Η ΖΗΛΕΙΑ

                Μικρότεροι και μεγαλύτεροι νιώθουμε συχνά το τσίμπημα της ζήλειας στον νου και την καρδιά μας. Παρότι είναι ξεκάθαρη η εντολή της Παλαιάς Διαθήκης να μην επιθυμήσουμε ό,τι ανήκει στον πλησίον μας, να μην ζηλέψουμε όχι μόνο τα αγαθά του, αλλά και τα χαρίσματά του, όπως επίσης και το ποιος είναι και με ποιους σχετίζεται, εμείς αισθανόμαστε έναν βαθύ πειρασμό στην ψυχή μας, δύο όψεων: την ολιγόστευση της χαράς γι’ αυτό που είμαστε και γι’ αυτό που έχουμε, αλλά και την εκζήτηση εκείνου που δεν είμαστε και που δεν μας ανήκει, κάποτε με τρόπο που διαγράφει την ελευθερία του άλλου και το κριτήριο της αγάπης.
                Τα μεγαλύτερα αδέρφια που ζηλεύουν τα μικρότερα, ο φθόνος για τον άριστο στην σχολική τάξη και στο πανεπιστημιακό αμφιθέατρο, η κατάκριση στην εργασία για εκείνον που είναι ικανός και προοδεύει και η μείωση της επιτυχίας του, ο φόβος μήπως χάσουμε αυτόν ή αυτήν που σχετιζόμαστε μαζί διότι θα μας εγκαταλείψει για ένα τρίτο πρόσωπο, είναι όψεις του πάθους της ζήλειας. Κυριαρχούν συγκρούσεις, υπονομεύσεις, κακίες και εμπάθειες, ένας λογισμός ανταγωνισμού και συνεχής ένταση του εαυτού μας που αισθάνεται ανασφαλής και απειλούμενος, επειδή δεν είναι και δεν έχει.
                Η εποχή μας στηρίζει την δόξα του καταναλωτικού πολιτισμού στην ζήλεια που γεννά επιθυμία μετοχής στα υλικά αγαθά. Η διαφήμιση γεννά την ανάγκη να μην μου λείψει το προβαλλόμενο προϊόν. Αν ζηλεύω κιόλας αυτόν που το έχει, επειδή ταυτίζω το προϊόν με την ευτυχία, αν θεωρώ ότι κατέχοντάς το είμαι κι εγώ άνθρωπος του καιρού, τότε θα κάνω τα πάντα για να το αποκτήσω, για να μη υστερώ. Ταυτίζω, συνειδητά ή ασυνείδητα,  το ποιος είμαι με το τι έχω κι έτσι ο καταναλωτισμός θριαμβεύει!
                Και στις ανθρώπινες σχέσεις όμως η ζήλεια γεννιέται μέσα από τη ταύτιση του έχειν με το είναι. Ο άλλος θέλω να μου ανήκει αποκλειστικά, γιατί θεωρώ ότι το δικαιούμαι. Όταν διαπιστώνω ότι είναι ελεύθερος, ότι έχει προσωπικότητα, ότι είναι διαφορετικός, ότι με αγαπά με τον δικό του τρόπο, εξεγείρομαι μέσα μου, αισθάνομαι ότι μειώνομαι, ότι με αμφισβητεί, ότι δεν είναι δικός μου, με αποτέλεσμα η ζήλεια να γίνεται αυτοκαταστροφική κατάσταση και διαλυτική της ενότητας της σχέσης.   
                Είναι σοφός ο βιβλικός λόγος να μην επιθυμούμε ό,τι έχει ή ό,τι είναι ο πλησίον μας. Στην πίστη βρίσκεται η ολοκληρωμένη απάντηση στο πάθος της ζήλειας. Όποιος εμπιστεύεται τον Χριστό κατανοεί πως έχει μοναδική και αναφαίρετη αξία ο ίδιος, καθώς ο Χριστός ενανθρώπισε γι’ αυτόν! Μαθαίνει να σέβεται την ελευθερία και την διαφορετικότητα του άλλου και να θέλει εκείνος να έχει προσωπικότητα για να συμπληρώνει ο ένας τον άλλο στις σχέσεις. Αντί να ζηλεύει θαυμάζει και αντί να φθονεί εμπνέεται από το χάρισμα και το παράδειγμα του άλλου! Κυρίως όμως αγαπά και χαίρεται για την πρόοδο του αδελφού του, η οποία αντανακλά και στον ίδιο. Το ίδιο και σε ό,τι αφορά στα υλικά αγαθά. Όποιος πιστεύει αρκείται στα όσα του έχει δώσει ο Θεός και Τον δοξάζει! Παλεύει για το καλύτερο, αλλά δεν υπονομεύει τον άλλο, ούτε θεωρεί απαραίτητο για την ευτυχία του να κατέχει κάθε αγαθό του καταναλωτισμού. 
                Αυτή την παιδεία χρειαζόμαστε μέσω της Εκκλησίας και της οικογένειας!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός