Μάρως Βαμβουνάκη.Η σχέση σου με τη μοναξιά καθορίζει την ποιότητα των σχέσεων με τους άλλους. Εννοούμε με άλλους με τους οποίους δε «σκοτώνεις την ώρα σου», αλλά «ζεις την ώρα σου». Δεν περνάς τον καιρό σου , αλλά τον γεμίζεις. Η ώρα μου! Ο καιρός μου! Τι ωραίες λέξεις, τι νόημα!
Τελικά κακώς ονομάζουμε μοναξιά τη μοναξιά. Έτσι όπως το λέμε , η μοναξιά μοιάζει με εσωτερική ερήμωση, με την ανυδρία του έσω μη κόσμου, με το κενό. Με το αδειανό μη σύμπαν και την άπνοια της πλήξης και της ανίας. Δεν είναι όμως! Είναι απαραίτητο να χωρίζουμε μοναξιά από ερήμωση. Η πρώτη είναι αναγκαία προϋπόθεση κάθε αυτογνωσίας, κάθε γνώσης, κάθε ανεξαρτησίας, κάθε ωρίμανσης, κάθε εξέλιξης, κάθε ενδυνάμωσης, κάθε κοινωνίας. Μοναξιά είναι το σημείο συνάντησης με το χαρακτήρα μας και με το θείο. Ο τόπος του ραντεβού μας. Όλοι αξίζουμε τη μοναξιά, αξίζει να μένουμε και μόνοι, διότι εκεί πιέζει και παίρνει φόρα η φτέρνα του δρομέα. Μόνοι λοιπόν, για ένα διάστημα, κάποιες ώρες της μέρας, αναγκαστικά της νύχτας, κάποιες μεγάλες εποχές της ζωής, κάποιες ζωές. Εκεί εκκολάπτεται η μάθηση, η αφομοίωση, ο απολογισμός και ο σχεδιασμός, η ενίσχυση. Η προσευχή! Η σχέση των σχέσεων δηλαδή.
Πηγή : Διακόνημα
Ακόμη και όσοι δεν πιστεύουν σε Θεό, καταφεύγουν κατά καιρούς σε κάποιο είδος επίκλησής του, αναζήτησής του, έστω γεμάτης άρνηση. Δεν αποφεύγεις εύκολα τον Θεό, δε γλιτώνεις, ιδίως όσοι δηλώνουν άθεοι περνούν μεγάλους μπελάδες μαζί του, ή μπελάδες με τον εαυτό τους σχετικά με τον Θεό. Αγωνίζονται διαρκώς να βρουν επιχειρήματα για το ότι δεν υπάρχει, περισσότερο από όσο ένας ένθεος ψάχνει για επιχειρήματα για το ότι υπάρχει. Δεν τα βγάζεις πέρα με ό,τι είναι φυσικό, και ο Θεός είναι δραματικό μέρος της ανθρώπινης φύσης.
Μόνοι προσευχόμαστε, ακόμη και κατά τη θεία λειτουργία, ανάμεσα σε τόσους εκκλησιαζόμενους, επιμένει η προσευχή ως σχέση μοναξιάς. Πρόσωπο με πρόσωπο πάντα, όχι πρόσωπα με πρόσωπο, δε γίνεται το δεύτερο.
Από το βιβλίο: Σιωπάς για να ακούγεσαι, σελ.228-229, Εκδ. Ψυχογιός.