“Η γιαγιά βρίσκεται στον ουρανό, κοντά στον Χριστό και Τον παρακαλεί για σένα, γιατί σ’ αγαπάει πολύ”, της είπαν πριν από μερικές βδομάδες. Κι η Νίνα από τότε κάθε πρωί τη χαιρετάει: “Καλημέρα, γιαγιά”…..
Κάποια πρωινά, στο δεύτερο διάλειμμα, ακούσαμε κι οι δυο τη μικρή Νίνα. Εσύ ακουμπισμένος στα κάγκελα της αυλόπορτας, ρίχνοντας τελευταίες ματιές στο βιβλίο σου, κι εγώ καθώς ερχόμουν για την τρίτη ώρα στο σχολείο.
Εντυπωσιάστηκα, και….όταν ο παππούς της μου εξήγησε, θαύμασα τη μικρή Νίνα για τη μεγάλη αλήθεια που με μεγάλη σιγουριά κατείχε. Άκουσα και θαύμασα κι αναρωτήθηκα: Πώς θα απαντήσω και στη δική σου μεγάλη απορία για τον θάνατο;
Τι και πώς μπορούμε να γνωρίζουμε για την άγνωστη χώρα του θανάτου;
“Χώρα ζώντων” και όχι νεκρών την έχουν ονομάσει. Γιατί ο άνθρωπος μετά τον θάνατό του εξακολουθεί να ζει, αφού ζει η ψυχή του.
Πού ζει, σε ποιον τόπο;
Η ψυχή, αφού χωριστεί από το σώμα, δεν έχει σχέση με την ύλη, γι’ αυτό και δεν βρίσκεται σε κάποιον αλλιώτικο υλικό τόπο ούτε περιπλανάται στα γνωστά της μέρη εδώ στη γη.
Υπάρχει όμως, έχοντας αυτοσυνειδησία και συνάμα συνείδηση της ύπαρξης του Θεού.Ζει την παρουσία Του κι αντιλαμβάνεται την αγάπη Του με τρόπο ανάλογο της σχέσης που έχει ήδη διαμορφώσει μαζί Του.
Αν δηλαδή στη γη επέλεγε να ζει μακριά από τον Θεό, η συνειδητοποίηση της ύπαρξής Του τώρα την ταράζει, τη θλίβει, και η πρόγευση των αιωνίων βασάνων που την περιμένουν, την πικραίνει. Αν αγαπούσε τον Θεό κι ήθελε να’ ναι κοντά Του, τώρα αναπαύεται. Αγάλλεται κι ευφραίνεται, καθώς δροσίζεται με τις πρώτες σταγόνες της παραδείσιας χαράς που θα απολαμβάνει αιώνια μετά τη Μέλλουσα Κρίση.
Ακόμη όσοι ζουν μέσα στο φως της αγάπης του Θεού, νιώθουν ν’ αγαπούν πιο πολύ τους ανθρώπους τους που άφησαν στη γη. Το Άγιο Πνεύμα τους φανερώνει τις χαρές και τις λύπες τους, κι εκείνοι προσεύχονται πιο θερμά για κάθε τους πρόβλημα. Παρακαλούν τον Θεό για τους δικούς τους και.. τους περιμένουν “στο σπίτι του Πατέρα”.
Δε χάσαμε λοιπόν τη γιαγιά… τον παππού… όπως συχνά ακούμε. “Κοιμήθηκαν”, μας λέει η Ορθόδοξη Παράδοσή μας, κι ας παραξενεύονται κάποιοι που δεν μας καταλαβαίνουν. Τα σώματα των κεκοιμημένων ανθρώπων μας αναπαύονται στα κοιμητήρια, κι η ψυχή τους ζει με την προσμονή της “κοινής ανάστασης”.
Πώς το γνωρίζουμε, αφού κανείς ποτέ δεν ήρθε για να μας το πει;
Η διδασκαλία του Χριστού-κι η ερμηνεία της από τους Πατέρες της Εκκλησίας- μας εφοδίασε με τις απαραίτητες γνώσεις για το άγνωστο ταξίδι στην αιωνιότητα, κι η Ανάστασή Του έγινε η άγκυρα της ελπίδας στη δική μας ανάσταση.
Πόσες φορές το έχουμε ακούσει και το έχουμε πει; “Χριστός ἀνέστη… θανάτῳ θάνατον πατήσας….”. Πόσες φορές το έχουμε σκεφθεί; Ο Χριστός αναστήθηκε, αφού πάτησε με τον θάνατό Του τον θάνατο. Ο αναμάρτητος Θεάνθρωπος στην επίγεια ζωή Του νίκησε την αμαρτία και μαζί την αιτία της, τον διάβολο και το αποτέλεσμά της, τον θάνατο.
Ο βασανιστικός δυνάστης, στον οποίο μόνοι μας κάποτε δουλωθήκαμε, είναι πια ηττημένος. Τον αποδυνάμωσε ο Κύριος, καθώς παραδόθηκε θεληματικά στα σκληρά του χέρια. “Χριστός ἀνέστη…καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος”. Αναστήθηκε ο Χριστός χαρίζοντας ζωή σ’ όσους βρίσκονται στα μνήματα. “Ο θάνατός Του, ζωή μας”.
“Χριστός ἀνέστη….” κι είμαστε βέβαιοι πως δεν μας περιμένει το τέλος, “η αξημέρωτη νύχτα” της ύπαρξής μας. Μα περιμένει η αρχή μιας άλλης ζωής, αιώνιας. Θεοδίδακτη λοιπόν η μικρή Νίνα, που κάθε πρωί στέλνει στη γιαγιά την καλημέρα της, αφού είναι σίγουρη πως η γιαγιά ζει το γλυκοχάραμα της “πιο καλής ημέρας”, της “αβράδιαστης μέρας” της Βασιλείας του Θεού!…
(Μαρία Δ. Παναγοπούλου, 8:15 π.μ. μαθήματα εκτός ύλης, Η ανατολή της “πιο καλής ημέρας”, Εκδόσεις Σωτήρ, Αθήνα 2016)