Γράφει ὁ Δημήτριος Νατσιός, Δάσκαλος
Ὁμιλία ποὺ ἐκφωνήθηκε τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 2009 στὸ Κιλκὶς
Ὁ μεγάλος μας ποιητὴς Κωνσταντῖνος Καβάφης στὸ περίφημο
ποίημά του «Ἰθάκη» σημείωνε τοῦτα τὰ σπουδαῖα:
«Πάντα στὸ νοῦ σου νὰ ‘χεις τὴν Ἰθάκη
τὸ φθάσιμο ἐκεῖ εἶν’ ὁ προορισμός σου.
Ἀλλὰ μὴ βιάζεις τὸ ταξίδι διόλου
καλύτερα χρόνια πολλὰ νὰ διαρκέσει·
Καὶ γέρος πιὰ ν’ ἀράξεις στὸ νησί,
Ἕνα ταξίδι ὡραῖο εἶναι ὁ γονικὸς ρόλος. Ἕνα ταξίδι, πάνω σὲ μία σχεδία, ποὺ περιπλανᾶται ἐδῶ κι ἐκεῖ, ποὺ συναντᾶ τοὺς Λαιστρυγόνες, τοὺς Κύκλωπες καὶ τὸν ἄγριο Ποσειδώνα, ἀναλαμβάνουν οἱ γονεῖς. Ὁ πηγαιμὸς εἶναι τὸ μεγάλωμα τῶν παιδιῶν, στὸν πηγαιμὸ αὐτὸν…
ἀποκτᾶς πείρα καὶ σοφία, φτάνεις γέρος πιὰ στὴν Ἰθάκη. Εἶναι τὸ ταξίδι αὐτὸ γεμάτο χαρές, προκλήσεις, θύελλες, λύπες, ὅλα ὅμως τὰ λησμονεῖ ὁ γονέας, ὅταν φτάσει στὴν Ἰθάκη του. Ὅταν ἀντικρίσει τὰ παιδιά του, ν’ ἀνοίγουν τὰ δικά τους φτερά, νὰ ἑτοιμάζονται γιὰ τὸν δικό τους γοητευτικὸ πηγαιμό.
Οἱ περισσότεροι γονεῖς σκεφτόμαστε πῶς θὰ κάνουμε αὐτὸ τὸ συναρπαστικὸ καὶ συνάμα δύσκολο ταξίδι μὲ ἐπιτυχία, ἀνατρέφοντας σωστὰ τὰ παιδιά μας.
Οἱ περισσότεροι αἰσθανόμαστε ὅτι δὲν εἴμαστε καλοὶ πλοηγοὶ καὶ κυβερνῆτες, αἰσθανόμαστε ἐνοχές, δὲν ἀνατρέφουμε ὀρθὰ τὰ παιδιά μας. Ἀναζητοῦμε κανόνες, μαγικὲς συνταγές, συμβουλές. Δὲν ὑπάρχουν δυστυχῶς. Γιατί; Γιατί κάθε παιδὶ εἶναι διαφορετικό. Ὑπάρχει ὁ δικός του δρόμος, ὁ δικός του τρόπος, ἡ δική του στιγμή, ὁ δικός του χαρακτήρας. Ὅπως δὲν ὑπάρχουν δύο ἴδια δακτυλικὰ ἀποτυπώματα, ἔτσι δὲν ὑπάρχουν δύο ἴδια παιδιά.
Τί ἀπομένει λοιπὸν στὸν γονέα; Τί μπορεῖ νὰ κάνει; Εἶναι ἄοπλος, ἕρμαιο τῆς τύχης του. Ὄχι. Ἔχει στὰ χέρια του δύο ἰσχυρὰ ὄπλα. Τὸ πρῶτο εἶναι ἡ ἀγάπη. Αὐτὸ τὸ μυστήριο, ἡ μοναδική, ἡ ἀσύγκριτη ἀγάπη. «Ὅπερ φύσις οὐ δύναται, ἡ ἀγάπη δύναται». Αὐτὸ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ πετύχει ἡ φύση, ὁ ἄνθρωπος, δηλαδή, μὲ τὶς φυσικές του δυνάμεις, τὸ κατορθώνει ἡ ἀγάπη, σημειώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
Τὸ δεύτερο εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή μας, τὸ παράδειγμά μας. Αὐτὴ διδάσκει, ἡ ζωή μας, καὶ ὄχι τὰ λόγια, τὰ «πρέπει». Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ μπαίνει τὸ πρέπει, τὸ παιδὶ γίνεται ἀρνητικό. Νὰ πιάσω τὸ πρέπει ἀπὸ τὸ «ι» καὶ νὰ τὸ γδάρω μέχρι τὸ «π», ἔλεγε ὁ ποιητής μας, ὁ Ἐλύτης.
«Οὐ γὰρ ὁ λόγος τοσούτον, ὅσον ὁ βίος στὴν ἀρετὴ ἄγει». Δὲν ὁδηγοῦν τὰ λόγια, ἡ ἴδια ἡ ζωὴ στὴν ἀρετή, θὰ σημειώσει καὶ ὁ ἀρχαῖος φιλόσοφος Πλούταρχος.
Ὑπάρχει ὅμως κι ἕνα τρίτο ὅπλο ποὺ ἔχει στὰ χέρια του ὁ Ἕλληνας γονέας. Εἶναι ἡ παράδοσή μας. Τὸ χρυσοφόρο αὐτὸ κοίτασμα ποὺ ἔπλασαν τόσες γενεὲς προγόνων, ἀπὸ τὸ ὁποῖο μποροῦμε νὰ ἀντλοῦμε καὶ νὰ ξεδιψοῦμε. Νὰ δανειζόμαστε τιμαλφεῖς ἀξίες καὶ ἀξιοθαύμαστα πρότυπα καὶ νὰ διδασκόμαστε. Τὸ εἶχε πεῖ μὲ τὸ δικό του ἄφθαστο τρόπο ὁ Παλαμᾶς.
«Δὲν θέλω ‘γῶ καινούργια ἢ ξένα δῶρα
παλιὰ δικά μου πλούτη σου ζητῶ».
Θὰ ταξιδέψω λοιπόν, σήμερα μαζί σας, πίσω στὸ χρόνο. Θὰ σκάψω στὴν παράδοσή μας. Θὰ ἀποκαλύψω, κατὰ τὸν δυνατόν, τὸν χρυσὸ τῶν προγόνων μας, ποὺ καλύφθηκε ἀπὸ τὴν κρούστα τῆς λήθης καὶ μπαζώθηκε ἀπὸ τὶς τσιρίδες τῶν φραγκογραικύλων τῆς σήμερον. Θὰ ξεκινήσω ἀπὸ τὸν παππού μας, τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, θὰ ἀνηφορίσω στὶς ἀτραποὺς τῆς ἱστορίας καὶ θὰ συναντήσω τὸν πατέρα μας, τὸ Βυζάντιο, τὴν ἀειθαλῆ Ρωμανία – πάντα ἀνθεῖ καὶ μᾶς φέρνει κι ἄλλα τζιβαϊρικά. Θὰ καταλήξω στὴν νεότερη, στὴν σύγχρονη ἐποχή, σὲ μᾶς τοὺς γιούς, τὰ ἐγγόνια, ποὺ ἀλλοιωθήκαμε ἀπὸ τὸν θαυμαστό, καινούργιο κόσμο μας. Στὸ τέλος θὰ προσπαθήσω νὰ συνταιριάσω τὴν παράδοση καὶ τὸ σύγχρονο. Νὰ διαπιστώσουμε τί εἴχαμε, τί χάσαμε καὶ τί μᾶς πρέπει. « Ἄρξομαι δὲ ἀπὸ τῶν προγόνων πρῶτον»….
Σὲ κάθε σπίτι, σὲ κάθε σχολὴ στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ὑπῆρχε ὁ Ὅμηρος. «Τὴν Ἑλλάδα ὅλην πεπαίδευκεν οὗτος ὁ ἀνὴρ» θὰ πεῖ ὁ Πλάτων. Οἱ γονεῖς ἀναθρέφουν τὰ παιδιά τους γιὰ νὰ γίνουν καλοὶ καγαθοὶ πολίτες. Σκοπὸς τους ν’ ἀποκτήσουν τὰ παιδιὰ τὴν ἀρετή, λέξη ποὺ δὲν ἐξηγεῖται, ἀλλὰ βιώνεται. «Οὐκ ἔστιν ἀρετῆς νόημα τιμιώτερον». Δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ πολύτιμο ἀπὸ τὴν ἀρετή. Ὅ,τι κι ἂν γίνουν τὰ παιδιὰ πρέπει νὰ τὰ διακρίνει ἡ ἀρετή, γιατί «πάσα ἐπιστήμη (τέχνη) χωριζομένη ἀρετῆς πανουργία τὶς καὶ οὐ σοφία φαίνεται», λέει ὁ Πλάτων στὸ πασίγνωστο ρητό του. Ἀρετὴ μᾶλλον ἐννοοῦσαν οἱ ἀρχαῖοι τὴν ὑστεροφημία. Τὸ νὰ φεύγει κάποιος ἀπ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ ν’ ἀφήνει πίσω του μία λαμπρὴ ἀνάμνηση. «Ἡ δὲ ἀρετὴ καὶ θανῶσι λάμπει». Ἡ ἀρετὴ λάμπει ἀκόμη καὶ μετὰ τὸ θάνατο τῶν ἐνάρετων ἀνθρώπων. Πῶς ὅμως παίδευαν οἱ γονεῖς ἐνάρετους ἀνθρώπους; Στὸ ἔργο του «περὶ παίδων ἀγωγῆς» ὁ Πλούταρχος ἀνθολογεῖ, γύρω στὸ 50 μ.Χ., ὅλα τὴν προηγούμενη σοφία. Ἀντιγράφω λίγα θαυμάσια σπαράγματα: «Οἱ γονεῖς», γράφει, «νὰ μὴν παινεύουν ὑπερβολικὰ καὶ φουσκώνουν τὰ παιδιὰ μὲ ἐγκώμια, γιατί μὲ τὶς ὑπερβολὲς τῶν ἐπαίνων γίνονται ματαιόδοξα καὶ κακομαθημένα».
«Νὰ ὁδηγοῦμε», συνεχίζει, «τὰ παιδιὰ πρὸς τὶς σωστὲς ἐνασχολήσεις μὲ συμβουλὲς καὶ λόγους καὶ ὄχι μὲ ξυλοδαρμοὺς καὶ κακοποίηση. Ἀκόμη νὰ μὴν τὰ ὑποβάλλουμε σὲ ὑπέρμετρους κόπους» – σήμερα θὰ λέγαμε φροντιστήρια, ὠδεῖα, γυμναστήρια –«ὅπου ἀπαυδοῦν καὶ διακόπτουν ἢ δὲν δέχονται τὴ μάθηση μὲ ἀνταπόκριση. Ὅπως δηλαδὴ τὰ φυτὰ τρέφονται μὲ λιγοστὸ νερό, ἀλλὰ μὲ πολὺ πνίγονται κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ἡ παιδικὴ ψυχὴ ἀπὸ τοὺς ὑπερβολικοὺς κόπους καταποντίζεται». Σημειώνει παρακάτω ὁ παπποὺς Πλούταρχος κάτι πολὺ σημαντικό, ἀπευθυνόμενος στοὺς πατέρες. «Νὰ παρακολουθοῦν τὴν πορεία μάθησης τῶν παιδιῶν τους, νὰ πληροφοροῦνται οἱ ἴδιοι, τὴν ἐξέλιξη τῶν παιδιῶν τους ἀπὸ τὸν δάσκαλο». Σήμερα οἱ πατέρες εἶναι ἀπόντες ἀπὸ τὸ σχολεῖο. Εἶναι ὅμως πλάνη γιὰ τὸν ἄντρα νὰ πιστεύει ὅτι μπορεῖ, χωρὶς συνέπειες, νὰ διοχετεύει ὅλη του τὴν ἐνέργεια στὴν δουλειά του, ὅπως εἶναι πλάνη γιὰ τὴ γυναίκα νὰ πιστεύει ὅτι μπορεῖ νὰ μεγαλώσει μόνη της τὰ παιδιά της. Στὸ τέλος καταλήγουν καὶ οἱ δύο μὲ ἄδεια χέρια. Ἰδιαίτερη σημασία δίνει ὁ Πλούταρχος στὸ ψέμα. «Νὰ συνηθίζουμε», τονίζει, «τὰ παιδιά μας νὰ λένε τὴν ἀλήθεια. Τὸ ψέμα εἶναι δουλοπρέπεια καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τὸ ἀπεχθάνονται». Ὅταν τὰ παιδιὰ βρίσκονται στὴν ἐφηβικὴ ἡλικία οἱ ἐχέφρονες γονεῖς, πρέπει «νὰ προσέχουν, νὰ ἐπαγρυπνοῦν καὶ νὰ συνετίζουν τοὺς νεαροὺς διδάσκοντας, ἀπειλώντας καὶ παρακαλώντας τους, παρουσιάζοντας παραδείγματα ἀνθρώπων ποὺ ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης τους γιὰ τὶς ἀπολαύσεις ἔπεσαν σὲ συμφορές. Νὰ ἐμποδίζουν τὰ παιδιὰ ἀπὸ τοῦ νὰ συναναστρέφονται φαύλους ἀνθρώπους, γιατί παίρνουν μέρος τήν κακίας τους». Ὁ λαὸς σήμερα λέει «πές μου τὸν φίλο σου νὰ σοὺ πὼς ποιὸς εἶσαι». Πολλοὶ νέοι παρασύρθηκαν ἐξαιτίας τῆς κακῆς παρέας, ὅπως συνηθίζουμε νὰ λέμε. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ὁ γονέας ἐπεμβαίνει δραστικά, χωρὶς τύψεις καὶ ἐνδοιασμούς, πρὶν νὰ εἶναι πολὺ ἀργά. Ὁ γονέας νὰ εἶναι ὑπομονετικός, συνιστᾶ ὁ Πλούταρχος. Νὰ μὴν ἐλέγχει καὶ παρατηρεῖ τὸ παραμικρό. «Ὑπομένουμε», γράφει, «τὰ παραπτώματα τῶν φίλων μας τί τὸ παράδοξο, ἂν ὑπομείνουμε καὶ τῶν παιδιῶν μας;». Τελειώνει ὁ Πλούταρχος τὴν πραγματεία του μὲ κάτι ποὺ θεωρεῖ τὴν κορωνίδα τῆς σωστῆς ἀγωγῆς εἶναι τὸ δεύτερο, μετὰ τὴν ἀγάπη, ὅπως προεῖπα, ὅπλο τοῦ γονέα. «Περισσότερο ἀπ’ ὁτιδήποτε ὀφείλουν οἱ γονεῖς νὰ μὴν πέφτουν σὲ σοβαρὰ σφάλματα, ἀλλὰ νὰ κάνουν ὅλα ὅσα πρέπει, προσφέροντας τοὺς ἑαυτοὺς τους παράδειγμα στὰ παιδιά τους, ὥστε ν’ ἀποτρέπονται ἀπὸ ἄσχημα λόγια καὶ ἔργα». «Παράδειγμα τοῖς τέκνοις παρέχειν», αὐτὴ εἶναι ἡ βασιλικὴ ὁδὸς γιὰ μία σωστὴ ἀνατροφή. Αὐτὸ προβάλλει ἡ ἀρχαία παράδοσή μας. Πολλοὶ παραστρατημένοι νέοι εἶναι συνήθως ἄνθρωποι ποὺ πρῶτα ἀπογοητεύτηκαν ἀπὸ τοὺς γονεῖς τους καὶ ὕστερα ἀπὸ τὴν κοινωνία. Ἀφήνουμε τὸν παππού μας, τὸν πολιὸ ἀρχαῖο Ἕλληνα καὶ ἀκοῦμε τὸν πατέρα μας, τὸν Ρωμιό, τὸν πονεμένο…
Στὸ Βυζάντιο ἡ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν κατέχει κυρίαρχο ρόλο. Στόχος πλέον δὲν εἶναι μόνον ὁ καλὸς καγαθὸς πολίτης, ἀλλὰ ὁ πολίτης τοῦ οὐρανοῦ, ὁ οὐρανοπολίτης, ὁ ἅγιος. Ἡ ἀνατροφὴ εἶναι ἡ ὑψηλοτέρα τέχνη. «Τῷ ὄντι γὰρ αὔτη μοὶ φαίνεται τέχνη τὶς εἶναι τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν, ἄνθρωπον ἄγειν, τὸ πολυτροπώτατον καὶ ποικιλώτατον ὄν», λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας κατανοώντας τὶς δυσκολίες ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν γράφουν πλῆθος συγγραμμάτων, ὅπου παιδαγωγοῦν, συμβουλεύουν, νουθετοῦν γονεῖς καὶ παιδιά. Ἡ δροσιὰ καὶ ἡ ἐπικαιρότητα τῶν παρατηρήσεών τους εἶναι ἐκπληκτική. Θὰ περιοριστοῦμε ἐδῶ σὲ λίγα χρυσὰ ρήματα τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσόστομου, τοῦ «θεμέλιου λίθου τοῦ καινοῦ Ἑλληνισμοῦ» κατὰ τὸν ἱστορικό τοῦ 19ου αἰώνα Σπ. Ζαμπέλιο. Στὸ ἔργο του «πῶς πρέπει οἱ γονεῖς ν’ ἀναθρέφουν τὰ παιδιὰ τους» γράφει τὰ ἑξῆς θαυμάσια. Ξεκινᾶ μὲ μία μεγάλη ἀλήθεια: «Δὲν κάνει τὸν ἄνθρωπο γονέα – πατέρα ἢ μητέρα – τὸ γεγονὸς καὶ μόνο ὅτι συνετέλεσε νὰ γεννηθεῖ παιδί, ἀλλὰ νὰ τὸ διαπαιδαγωγήσει σωστά». Τὰ παιδιὰ δὲν εἶναι κτῆμα μας νὰ τὰ κάνουμε ὅ,τι θέλουμε ἢ νὰ βγάζουμε τὶς δικές μας ἀπωθημένες ἐπιδιώξεις. Τὸ μόνο ποὺ μᾶς ἀνήκει εἶναι ἡ διαπαιδαγώγησή τους. Ἡ διαπαιδαγώγηση εἶναι ὅμως δύσκολο πράγμα. Οἱ γονεῖς ἀγχώνονται. Θέλουν νὰ εἶναι τέλειοι. Τέτοιοι δὲν ὑπάρχουν. Πολλὲς φορὲς ὁ γονέας (ἢ ὁ δάσκαλος) πέφτει σὲ σφάλματα ἢ κάνει λάθη ἀπέναντι στὰ παιδιά. Ζητᾶμε συγγνώμη. Ἡ συγγνώμη ἀπὸ τὰ παιδιὰ τὰ διδάσκει τρία πολύτιμα μαθήματα.
Πρῶτον. Ἡ ὁμολογία τοῦ γονέα ὅτι ἔκανε λάθος δίνει στὸ παιδὶ τὴν δυνατότητα νὰ διαπιστώσει ὅτι κανεὶς δὲν εἶναι ἀλάθητος. (Πλὴν τοῦ πάπα τῆς Ρώμης. Παναίρεση ἀλάνθαστη ὄντως).
Δεύτερον. Ὅταν οἱ γονεῖς ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ ζητήσουν συγνώμη ἀπὸ τὰ παιδιά τους, τότε ἐκεῖνα ἀρχίζουν νὰ μαθαίνουν ὅτι ἡ συγγνώμη εἶναι τὸ ὑφάδι τῆς ζωῆς ποὺ συνέχει τοὺς ἀνθρώπους. Μαθαίνουν ὅτι ἕνα λάθος δὲν εἶναι τὸ τέλος μίας σχέσης καὶ ὅτι μπορεῖ νὰ ξεπεραστεῖ καὶ νὰ ἀπαλειφθεῖ μὲ τὴν συγγνώμη καὶ τὴν συμφιλίωση.
Τρίτον. Ἡ συγγνώμη τῶν γονέων ἐνισχύει τὴν δυνατότητα τῶν παιδιῶν νὰ διακρίνουν τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό.
Στηλιτεύει παρακάτω ὁ ἅγιος τὴν ἀδικαιολόγητη ἀνοχὴ τῶν γονέων στὰ παραπτώματα τῶν παιδιῶν. «Πολλοὶ γονεῖς», γράφει, «ἐπειδὴ δὲν θέλουν νὰ μαλώσουν ἢ νὰ λυπήσουν τὰ παιδιά τους, γιὰ τὴν ἄτακτη ἢ ἀπρεπῆ συμπεριφορά τους, τὰ εἶδαν ἀργότερα πολλὲς φορὲς νὰ συλλαμβάνονται ἐπειδὴ ὑπέπεσαν σὲ μεγάλα ἐγκλήματα».
Δυστυχῶς σήμερα οἱ πιὸ πολλὲς οἰκογένειες ἔχουν σὰν κέντρο τῆς ζωῆς τους τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὰ κέφια τοῦ παιδιοῦ. Ἱκανοποιοῦν κάθε του ἐπιθυμία. Γίνεται τὸ παιδὶ ἕνας κακομαθημένος τυραννίσκος, γιατί δὲν τὸ παιδαγωγοῦν οἱ γονεῖς του.
Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ παρακάτω ἀνέκδοτο. Τὸ γεγονὸς συνέβη στὴν Ἀμερική. Ἕνας πιτσιρίκος πηγαίνει μὲ τὴν μαμὰ του σ’ ἕνα πολυκατάστημα. Ψωνίζει ἐκείνη κάτι εὐτελὲς καὶ χρειαζούμενο, μὰ ὁ μικρὸς ἔχει χωθεῖ σ’ ἕνα αὐτοκινητάκι καὶ ἀρνεῖται νὰ βγεῖ ἀπ’ αὐτό. Μὲ γοερὲς κραυγὲς καὶ τσιρίδες ἀπαιτεῖ νὰ τοῦ τὸ ἀγοράσουν. Ἡ μάνα δὲν ἔχει τόσα χρήματα. Τρέμει ἀκόμη μήπως ἡ ἄρνησή της δημιουργήσει στὸ παιδὶ τραύματα, ψυχικές, ἀνεπανόρθωτες ζημιές, ποὺ ἴσως γίνουν κάποτε ἡ αἰτία γιὰ νὰ γίνει τὸ παιδὶ κομπλεξικὸ ἤ… Ἂλ Καπόνε. Τὸ πολυκατάστημα ὅμως ἔχει παιδοψυχολόγο, ὅπως ὅλα τὰ καλὰ πολυκαταστήματα παιδικῶν εἰδῶν στὴν Ἀμερική. Ἡ μαμὰ καταφεύγει ἀπελπισμένη σ’ αὐτόν. Γιατρέ, τοῦ ἐξηγεῖ, καὶ τρέμει ἡ φωνή της, τοῦ μίλησα λογικά, τοῦ ἐξήγησα πὼς δὲν ἔχω χρήματα, τὸ παρακάλεσα, τοῦ ἔταξα λαγοὺς μὲ πετραχήλια. Μὰ τίποτε, δὲν σηκώνεται ἀπὸ τὸ παιχνίδι. Μπορεῖτε νὰ βοηθήσετε. Ὁ ψυχολόγος πρόθυμα πῆγε δίπλα στὸν μικρό, τοῦ ψιθύρισε κάτι στὸ αὐτὶ καὶ ἀμέσως – ὢ τοῦ θαύματος- ὁ μικρὸς ἀκολούθησε σὰν ἀρνάκι τὴν μητέρα του. Ἡ μαμὰ συγκινήθηκε, θαύμασε τὴν παιδαγωγικὴ κατάρτιση τοῦ γιατροῦ. «Αὐτὸ θὰ πεῖ μοντέρνα ἀντίληψη παιδαγωγικῆς», κραύγασε. «Τί εἴπατε στὸ παιδί μου, γιατρέ, καὶ πείστηκε», ρωτᾶ νὰ μάθει. Ὁ ψυχολόγος χαμογέλασε: – Τοῦ εἶπα: «κατέβα ἀμέσως γιατί θὰ φᾶς δύο σφαλιάρες ποὺ θὰ δεῖς τὸν οὐρανὸ σφοντύλι». Ἐδῶ τελειώνει τὸ ἀνέκδοτο. Λέγεται πὼς ὁ γιατρὸς ἦταν Ἕλληνας…
Στὴν Ἀμερικὴ ὁ μεγαλύτερος παιδαγωγὸς Σπὸκ ζήτησε συγγνώμη ἀπὸ τὸν ἀμερικανικὸ λαὸ γιατί, ὅπως εἶπε, κατάστρεψε μία ὁλόκληρη γενιὰ ποὺ μεγάλωσε μὲ τὴν παιδαγωγική του, ποὺ συμπυκνώνεται στὴ φράση. «Ἄσε τὸ παιδὶ νὰ κάνει ὅ,τι θέλει γιὰ νὰ ἐκτονωθεῖ, νὰ βγάλει τὰ ἀπωθημένα ποὺ ἔχει μέσα του». Συγκλονίστηκε καὶ ἀφυπνίστηκε ὁ Σπόκ, ὅταν ὁ γιὸς του πέθανε ἀπὸ ναρκωτικά.
Θίγει ἀκόμη ὁ ἅγιος ἕνα ἰδιαίτερο σοβαρὸ θέμα: Γράφει: «Γιὰ τὰ κτήματα ποὺ ἔχουν δοθεῖ στὰ παιδιὰ φροντίζουμε, ὄχι ὅμως καὶ γιὰ τὰ παιδιά. Βλέπεις γονέα τὴν ἀνοησία; Ἄσκησε τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ σου πρῶτα καὶ κατόπιν θὰ ἔλθουν ὅλα τὰ ἄλλα: Ὅταν ἡ ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ δὲν εἶναι ἐνάρετη, καθόλου δὲν τὸ ὠφελοῦν τὰ χρήματα καὶ ὅταν εἶναι, καθόλου δὲν τὸ βλάπτει ἡ φτώχεια. Θέλεις νὰ τὸ ἀφήσει πλούσιο, μάθε το νὰ εἶναι σωστὸς ἄνθρωπος». Οἱ παρατηρήσεις αὐτὲς εἶναι πολὺ ἐπίκαιρες. Ἡ μεγάλη πλειοψηφία τῶν γονέων σήμερα φροντίζει νὰ προσφέρει στὰ παιδιά, ὑλικὲς ἀνέσεις καὶ ἀγαθὰ καὶ συχνά, γιὰ νὰ τὸ ἐπιτύχει αὐτό, στερεῖ ἀπὸ τὰ παιδιά της, αὐτὸ ποὺ ἐκεῖνα χρειάζονται περισσότερο ἀπ’ ὁτιδήποτε ἄλλο, δηλαδὴ αὐτοὺς τοὺς ἴδιους τους γονεῖς τους. Στὴ συνέχεια οἱ γονεῖς προσπαθοῦν νὰ τὰ ἀποζημιώσουν μὲ ἐξωφρενικὲς παροχές. Τὰ δωροδοκοῦν, δηλαδή, γιὰ νὰ ἀγοράσουν τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν ἀγάπη τους. Ἢ δείχνουν αὐτὴν τὴν ἀποπνικτικὴ ἀγάπη, κυρίως οἱ μάνες, ποὺ ὀνομάστηκε προσφυῶς, «σύνδρομο τῆς κλώσας». Ἔτσι δὲν μεγαλώνουμε ἐλεύθερους ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἄβουλα ὄντα.
Θίγει ἀκόμη ὁ ἅγιος ἕνα πολὺ σημαντικὸ θέμα. Αὐτὸ τῆς γλώσσας: «Ρήματα παιδεύοντες τὸ παιδίον φθέγγεσθαι σεμνὰ καὶ εὐσεβῆ», νὰ μαθαίνουμε στὸ παιδὶ νὰ χρησιμοποιεῖ λέξεις ὡραῖες. Ἢ τουλάχιστον νὰ μὴν ἀκούει αἰσχρολογίες. Δυστυχῶς σήμερα καὶ στὰ δημοτικὰ ἀκόμη σχολεῖα ἀκοῦμε μαθητὲς στὰ διαλείμματα νὰ βωμολοχοῦν. Ποιὸς φταίει; «Ὅταν τὰ μῆλα εἶναι ξινά, ποιὸν πρέπει νὰ κατηγορήσουμε τὰ μῆλα ἢ τὴ μηλιά;», ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. «Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ μιμητικότατον τῶν ὄντων», ἔλεγε ὁ Ἀριστοτέλης. Τὸ παιδὶ μιμεῖται ὅ,τι βλέπει καὶ ὅ,τι ἀκούει. Σ’ αὐτὸν τὸν τομέα περισσότερη προσοχὴ χρειάζονται οἱ πατεράδες, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τὴν νοσηρὴ ἐντύπωση πὼς ἀποτελεῖ χρέος τους ἡ διδασκαλία καὶ ἡ ἀποκάλυψη στὸν νεαρὸ γιὸ του κάποιων «ἀντρικῶν» μυστικῶν ἢ ἡ ἐκμάθηση βρισιῶν ποὺ ἁρμόζει σὲ πραγματικοὺς ἄντρες. Ἀποαθωποιοῦνται ἔτσι τὰ παιδιὰ σὲ πολὺ ἀκατάλληλη ἡλικία καὶ ὁδηγοῦνται πολλὲς φορὲς στὴ διαφθορά, γιατί «φθείρουσι ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί». Καταστρέφονται χρηστὰ ἤθη ἀπὸ κακὲς συναναστροφὲς καὶ ὁμιλίες, σημειώνει ὁ Μέγας Βασίλειος. Τὰ παιδιὰ πολὺ συχνὰ γνωρίζουν, πόσο τὰ βαρύνουν τὰ λάθη καὶ οἱ ἁμαρτίες τῶν γονέων. Τὰ ἀκόλουθα ἀποτελοῦν μία πολὺ εὔγλωττη μαρτυρία. Σὲ μία πρόσφατη σχετικὰ ἔρευνα σὲ παιδιὰ τοῦ Δημοτικοῦ μὲ θέμα «πῶς θὰ θέλατε τοὺς γονεῖς σας», ἕνα παιδὶ Δ’ Δημοτικοῦ ἔγραψε: «Ἐγὼ θέλω τοὺς γονεῖς μου νὰ εἶναι καλοί, νὰ μὴν λένε κακὰ λόγια, γιατί ἀλλιῶς θὰ μάθουν καὶ σὲ μᾶς τὰ λόγια αὐτά». Ἕνα ἄλλο Ἐ’ τάξης ἔγραψε: «Ἐγὼ θέλω τοὺς γονεῖς μου νὰ εἶναι καλοί, εὐγενικοὶ καὶ νὰ μὴν μαλώνουν μεταξύ τους». Μίλησε τὸ δεύτερο παιδὶ γιὰ τὴν συζυγικὴ ἀγάπη. Αὐτὴ ἡ εὐλογημένη ἀγάπη εἶναι ἀληθινὴ εὐεργεσία γιὰ τὰ παιδιά, τὸ ὡραιότερο μάθημα. Ὅλοι οἱ τόμοι τῆς παιδαγωγικῆς ἐπιστήμης ὠχριοῦν μπροστὰ στὸ ἀνεπανάληπτο μάθημα ποὺ λέγεται συζυγικὴ ἀγάπη. Αὐτὴ ἀρωματίζει τὰ παιδιά, ὥστε νὰ μοσχοβολοῦν κι αὐτὰ στὴ ζωή τους. Τελειώνοντας μὲ τὸ Βυζάντιο θὰ ἀναφέρουμε τὴν κορωνίδα τῶν παιδαγωγικῶν συμβουλῶν τῆς ρωμέηκης παράδοσής μας, ἡ ὁποία ἐπαναλαμβάνει τὴν ἀρχαία ἑλληνική: «Δὲν θὰ χρειάζονταν λόγια στὰ παιδιά μας, ἂν ἔλαμπε ἀληθινὰ ἡ ζωή μας, δὲν θὰ ἦταν ἀπαραίτητοι οἱ δάσκαλοι τῆς ἀρετῆς, ἂν παρουσιάζαμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι στὰ παιδιὰ μας ἔργα ἀρετῆς». Ἡ ἀξία τοῦ παραδείγματος εἶναι ἀνεπανάληπτη. Εἶναι ἡ βασιλικὴ ὁδὸς γιὰ μία ὑγιῆ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν μας.
Ἐρχόμαστε τώρα στὴν σύγχρονη ἐποχή, στὴν νεότερη Ἑλλάδα, ὅπου εἴχαμε κοσμογονικὲς ἀλλαγές. Μία κλειστὴ κοινωνία ὅπως ἦταν, ἔρχεται σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν Δύση. Θαμπώνεται, γοητεύεται, ξιπάζεται, προσπαθεῖ μὲ τὶς εὐλογίες τῆς φωταδιστικῆς- κοραϊκῆς διανόησης νὰ γίνει καὶ αὐτὴ «πεπολιτισμένο» ἔθνος τῆς Εὐρώπης. Τὸ Βυζάντιο ἀμαυρώνεται, εἶναι σκοταδισμός, ἀνούσιες διενέξεις παπάδων καὶ διεφθαρμένων αὐτοκρατόρων. Οἱ μεγάλοι παιδαγωγοί του, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, περιφρονοῦνται. Ἡ ἀρχαία Ἑλλάδα ἀσκεῖ γοητεία. Παραμορφωμένη ὅμως, μὲ ρομαντικὸ πνεῦμα, σὰν ἕνα καλὸ παραμύθι. Ἡ ἐξέλιξη τῆς τεχνικῆς καὶ τῆς ἐπιστήμης, ὁδηγεῖ σὲ οὐτοπίες καὶ παραλογισμούς. Ὅλα θὰ τὰ λύσει ἡ τεχνική. Ὁ ἄνθρωπος περιθωριοποιεῖται. Ἀξίζει μόνο ὁ ἐγκέφαλός του, ψυχὴ δὲν ὑπάρχει, «ὁ Θεὸς πέθανε». Ἡ ἐξέλιξη τῆς ἐπιστήμης θὰ τὰ λύσει ὅλα. Πείνα, ἀρρώστιες, πολέμους, ἀκόμη κι ὁ θάνατος, θὰ νικηθοῦν. Ἀπὸ κοντὰ καὶ οἱ παιδαγωγικὲς ἐπιστῆμες διαγράφουν τὴν πολυαίωνη πείρα καὶ ἀναζητοῦν «μοντέρνες» μεθόδους ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν. Τὰ παιδιὰ πλέον δὲν εἶναι παιδιά, ποὺ ἀνθίζουν καὶ βγάζουν τὸ καθένα τὸν δικό του μοναδικὸ καὶ ἀνεπανάληπτο ἀνθό. Εἶναι μικρογραφίες τῶν μεγάλων. Δὲν ἔχουν δικό τους χαρακτήρα, εἶναι ὅλα ἴδια. Ἂν τὰ ἐκπαιδεύσουμε στρατιωτικά, μὲ σιδερένια πειθαρχία, θὰ γίνουν καλοὶ μεγάλοι. Ἄριστοι πολίτες, ἄριστοι στρατιῶτες. Ἔτσι φτάσαμε στὸν Χίτλερ. Μετὰ τὸν πόλεμο πέρασε ἡ Δύση στὸ ἄλλο ἄκρο. Κανένας περιορισμός, καμμιὰ ἄρνηση, ἀφῆστε τὰ παιδιὰ νὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν, γιὰ νὰ μὴν φτάσουμε στὸν Χίτλερ. Τὰ παιδιὰ ἔγιναν παιδιὰ τῶν λουλουδιῶν.
Ἀπὸ τοὺς φασισμοὺς καταλήξαμε στὰ ναρκωτικά. Ἀφοῦ δὲν μποροῦμε νὰ σκοτώσουμε τὸν πλησίον, ἂς σκοτώσουμε τὸν ἑαυτό μας. Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις οἱ γονεῖς ἀποντες. Περιφρονήθηκε ἡ πρωτόθρονος ἀξία τοῦ γονεϊκοῦ ρόλου, τῆς ἀγάπης, τοῦ παραδείγματος καὶ καταλήξαμε σὲ παγκόσμιες τραγωδίες. Χωρὶς τὸ ἀπαραίτητο λίπασμα τῆς ἀγάπης τοῦ γονέα, ἀνατράφηκαν γενεές, δολοφόνων καὶ ἐγκληματιῶν, γενεὲς ποὺ ἀναζήτησαν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν παρηγοριὰ στὶς οὐσίες. Χωρὶς τὸ παράδειγμα τοῦ γονέα, χωρὶς φραγμὸ καὶ ἰδανικά, χωρὶς πρότυπα, μπούκωσαν ἀπὸ τὶς ἀπολαύσεις καὶ ἀναζήτησαν τὴν τελειότητα, τὴν ἀρετή, τὴν ἡδονὴ στὴν παραίσθηση, στὴν ἀπόδραση ἀπὸ τὴν σκληρὴ πραγματικότητα, στὸν λευκὸ θάνατο. Σήμερα ἡ Δύση, ἀπὸ τὴν ὁποία εἰσάγουμε ἄκριτα προϊόντα καὶ ἰδέες, βιώνει τὸ τρίτο στάδιο τῆς ἀποχαλίνωσῆς της. Ὀνομάζεται μεταμοντέρνο. Τὰ πάντα «ἀποδομοῦνται», κατεδαφίζονται ἀξίες, πατρίδες, παραδόσεις, θρησκεῖες, ὅλα ἀναθεωροῦνται. Μοναδικὴ ἀξία τὸ χρῆμα. Σκοπὸς ἡ πάση θυσία καλοπέραση, ἡ εὐδαιμονοθηρία καὶ ἡ κατανάλωση. Ἀπὸ τὸν homo sapiens περάσαμε στὸν ἄνθρωπο καταναλωτή. Ὁτιδήποτε ἀντιστέκεται στὸν καταναλωτισμὸ πρέπει νὰ χτυπηθεῖ. Ἡ Οἰκουμένη ἑξαμερικανίζεται. «Φάγωμεν, πίωμεν, αὔριο γὰρ ἀποθνήσκωμεν», «νὰ εἶσαι ὁ ἐαυτός σου». Ἰδοὺ τὰ συνθήματα τῆς Νέας Ἐποχῆς. Αὐτὸ ὀνομάζεται παγκοσμιοποίηση. Ὄνειρό της νὰ περιοριστεῖ ὁ ἄνθρωπος σὲ δύο ἀντανακλαστικὲς κινήσεις. Νὰ παρακολουθεῖ τὶς διαφημίσεις τῶν προϊόντων στὴν τηλεόραση καὶ στὴ συνέχεια νὰ πηγαίνει στὸ ψυγεῖο καὶ νὰ καταναλώνει τὰ διαφημιζόμενα προϊόντα. Ψυγεῖο καὶ τηλεόραση, ἰδοὺ τὰ σύμβολα τῆς Νέας Ἐποχῆς. Θύματα ἀθῶα αὐτῆς τῆς ὕπουλης πολιορκίας καὶ μᾶλλον ἅλωσης, τὰ πλέον ἀνώριμα καὶ ἀνυπεράσπιστα μέλη τῆς κοινωνίας, τὰ παιδιά. Νὰ σημειώσω ἐδῶ, παρενθετικά, αὐτὸ ποὺ ἔγραψε ὁ μεγάλος μας ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης.
«Παρατηρῆστε πὼς τρώει τὸ Ἑλληνόπουλο. Τρώει τὸ πρωὶ στὸ σπίτι του. Παίρνει χρήματα γιὰ νὰ φάει στὸ διάλειμμα τοῦ σχολείου. Φεύγει σχολώντας καὶ πηγαίνει στὸ περίπτερο νὰ φάει τὰ ἀπαγορευμένα στὸ σπίτι διαφημιζόμενα ἐδέσματα. Φτάνει στὸ σπίτι καὶ ξανατρώει. Τρώει ὅπως οἱ πεινασμένοι Σουλιῶτες ἢ οἱ Μεσολογγίτες, εἰς μνήμην αὐτῶν. Τρώει ἀναδρομικῶς». Σήμερα οἱ στατιστικὲς λένε πὼς τὰ Ἑλληνόπουλα εἶναι τὰ πιὸ παχύσαρκα παιδιὰ στὴν Εὐρώπη.
Ἡ μεγαλύτερη ὅμως ἀλλαγὴ ποὺ συνέβη τὶς τελευταῖες δεκαετίες στὴν ἑλληνικὴ κοινωνία εἶναι στὸ ρόλο τῆς μητέρας καὶ γενικότερα στὴν γυναίκα τοῦ τόπου μας. Τὸ φεμινιστικὸ κίνημα καὶ οἱ μεγάλοι πόλεμοι ἀσκοῦν ἰσχυρὴ ἐπίδραση. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν πολέμων οἱ ἐμπόλεμες χῶρες χρησιμοποίησαν τὴν γυναίκα σὲ ὅλες ἀνεξαιρέτως τὶς δραστηριότητες καὶ τὰ ἐπαγγέλματα, ἀντὶ τῶν ἀνδρῶν ποὺ ἦταν στὸ μέτωπο καὶ διαπιστώνουν, ἔκπληκτοι οἱ πάντες, ὅτι οἱ γυναῖκες εἶναι ἱκανὲς γιὰ ἐπιτυχῆ δράση σὲ ὅλους τούς τομεῖς. Ἐγκαταλείπει, λοιπόν, ἡ γυναίκα τὸ σπίτι καὶ ἐργάζεται. Ξεκινᾶ μία ἀδυσώπητη ἐπαγγελματικὴ ἀναμέτρηση μὲ τὸν ἄνδρα. Σήμερα εἶναι ἀναγκασμένη νὰ ἐργαστεῖ, γιατί ἀλλιῶς τὸ σπίτι δὲν τὰ βγάζει πέρα. Τὰ ὡράρια ἐργασίας ἐπιμηκύνονται. Τὸ ἀστικὸ μοντέλο ζωῆς ἐπικρατεῖ. Τὰ χωριὰ ἐρημώνουν καὶ οἱ πόλεις γιγαντώνονται ἀπάνθρωπα. Ἕνα διαμέρισμα ὑποθηκευμένο στὴν τράπεζα, καθημερινὸ λαχάνιασμα γιὰ νὰ προφθάσει τὰ πάντα, ἄγχος, κούραση. Αὐτὰ χαρακτηρίζουν τὴν σύγχρονη Ἑλληνίδα μάνα. Καὶ τὰ παιδιά; Τὰ παιδιὰ φυλακισμένα στὸ θαυμάσιο παιδικό τους δωμάτιο, μὲ τὰ ἄφθονα, φανταχτερὰ παιχνίδια, μὲ τὴν τηλεόραση, τὸ κινητό τους, μὲ τὰ φροντιστήρια, τὰ ὠδεῖα, τὰ γυμναστήρια, τὰ πάντα. Ἀπὸ ἐνοχὲς τὰ προσφέρουμε τὰ πάντα. Τὴν ἀγάπη ὅμως ποὺ θέλει χρόνο, νὰ παίξεις μαζί τους, νὰ ἀστειευτεῖς, νὰ διαβάσεις μαζί τους, τοὺς τὴν ἀποστεροῦμε. Ἐξάλλου σήμερα τὰ παιδιὰ δὲν παίζουν, δὲν ἔχουν οὔτε χρόνο στὸ σπίτι – οὔτε χῶρο στὸ σχολεῖο. «Ἡ πιὸ σοβαρὴ πράξη ἑνὸς παιδιοῦ δὲν εἶναι ἡ μελέτη, εἶναι τὸ παιχνίδι», ἔλεγε ὁ Ἐλύτης. Σήμερα λίγος χρόνος μᾶς ἀπομένει τὸ βράδυ μόνο γιὰ νὰ τὰ φιλήσουμε καὶ νὰ τὰ ποῦμε καληνύχτα. Ἦρθαν καὶ κάποιοι διαφωτισμένοι εἰς τὰς Εὐρώπας παιδαγωγοὶ – φορτωμένοι καὶ μὲ master. Εἶναι γνωστὸ πὼς καὶ κρετίνος νὰ εἶσαι πληρώνοντας τὸ ἐξασφαλίζεις ἀπὸ κάποιο ἀμερικανικὸ ἀνθυποκολέγιο – ποὺ ἔμαθαν στὶς ταλαίπωρες κυρα-Κατίνες τῆς συνοικίας πὼς πρέπει νὰ ἀφήνουν τὰ παιδιά τους νὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν γιὰ νὰ μὴν γίνουν κομπλεξικὰ καὶ ἡ κατάσταση ἐπιδεινώθηκε. Ἄκουσαν καὶ κάποιους ἄλλους νὰ τοὺς λένε πὼς πρέπει νὰ εἴμαστε φίλοι μὲ τὰ παιδιά μας καὶ γίναμε μεταμοντέρνοι. Ἐξηγῶ τὸ τελευταῖο πρὸς ἄρσιν παρεξηγήσεων. Ὁ γονέας ποὺ λέει στὸ παιδί του «μὴ μὲ βλέπεις σὰν πατέρα, ἐγὼ θέλω νὰ εἶμαι φίλος σου» εἶναι ὁ ἴδιος ἕνα ἀνώριμο παιδὶ ποὺ παραιτεῖται ἀπὸ τὴν πατρική του εὐθύνη καὶ δημιουργεῖ στὸ παιδὶ του αἴσθημα ἀνασφάλειας ποὺ θὰ φθάσει ὡς τὸν πανικό. Τὰ παιδιὰ θὰ βροῦν εὐκαιρίες στὴ ζωή τους νὰ ἀποκτήσουν φίλους, ἄλλο ὅμως πατέρα δὲν πρόκειται νὰ ξαναβροῦν. Εἴμαστε πάνω ἀπ΄ ὅλα γονεῖς, ποὺ τοὺς σέβονται τὰ παιδιά τους καὶ τὰ σεβόμαστε κι ἐμεῖς. Ἡ γονικὴ σχέση εἶναι μοναδική, ἀνεπανάληπτη καὶ αἰώνια, εἶναι ἀνώτερη ἀπ΄ ὅλες.
Ὁ νέος τρόπος ζωῆς ἐπέβαλλε στὸ σπίτι κι ἕναν ἀκόμη γονέα, ἀκαταγώνιστο, ἑλκυστικὸ καὶ ἐπικίνδυνο, τὸν τρίτο γονέα, ὅπως προσφυῶς ὀνομάστηκε, τὴν τηλεόραση. Ὡς ἐκπαιδευτικὸς ποτὲ δὲν ἄκουσα μέσα στὴν τάξη νὰ μεταφέρει κάποιος μαθητὴς ἐξωσχολικὲς γνώσεις, χωρὶς νὰ ἀρχίζει τὸν λόγο του μὲ τὴν ἑξῆς στερεότυπη φράση: «Κύριε εἶδα στὴν τηλεόραση». Ποτὲ δὲν ἄκουσα νὰ λένε, τὸ διάβασα ἤ μοῦ τὸ διηγήθηκε ὁ πατέρας ἢ ἡ μητέρα μου ἢ ἡ γιαγιά μου. Ἴσως δὲν ἔχουμε ἀντιληφθεῖ σὲ ὅλο της τὸ μέγεθος τὴν καταστρεπτικὴ ἐπίδραση τῆς ἄθλιας- ὅπως εἶναι σήμερα -τηλεόρασης στὰ παιδιά. Ἀφήσαμε τὰ παιδιὰ μόνα τους μπροστὰ στὴν τηλεόραση καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ ἐπικίνδυνο. Μία σειρὰ τελευταίων ἐρευνῶν ἔδειξαν ὅτι γιὰ τὰ παιδιὰ 8-12 ἐτῶν τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ φόβου τους πηγάζει ἀπὸ τὴν τηλεοπτικὴ ὀθόνη καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν πραγματικὴ ζωή, ὅπως συνέβαινε ἄλλοτε. Ὑπολογίστηκε ὅτι κατὰ μέσο ὄρο ἕνα παιδὶ μέχρι νὰ τελειώσει τὸ Λύκειο ἔχει ἀφιερώσει στὴ λατρεία τῆς μικρῆς ὀθόνης 18.000 ὧρες. Πού σημαίνει 750 μέρες ἢ χονδρικότερα 2,5 χρόνια τηλεοπτικῆς αἰχμαλωσίας. Ἔχει ἀκόμη ὑπολογιστεῖ στὴν Ἀμερικὴ – εἶναι γνωστὴ ἡ ρήση πὼς ἂν θὲς νὰ δεῖς τὴν Ἑλλάδα τοῦ μέλλοντος ταξίδεψε στὴν σημερινὴ Ἀμερικὴ – πὼς ἕνα παιδί, μετέχει ἐτησίως σὲ 10.000 φόνους! Ὅταν κάποτε οἱ κάμερες τῆς τηλοψίας στράφηκαν ἀδηφάγες στὸ πρόσωπο ἑνὸς νεαροῦ ἐγκληματία ὁ σκυλευτῆς δημοσιογράφος τὸν ρώτησε:
– Ἐσὺ τὸ ἔκανες τὸ ἔγκλημα;
– Ὄχι, ἐσεῖς, ἀποκρίθηκε ὁ νεαρός.
Ἡ ἀπάντηση δείχνει κι ἐμᾶς. Τὸ παιδὶ ἔρχεται στὸν κόσμο χωρὶς τηλεόραση. Τὴν τηλεόραση τὴν προσφέρει ὁ γονιός. Τὰ παιδιὰ μὲ ἀδιαμόρφωτη ἀκόμη προσωπικότητα βομβαρδίζονται ἀπὸ μία ἐμπειρία, ποὺ σχεδὸν καταργεῖ τὰ ὅρια τοῦ πραγματικοῦ καὶ τοῦ μὴ πραγματικοῦ. Οἱ ἀντικοινωνικὲς πράξεις εἶναι πολλὲς φορὲς ἀντιγραφὴ τῆς τηλεοπτικῆς βίας. Τὰ παιδιὰ ὁδηγοῦνται νὰ μεταχειρίζονται τοὺς πραγματικοὺς ἀνθρώπους, σὰν νὰ ἦταν στὴν τηλεοπτικὴ ὀθόνη. Ἔχουμε ἀποκοίμιση τῶν ἠθικῶν τους ἀνακλαστικῶν, τὸ ὑπονοούμενο σὲ κάθε περίπτωση εἶναι σαφές: Ἀπολαῦστε, ψυχαγωγηθεῖτε μὲ τοὺς φόνους καὶ τὶς ἀδικίες. Ἡ τηλεόραση δυστυχῶς χρησιμοποιεῖται ἀπὸ πολλοὺς γονεῖς σὰν ἠρεμιστικὸ γιὰ τὰ παιδιά. Ὁ γονέας μπορεῖ νὰ ξεκουράζεται ἀπὸ τὴν ἀνησυχία τοῦ παιδιοῦ, αὐτὸ ὅμως ἀνυπεράσπιστο γεύεται τὰ τηλεοπτικὰ ἀποφάγια. Ἐπειδὴ ὅμως εἶναι ἀδύνατον νὰ πετάξουμε τὶς συσκευές, γιατί καὶ ἐμεῖς οἱ γονεῖς εἴμαστε ἐθισμένοι καὶ οἱ φραστικὲς παραινέσεις στὰ παιδιὰ δὲν ἔχουν ἀποτέλεσμα, κάποιες πρακτικὲς λύσεις εἶναι ἀναγκαῖες. ‘Όπως τὸ νὰ παρακολουθοῦμε μαζὶ μὲ τὰ παιδιὰ ἐπιλεγμένα ἀπὸ πρὶν προγράμματα. Νὰ σχολιάζουμε, νὰ συζητοῦμε μὲ τὰ παιδιὰ τὶς περίεργες σκηνές, τονίζοντας τὴν ἀρνητικὴ πλευρά τους. (Οἱ συμβουλὲς θὰ εἶναι τὸ τελευταῖο στάδιο μίας συζήτησης). Ἀμφισβητοῦμε τὶς διαφημίσεις καὶ τὴν χρησιμότητά τους. Ἔχει ὑπολογιστεῖ πὼς κάθε μέρα ἐκπέμπονται ἀπὸ τὰ ΜΜΕ 5.000 διαφημίσεις, μία πραγματικὰ πλύση ἐγκεφάλου. Νὰ γνωρίζουμε πὼς ἡ ἀπαγόρευση εἶναι πόλος ἕλξης, γι’ αὐτὸ χρειάζεται λεπτότητα καὶ συνεχὴς προσπάθεια. Νὰ μᾶς δοῦν τὰ παιδιὰ κάποτε καὶ μὲ ἕνα βιβλίο στὸ χέρι. Ἂς συζητήσουμε κάποτε καὶ γιὰ τὸ περιεχόμενο ἑνὸς καλοῦ βιβλίου καὶ ὄχι μόνο γιὰ τὰ βδελυρὰ περιεχόμενα τῆς τηλοψίας. Ἔτσι θὰ φιλοτιμηθεῖ κι αὐτά. Νὰ μὴν μάθει τὸ παιδὶ πὼς μπορεῖ νὰ μαθαίνει βλέποντας μόνο τηλεόραση. Τὰ παιδιὰ ρουφοῦν σὰν σφουγγάρι αὐτὸ ποὺ εἴμαστε ἐμεῖς καὶ ὄχι αὐτὸ ποὺ θέλουμε νὰ δείξουμε ἢ νὰ ποῦμε.
Τὸ θέμα τῆς ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν εἶναι τεράστιο καὶ δὲν ἐξαντλεῖται σὲ μία εἰσήγηση. Προσπάθησα νὰ καταδείξω πὼς ἡ ἀναζήτηση τῆς τελειότητας εἶναι μάταιο πράγμα. Μπορεῖ ὅμως ὁ γονέας νὰ προσφέρει ἁπλόχερα στὰ παιδιὰ του τρία πράγματα. Τὴν ἀγάπη, ποὺ τὰ πάντα ὑπομένει, τὰ πάντα στέγει καὶ πάντοτε ἐλπίζει, τὸ ζωντανό του παράδειγμα ποὺ εἶναι τὸ ὡραιότερο μάθημα καὶ ν’ ἀντλήσει ἀπὸ τὴν παράδοσή μας, τὴν ἐκλεκτὴ πείρα τῶν προγόνων μας. Νὰ πῶ ἕνα ἁπλὸ παράδειγμα. Οἱ παραδοσιακοὶ ἄνθρωποι, οἱ παπποῦδες μας ποτὲ δὲν διανοήθηκαν νὰ κρύψουν ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους ἢ ἀπὸ τὰ παιδιὰ τους τὶς ὑλικὲς στερήσεις ποὺ ἀντιμετώπιζαν. Ἀντίθετα μάλιστα μιλοῦσαν συνέχεια γι’ αὐτές, μπροστὰ στὰ παιδιά, καὶ καμάρωναν πὼς παρὰ τὶς στενάχωρες συνθῆκες κατόρθωναν νὰ ἐξασφαλίσουν τὰ ἀπαραίτητα. Ὁ Παπαδιαμάντης καμάρωνε γιὰ τὴν «ἔντιμον πτωχείαν» του. Σήμερα ἀρνούμαστε νὰ ὁμολογήσουμε μὲ γενναιότητα τὴν κατάστασή μας, ἐπιδιδόμαστε σ’ ἕνα μανιῶδες κυνήγι πλουτισμοῦ, καὶ περνᾶμε στὰ παιδιά μας, ἐκτός τοῦ σπάταλου ἤθους καὶ «μίαν ἀρρωστιάρικη ἀνησυχία γιὰ τὸ πῶς θὰ βγάλουν τὸ ψωμὶ τους μονάχα». Ἕνα χαρούμενο γεγονός, μία συναρπαστικὴ ἐμπειρία, ἕνα θαυμάσιο ταξίδι, τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν μας τὴν μεταβάλλουμε σὲ μία νευρωτική, ἀγχώδη δουλεία. Θὰ ἀναφέρω ἕνα παράδειγμα σύγχρονης ἡρωίδας μάνας πρὸς παραδειγματισμὸ τῶν νεαρῶν μητέρων ποὺ λιποψυχοῦν, ὅταν βλέπουν τὸ θερμόμετρο λίγες γραμμὲς ἀνεβασμένο ἀπὸ τὸν πυρετὸ τοῦ παιδιοῦ τους.
Τὸ γεγονὸς εἶναι πραγματικό, συνέβη στὶς μέρες μας, σ’ ἕνα χωριὸ τῶν Γρεβενῶν. Τὸ διάβασα καὶ σᾶς τὸ μεταφέρω: ἡ ἁπλοϊκὴ κ. Στέλλα ἀφοῦ πάντρεψε τὰ τέσσερα παιδιὰ της ἔχασε τὸν ἄνδρα της ἀπὸ τὴν νόσο «χορεία Χάντιγκτον», ποὺ φέρνει καθολικὴ παράλυση καὶ ἀργὸ θάνατο καὶ εἶναι κληρονομική. Ὁ Θεὸς λοιπὸν παραχώρησε νὰ προσβληθοῦν ὅλα τὰ παιδιά της ἀπὸ τὴν νόσο. Καθένα ποὺ ἀρρώσταινε τὸ οἰκογενειακό του περιβάλλον τὸ ἀπέβαλλε, τὸ ἒδιωχνε. Τὸ ἔστελναν στὴν ταλαίπωρη μητέρα νὰ τὸ φροντίζει. Ἔτσι ἡ κ. Στέλλα γιὰ χρόνια εἶχε τρία μαζὶ παράλυτα παιδιά. Κάλυπτε τὰ ἔξοδά τους μὲ τὴν δική της πενιχρὴ σύνταξη τοῦ ΟΓΑ καὶ τὶς συντάξεις ἀναπηρίας τῶν παιδιῶν της τὶς ἔστελνε στὶς οἰκογένειές τους. Στὸ μεταξὺ πεθαίνει τὸ παιδὶ τῆς πρώτης κόρης της ἀπὸ καρκίνο καὶ σὲ λίγους μῆνες καὶ ἡ ἴδια ἡ κόρη της. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ πέθαναν καὶ τὰ ἄλλα δύο παιδιά της. Στὸ μεταξὺ ἔφτασε στὸ σπιτικό τῆς κ. Στέλλας τὸ τέταρτο παιδί της, προσβεβλημένο ἀπὸ τὴν ἴδια ἀρρώστια. Τώρα περιορίστηκε νὰ φροντίζει μόνο αὐτὸ καὶ νὰ ἀνάβει σιωπηλὰ τὰ καντήλια στοὺς τάφους τῶν παιδιῶν της. Ὕστερα ἀπ’ ὅλα αὐτὰ δὲν ἔχασε τὰ λογικά της, δὲν γόγγυσε κατὰ τοῦ Θεοῦ, δὲν παρέλυσε ἡ ψυχή της. Ζοῦμε σήμερα σὲ περίεργους καιρούς. Τὸ ἄγχος, ἡ ἀνασφάλεια, ὁ φόβος γιὰ τὰ μελλούμενα, κυριεύουν τὶς καρδιὲς ὅλων μας. Οἱ κίνδυνοι γιὰ τὰ παιδιὰ μας περίσσεψαν. Ἔσχατη γραμμὴ ἄμυνας, τὸ εὐλογημένο αὐτὸ καταφύγιο ποὺ ὀνομάζεται οἰκογένεια.
Οἱ γονεῖς εἶναι οἱ ἀρχιτέκτονες τῆς οἰκογένειας. Ἂς μὴν ἀναζητοῦν τὴν τελειότητα. Ἂς ἐμπιστευτοῦν πρῶτα τὴν καρδιά τους. Ἐκεῖ θὰ συναντήσουν τὴν θερμουργὸ ἀγάπη καὶ τὴν Ἀγάπη. «Τοῖς ἀγαπῶσι καὶ τὰ δύσκολα εὔκολα γίνεται». Σ’ αὐτοὺς ποὺ ἀγαποῦν καὶ τὰ δύσκολα γίνονται εὔκολα, τονίζει ὁ μέγας παιδαγωγὸς τῶν γονέων ἃγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἂς κλείσουμε τὰ αὐτιά μας στὶς σειρῆνες τῆς λαλίστατης ἐποχῆς μας κι ἂς στραφοῦμε πίσω στὸ λόγο τοῦ Πλούταρχου: «Παράδειγμα τοῖς τέκνοις παρέχειν». Μὲ τὰ ἔργα μας θὰ ἀναθρέψουμε σωστὰ τὰ παιδιὰ καὶ ὄχι μὲ κούφια λόγια. Ἂς ἀντλήσουμε τὸ δροσερὸ νερὸ ἀπὸ τὴ σοφία τῶν προγόνων μας, ὅ,τι ἐκλεκτότερο ἔχει ἡ ἀνθρωπότητα. Ἂς σκύψουμε τὸ κεφάλι κάτω ἀπὸ τὸ πετραχήλι τοῦ Ἀπ. Παύλου: ἀνατρέφετε τὰ παιδιὰ «ἐν νουθεσία καὶ παιδεία Κυρίου». Σιχαθήκαμε, τὸ ξαναλέω, τὶς σειρηνωδίες τῶν διεφθαρμένων ἐκκλησιομάχων καὶ ἐθνομηδενιστῶν. Εἶναι «γεννήματα ἐχιδνῶν καὶ λύκοι βαρεῖς». «Ὅλα τὰ ἔθνη γιὰ νὰ προοδεύσουν πρέπει νὰ στραφοῦν ἐμπρὸς πλὴν τοῦ ἑλληνικοῦ ποὺ πρέπει νὰ στραφεῖ πίσω», ἔγραφε ὁ Δημ. Καμπούρογλου. Μεγάλη κουβέντα, ἂς τὴν φιλοσοφήσουμε λίγο, ὅπως ἔλεγαν οἱ παλιοί.
Εἶναι μακρὺς ὁ δρόμος τῆς ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν μας, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις, γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὸν Καβάφη. Οἱ γέροι πελαργοί, ὅταν γεράσουν, λένε πὼς τὰ νέα πουλιὰ τοὺς παίρνουν στὰ φτερά τους καὶ τοὺς βοηθοῦν στὸ πέταγμα. Ὁ Μέγας Βασίλειος ὀνομάζει αὐτὴν τὴν ἐξαίσια εἰκόνα μὲ μία ὡραιότατη φράση: «εἰς ἀντιπελάργωσιν». Οἱ γονεῖς κάνοντας τὸ χρέος τους, ἔρχεται ἡ στιγμὴ ποὺ τὰ παιδιά τους, ἀνταποδίδοντας τὴν εὐεργεσία τῆς ἀνατροφῆς, τοὺς παίρνουν στὰ φτερά τους, «εἰς ἀντιπελάργωσιν». Καὶ τί πιὸ ὄμορφο νὰ κλείσουν τὰ φτερὰ καὶ τὰ μάτια τοῦ γονέα στὴν ἀγκαλιὰ τῶν εὐγνωμονούντων παιδιῶν του. «Τὸν ἀγώνα τὸν καλὸν ἠγωνίσαντο, τὸν δρόμον τετελεύκασι»…