Όπως ο Χριστός δεν είναι δυνατόν να αποτελέσει άλλοθι για να κυριαρχεί το ψέµα στον κόσµο, έτσι δεν είναι δυνατόν να επικρατήσει η αλήθεια στον κόσµο µέ την εξάλειψη του Χριστού.
Στόχος µας δεν είναι να γραφεί ένα πολιτικό άρθρο. Αφορµή για να γραφούν οι γραµµές που ακολουθούν στάθηκαν δύο φωτογραφίες που βρέθηκαν στο διαδίκτυο σε σχετική αναζήτηση για τον εµφύλιο πόλεµο της Ισπανίας κατά την διάρκεια της περιόδου 1936-1939. Στην µία φωτογραφία αναρχικοί κατά την διάρκεια του εµφυλίου πολέµου στην Ισπανία…πυροβολούν κατά του αγάλµατος του Χριστού. Στην άλλη κάποιος Ρωµαιοκαθολικός Επίσκοπος υποδέχεται τον νικητή του εµφυλίου πολέµου στρατηγό Φράνκο µέ τον …γνωστό χαιρετισµό. Το πρώτο φωτογραφικό στιγµιότυπο, αποτυπώνει µάλλον το αντιχριστιανικό µένος των αντιεξουσιαστών της Ισπανίας. Πίστευαν ότι τελειώνουν µέ τον παλαιό κόσµο, στήνοντας προς εκτέλεση …το άγαλµα του Χριστού. Μπορεί να πυρπολούνταν από την δίψα τους για δικαιοσύνη και ισότητα, αλλά ΟΛΑ αποτελούσαν ΧΙΜΑΙΡΑ. Όταν δεν µπορείς να εµβαθύνεις µεταξύ του Χριστού από την µιά, και των ανθρώπων που “καρπούνται” θεσµικά το γεγονός ότι µιλάνε για τον Χριστό, τότε καταντάς να στρέφεσαι µόνον κατά του Χριστού. Στην άλλη φωτογραφία κάποιος Ρωµαιοκαθολικός Επίσκοπος υποδέχεται τον νικητή του εµφυλίου πολέµου στρατηγό Φράνκο µέ τον …γνωστό χαιρετισµό. Είναι η άλλη όψη µιάς στάσεως ζωής που ταυτίζει την πνευµατικότητα µέ ο,τι κρατεί και κυριαρχεί εν τω κόσµω. Και οι δύο «ακραίοι» αυτοί κόσµοι που συγκρούονται είναι παράγωγο του δυτικού τρόπου θέασης της Ιστορίας αλλά και της δυτικής πνευµατικότητος. Θεωρούν οι µέν την πνευµατική τους δικαιοδοσία, την έκφραση της θεσµικής διοίκησης, ως απόλυτη εξουσία, ως αποκλειστική αντιπροσώπευση επί γης του Θεού. Οι δε αντεξουσιαστές θεωρώντας τον εαυτό τους αποκλειστική πηγή εκπόρευσης κάθε δικαίου, απολυτοποιούν την πρακτική τους. Και οι δύο «αντίπαλοι» αυτοί κόσµοι είναι ώριµα η µάλλον γερασµένα τέκνα µιάς αντιπαράθεσης µέ αντιπνευµατικά πρόσηµα, και ψευδεπίγραφα προτάγµατα. Οι µέν «εκπροσωπούν» τον Θεό, οι δε δικαιοδοτούν χωρίς Θεό και ενάντια στον Θεό. Οι µέν οικειώνονται τα του Θεού µακράν του Θεού, οι δε αποκόπτονται από κάθε τι του Θεού, γινόµενοι οι ίδιοι –ως απόλυτοι δικαιοκρίτες– «Θεοί». Οι µέν δικαιολογούν εν ονόµατι του Θεού κάθε αδικία, οι δε αποκαθιστούν τη «δικαιοσύνη» αποκοµµένοι από την ίδια την Πηγή της Δικαιοσύνης δηλαδή τον Θεό. Οι µέν δια της αυτοθεώρησής τους θέλουν τα του Θεού µά όχι τον Θεό, οι δε δια της πρακτικής τους αποβάλλουν από τη ζωή τους κάθε τι του Θεού µετασχηµατίζοντας τον εαυτό τους σε αυτείδωλο δηλαδή σε ψευδοθεό. Οι µέν Ρωµαιοκαθολικοί µέ άλλοθι τον Χριστό ταυτίζονται µέ αυτόν τούτον τον κόσµο, οι δε αντεξουσιαστές µέ άλλοθι την δίψα τους για δικαιοσύνη στον κόσµο «φονεύουν» τον Χριστό. Οι µέν µέ πρόσχηµα τον Χριστό γίνονται κόσµος, οι δε µέ πρόσχηµα την δίψα τους για απόλυτη δικαιοσύνη γίνονται απόκοσµος χωρίς Θεό. Και η ευθύνη είναι µεγάλη. Ο πειρασµός πλεονάζει και επιβάλλει το δείγµα της γραφής του. Γίνεται δήγµα µοµφής. Ο,τι απέδρασε από την αυθεντική βίωση του Χριστού, επέστρεψε ως τυραννικός εφιάλτης µέ πλήρη απουσία Χριστού. Και µεταξύ των δύο αυτών οδυνών παλινδροµεί βασανιστικά και τυραννικά η ανθρωπότητα. Σαν ένα εφιαλτικό εκκρεµές, που αυτοκινείται από τις ίδιες τις αυθαίρετες επιλογές του. Η µιά στάση «ζωής» τροφοδοτεί την αντίπαλή της στάση «ζωής».
_
Και ο Χριστός ήδη είναι απών και από τους δύο. Γιατί ο Ίδιος είναι η Αυτοευγένεια, η πηγή της όντως ευγένειας. Δεν περιορίζεται σε θεσµικές εκφράσεις. Δεν επιβάλλεται στανικώς δια των αυτόκλητων «εκπροσώπων» του. Δεν δικαιώνει αυτόν τον κόσµο. Από την άλλη όµως δεν µπορεί να σταθεί χωρίς τον Χριστό καµιά δικαιοκρισία, γιατί καταλήγει ως αδικοπραξία.
Είναι ευτύχηµα το ότι στην πατρίδα µας δεν έχει παρουσιαστεί αυτή η αντιπαλότητα ούτε µέ την µορφή αλλά ούτε και µέ την ένταση αυτή. Μπορεί να πει κανείς µέ σιγουριά ότι πρέπει να θεωρούµε τον εαυτό µας ευλογηµένο που έχουµε γεννηθεί και ανατραφεί ως Ορθόδοξοι στην πατρίδα αυτή. Μπορεί να µήν στέκουµε άξια έναντι της ευλογίας αυτής και σίγουρα δεν στέκουµε. Ωστόσο στην καθ’ ηµάς Ανατολή πάντοτε παρουσιάσθηκαν και παρουσιάζονται οι άνθρωποι που ζουν τον Χριστό και εντός των οποίων ζει ο Χριστός. Και µόνον µέσω αυτών είναι δυνατόν να γνωρίσοµε τον Χριστό. Και είναι η παραµυθία µας, αλλά και η ελπίδα και χαρά µας. Η αλήθεια του καθενός µας µόνον όταν «ζυγίζεται» και σταθµίζεται µέ τον Χριστό αποκτά µορφή, νόηµα και ουσία ύπαρξης. Εξ αυτού συµπεραίνεται ότι η αλήθεια είναι απλή, αλλά όχι απλοϊκή. Δεν ταυτίζεται µέ το προφανές και µέ ο,τι είναι προσχηµατικά προβεβληµένο και εµφανές. Η αλήθεια είναι πρόσωπο. Γιατί αλήθεια είναι ο ίδιος ο Χριστός που αναστήθηκε.
Βασίλης Π. Μακρής Μεταλλειολόγος
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Τεύχος 141