την ένδοξο «µετάστασί» της

Τιμούμε το γεγονός ότι παρευθύς μετά τον θάνατο της Παναγίας, η ψυχή της ενώθηκε με το ένδοξο σώμα της για να εισέλθει στον Παράδεισο, Εκείνο δηλαδή που θα γίνει για τους εκλεκτούς στο τέλος του κόσμου, στη γενική κρίση, έγινε παρευθύς μετά τον θάνατο της Παναγίας. Μεγάλο προνόμιο, εξαιρετική τιμή για την Παρθένο.

Το άχραντο σώμα της δεν γνώρισε τη φθορά του τάφου, γιατί η φθορά του τάφου είναι συνέπεια της αμαρτίας και η Παναγία ήταν τέλειο υπόδειγμα σε όλο το διάστηµα της επίγειας ζωής της, ήταν πάντα άσπιλος και αμόλυντος και δεν γνώρισε ούτε τη σκιά της αμαρτίας. «Οπως στη “σύλληψί” της, έμεινε άσπιλος στη γέννηση παρθένος, έτσι και στην κοίμησή της έμεινε άφθορος».

Το σώμα της Παναγίας έμεινε άφθορο, γιατί ήταν σώμα ζωοδόχο, είχε γεννήσει τον Υιό του Θεού, είχε γαλουχήσει τον ενανθρωπήσαντα λόγο. Πώς είναι δυνατό να γνωρίσει τη φθορά του τάφου; Πώς ο Ιησούς Χριστός που είναι Παντοδύναµος Θεός, θα άφηνε τη µητέρα του να γίνει βορά στα σκουλήκια; Πώς ήταν δυνατό να αδιαφορήσει γι’ αυτό το σώμα, επάνω στο οποίο τόσες φορές είχε αναπαυθεί; Κάθε παιδί θέλει παρευθύς να εκδηλώσει την αγάπη για τη μητέρα του κι ο Υιός του Θεού θα περίµενε τη γενική κρίση για να τιµήσει και να δοξάσει το σώμα της Μητέρας Του;

Λογική και σωστή η πίστη µας στο ένδοξο προνόμιο µεταστάσεως της Παναγίας. Αν παραδεχόµεθα ότι ορισμένοι άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης, όπως ο Ενώχ, ο Ηλίας και άλλοι ένδοξοι ανελήφθησαν στους ουρανούς, γιατί να μην παραδεχθούμε κάτι περισσότερο για την Παναγία;

Αν έχουμε σώματα αγίων άθικτα και µυροβόλα, γιατί για το σώμα της Μητέρας του Θεού να μην παραδεχθούμε κάτι περισσότερο;

Εχομε λείψανα του αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, των Αποστόλων και άλλων συγχρόνων της Παναγίας, και από την Παναγία δεν έχουμε τίποτε, ενώ ξέρομε ότι οι πρώτοι Χριστιανοί τιμούσαν με ιδιαίτερο τρόπο τα λείψανα των Αγίων.

Ολα αυτά τα επιχειρήματα επιβεβαιώνουν ό,τι πιστεύουµε και μας πείθουν για την ένδοξη µετάσταση της Παναγίας. Σωστά η Εκκλησία ψάλλει: «Τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησε», «Μετέστης προς ουρανόν».

 Δίκαια προξενεί χαρά και αγαλλίαση σε μας όλους το γεγονός ότι η επουράνιος Μητέρα µας βρίσκεται με την ψυχή και με σώμα ένδοξο στον ουρανό.

  1. Πανηγυρίζουμε τη θριαμβευτική είσοδό της στον ουρανό

Συνοδευόμενη η Πανάχραντος Μητέρα του Υιού του Θεού από τις χορείες των Ασωμάτων Δυνάμεων, από τους Αρχαγγέλους και Αγγέλους, από τα Σεραφείμ και Χερουβείµ, από τις Κυριότητες και τις Δυνάμεις, από τις Εξουσίες και τα άλλα αναρίθμητα τάγματα των Αγγέλων, εισέρχεται θριαμβευτικά με το ένδοξο σώμα και την ψυχή της στη δόξα του Παντοδυνάµου για να απολαύσει το άκτιστο φως της θεότητος και συνδοξασθεί και συμβασιλεύσει με τον Υιό της.

Εκεί ψηλά πρέπει εμείς να αναζητήσουμε την Μητέρα του Θεού και Μητέρα µας, εκεί ψηλά μένει σε υπερκόσμιο φως και απολαμβάνει τη θεία ακτινοβολία, που κανείς δεν μπορεί να περιγράψει.

Εκεί υψηλά που είναι ο Υιός της, γιατί ο Ιδιος εβεβαίωσε «όπου ειμί εγώ εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται» (Ιωάννου ιβ΄, 26). Εκεί υψηλά, όπου βασιλεύει ο Υιός και όπου παρέστη η βασίλισσα πεποικιλµένη και εστολισμένη. Είναι ή δεν είναι μεγάλα τα Προνόμια της Παναγίας; Ζωηφόρος θάνατος, ένδοξη μετάσταση, θριαμβευτική είσοδος. Δικαία η χαρά µας, ορθώς πανηγυρίζουµε.

Αλλά αυτό δεν φθάνει. Η επιθυμία της Μητέρας µας είναι άλλη. Αποβλέπει στο δικό µας συμφέρον. Θέλει να εξετάζουμε λιγότερο τη δόξα της και περισσότερο την αιτία που της δόθηκε τέτοια δόξα. Κι αν εξετάσουμε σήµερα, γιατί η Παναγία έχει τέτοια δόξα; Θα δούμε ότι είναι γιατί ανταποκρίθηκε στην αποστολή της, γιατί έφθασε σε µεγάλο, σε ύψιστο βαθμό τελειότητος. Ο άγιος Παύλος λέγει ότι «Αθλητής ου στεφανούται αν μη νομίμως αθλήση» (Προς Τιμόθεον Β΄, β΄, 5). Κανείς δεν στεφανώνεται αν δεν αγωνισθεί. Κι αυτό εφαρμόσθηκε και για την Παναγία. Δεν είναι τα εξαιρετικά της προνόμια: η παρθενία της, η θεϊκή µητρότητά της και τα άλλα που της δίδουν τη σημερινή δόξα. Αυτό θα ήταν πολύ αποθαρρυντικό για μας, αλλά είναι η ανταπόκρισή της στα θεία δώρα του Θεού. Σήμερα στέφεται η βαθιά της ταπεινοφροσύνη, η ανεξάντλητη υπομονή της, η ευσέβειά της, η καλοσύνη της, κι όλες οι άλλες ζηλευτές αρετές της.