ΨΗΛΑΦΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
π. Αντώνιος Στυλιανάκης
Ψυχοθεραπευτής παιδιών και νέων
Πριν από μερικά χρόνια ήρθε στο ιατρείο μου μια νέα κοπέλα για να με συμβουλευτεί σε κάποιο πρόβλημα που την απασχολούσε. Είχε υπερβολικό άγχος και δυσκολίες στο να συνάψει μια σχέση γάμου. Η συζήτηση κατέληξε σε ένα δίλημμα, στον προβληματισμό της αν θα πρέπει να γίνει μοναχή ή να ακολουθήσει το δρόμο της έγγαμης ζωής… Προσπάθησα να αναλύσω την προσωπική της ζωή όσο γίνεται καλύτερα για να καταλάβω πώς σκέφτεται και πώς ενεργεί.
Ήθελε να έχει φιλίες με νέους αλλά όταν το πράγμα σοβάρευε, τότε εκείνη τους απέρριπτε… Εκ πρώτης όψεως θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν έκαμνε για γάμο και θά’ πρεπε να στραφεί προς το μοναχισμό αφού το σκεφτόταν και η ίδια. Όμως από την αναδρομή στο παρελθόν της φάνηκε πιο καθαρά η πραγματικότητα. Όταν ήταν στο λύκειο είχε ένα σοβαρό δεσμό με ένα παιδί που έλεγε ότι το αγάπησε και σκεφτόταν να παντρευτούν και να τον ακολουθήσει σε άλλη πόλη.
Όταν το έμαθαν οι γονείς της εναντιώθηκαν και της απαγόρεψαν να τον συναντά πλέον, μέχρι να τον ξεχάσει. Εκείνη υποτάχτηκε, πέρασε μια κρίσιμη περίοδο και αρκετό διάστημα για να ξεπεράσει το γεγονός… Αργότερα έδειξε μια έντονη στροφή προς την εκκλησία και προς τη μοναχική ζωή.
Τα γεγονότα όμως έδειχναν ότι ακόμη δεν είχε ξεπεράσει εκείνο τον τραυματισμό της εφηβικής ηλικίας, απλώς λησμονήθηκε (“απωθήθηκε”) για να ξαναβγεί με άλλη μορφή πλέον, σαν δυσκολία να συνάπτει σοβαρές σχέσεις με άτομα του άλλου φύλου παρά το ότι το επιθυμούσε! Ο λόγος ήταν ότι φοβόταν πάντα στο βάθος μήπως χαλάσει και πάλι ο δεσμός της και πληγωθεί, ώστε να πονέσει τόσο αβάσταχτα, όπως τότε στην παιδική της ηλικία. Σκοπός μου ήταν να της αποδείξω ότι πράγματι αυτό συνέβαινε και ότι ο φόβος πλέον ήταν υπερβολικός γιατί οι συνθήκες άλλαξαν και η ίδια ήταν πλέον ώριμη. Αυτό είχε σαν συνέπεια να σκεφτεί πλέον καθαρά τι είναι εκείνο που πραγματικά η ίδια θέλει (να παντρευτεί ή όχι) χωρίς να χρειαστεί βέβαια να της το υποδείξω… Το θέμα ήταν κατά βάση ψυχολογικό αλλά σαφώς με πνευματικές προεκτάσεις και συνέπειες.
Πρέπει από την αρχή να κάνουμε ένα ξεκαθάρισμα. Είναι γνωστό ότι ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα και ψυχή και η ψυχή του είναι αθάνατη κατ εικόνα και ομοίωση του Θεού. Με την ψυχή αυτή και τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό ασχολείται η θρησκεία (πίστη) και ειδικότερα ο πνευματικός πατέρας στην εξομολόγηση.
Όταν λέμε ψυχή (ψυχολογική σφαίρα) στην ψυχολογία εννοούμε τις νοητικές εκδηλώσεις του ανθρώπου τα συναισθήματα και τον τρόπο συμπεριφοράς του στη ζωή.
Οι λεγόμενες “ψυχικές ασθένειες” δεν έχουν συνήθως σχέση με την ψυχή αλλά με την ψυχολογική ζωή του ανθρώπου. Το πώς όλα αυτά τον επηρεάζουν και πόσο τον βοηθούν να εξελιχθεί σαν προσωπικότητα ελεύθερη και ευτυχισμένη!
Κατά συνέπεια η ψυχανάλυση (ψυχοθεραπεία) ασχολείται με τη συμπτωματολογία που δημιουργεί προβλήματα στον άνθρωπο και τις πιθανές σχέσεις με τα πιστεύω και τις εμπειρίες του.
Είναι φυσικό ο ψυχαναλυτής (ψυχολόγος ή ψυχίατρος) να ενδιαφερθεί και για την θρησκευτική ζωή του ανθρώπου και θα το κάνει αυτό όταν βέβαια και ο ίδιος έχει κάποια πνευματική ζωή και είναι γνώστης του πράγματος και δεν ερμηνεύει τη θρησκεία σαν ψυχολογικό φαινόμενο, όπως είχε κάνει ο Φρόυδ!
Από την άλλη μεριά ο ιερέας θα πρέπει να είναι ενήμερος των τελευταίων απόψεων και θέσεων της ψυχολογίας αλλά κυρίως της πατερικής σκέψεως και ζωής, για να μπορέσει να καταλάβει σε βάθος τις αντιδράσεις του ατόμου και να ερμηνεύσει σωστά εκείνα που ακούει. Αυτό βέβαια γίνεται σταδιακά και με την εμπειρία αλλά και με τη φώτιση του Θεού, ωστόσο η ίδια η εκκλησία δεν εμπιστεύεται το μυστήριο αυτό της πνευματικής πατρότητος παρά μόνο σε κληρικούς που έχουν τουλάχιστον επαρκή μόρφωση και πνευματικό καταρτισμό.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
Εκκλησιολογικά είναι ένα μυστήριο θεοσύστατο, μέσα από το οποίο συγχωρούνται οι αμαρτίες του ανθρώπου όταν εκείνος μετανοήσει (και αυτό επειδή ο Χριστός με τη θυσία και την ανάστασή του, τις φορτώθηκε ώστε να μας απαλλάξει, μια για πάντα!). Σαν διαδικασία είναι η φανέρωση στον πνευματικό, όλων εκείνων των παραβάσεων και αμαρτιών μας σε σχέση με το θέλημα του Θεού.
Αυτό δεν έχει μόνο σαν συνέπεια, ο πιστός άνθρωπος να απαλλάσσεται από το φορτίο της ενοχής απέναντι στο Θεό αλλά και να προσπαθεί πάντοτε για το καλύτερο, με σκοπό την αγάπη του Θεού και τη σωτηρία της ψυχής του. Δεν πρόκειται όμως κυρίως για ζήτημα ενοχής, η συγχώρεση είναι οντολογική δηλ. μια κατάσταση πραγματική και ουσιαστική αφού ο Θεός σβήνει ολοσχερώς το χρέος μας και μας ξαναφέρνει στην κατάσταση προ της πτώσεως, κατά τους Πατέρες.
Στην πράξη όμως πολλοί άνθρωποι εξομολογούνται νομίζοντας ότι στόχος της εξαγόρευσης είναι η απαλλαγή από τις ενοχές, τη στεναχώρια και το άγχος. Έτσι συχνά δίνουν έμφαση στα συναισθήματα που νιώθουν απέναντι σε κάποια πρόσωπα και καταστάσεις με σκοπό να ανακουφιστούν και να αποφορτιστούν συναισθηματικά, αδιαφορώντας ή υποτιμώντας για το πόσο αυτές οι πράξεις τους έχουν σα συνέπεια την παραβίαση του θελήματος και της αγάπης του Θεού. Ανεξάρτητα δηλαδή από το κατά πόσον έχουν διάθεση να αλλάξουν σκέψεις και συμπεριφορά. Έτσι μπορεί η εξομολόγηση να λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά αλλά όχι απαραίτητα για τη σωτηρία της ψυχής τους.
Ο κίνδυνος αυτός ισχύει και για ορισμένους πνευματικούς να θεωρήσουν σαν κριτήριο πνευματικής καθάρσεως την ψυχολογική ηρεμία και μόνο. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια που δίδεται έμφαση στη θεραπευτική διάσταση της εκκλησίας. Η θεραπευτική αυτή διάσταση ούτως ή άλλως υπάρχει, αλλά με τη σωτηριολογική της έννοια. Την αποκατάσταση δηλαδή της επικοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό, με άλλα λόγια τη σωτηρία.
Θα δώσουμε κάποια πραγματικά παραδείγματα για να γίνω πιο κατανοητός.
Θυμάμαι μια νέα μητέρα που κλαίγοντας κάποτε εξομολογούνταν λέγοντας ότι μιλάει άσχημα στα παιδιά της (με αποτέλεσμα μετά να στεναχωριέται και η ίδια, επειδή τα υπεραγαπά!)
Αργότερα μου ανέφερε παρεμπιπτόντως και σαν από ρουτίνα, το ότι επιδιώκει να έχει τυπική σχέση με την πεθερά της και την αποφεύγει επειδή δεν θέλει να έχει πολλά “πάρε δώσε” ! Την ρώτησα στο τέλος να αξιολογήσει ποιά είναι μεγαλύτερη αμαρτία, το να μιλήσει άσχημα στα παιδιά της που αγαπάει ή να μιλάει καλά στην πεθερά της αλλά από μέσα της να νιώθει ψυχρότητα ή και μίσος. Με κοίταξε έκπληκτη στην αρχή αλλά μετά συμφώνησε πώς το δεύτερο είναι χειρότερο από το πρώτο αφού παραβαίνει την εντολή της αγάπης… Της εξήγησα ότι το κλάμα της στην εξομολόγηση δεν ήταν κλάμα μετανοίας αλλά κλάμα από ψυχολογική υπερευαισθησία, λόγω αδυναμίας που είχε στα παιδιά της… Το παραδέχτηκε, μετά από σύντομη ψυχρολουσία και έδειξε προσοχή πλέον εκεί που μέχρι τώρα αγνοούσε! Ίσως μάλιστα να καυχιόταν και για τα δάκρυά της!
Για την ψυχή αυτή τα δάκρυα είχαν ανακουφιστικό ψυχολογικό χαρακτήρα (όπως πολύ συχνά συμβαίνει) και όχι χαρακτήρα μετανοίας και συντριβής ενώπιον του Θεού.
Άλλοτε συζητούσα με μια μεσόκοπη κυρία που μου διηγιόταν τα πολλά βάσανα που είχαν έρθει στην οικογένεια της. Πάνω σε όλα αυτά κατέληξε, αρρώστησε και ο γιός μου… και έχω καταρρεύσει. Ούτε να νηστέψω μπορώ ούτε τίποτε… Θα μπορούσε να πεί κάποιος μή νηστεύεις και πολύ, αφού δεν είσαι σε θέση αυτή την εποχή, η εκκλησία σε οικονομεί με φιλανθρωπία! Όμως το ζητούμενο ήταν άλλο! Κάτω από την αδυναμία αυτή κρυβόταν μια πιο βαριά αρρώστια που θα έπρεπε να διαγνωστεί και να θεραπευτεί. Αυτό αποκαλύφτηκε μετά από μια καίρια ψυχαναλυτική ερώτηση.
Τη ρωτάω δεν μπορείς να νηστέψεις επειδή νιώθεις αδυναμία ή επειδή αδυνάτισε η πίστη σου και δεν έχεις πλέον εμπιστοσύνη στο Θεό; Ξέσπασε σε κλάματα. Έτσι είναι μου λέει δεν πιστεύω πλέον ότι ο Θεός μπορεί να με ακούει με τόσες συμφορές που έρχονται σε μένα… Άλλη μια περίπτωση παρεξηγημένης πίστης. Και είναι τόσες πολλές που καθημερινά συναντούμε.
Το απόστημα έσπασε. Έπρεπε τώρα να τονωθεί η πίστη της ώστε να μη χάσει, όχι τη νηστεία αλλά την ψυχή της.
Πόσο αγνοούμε αγαπητή μου τον τρόπο σκέψης του Θεού, της είπα περίπου… Μπορεί βέβαια να είναι άγνωστος αλλά πρέπει να ξέρουμε τουλάχιστον πώς να αντιδρούμε εμείς σε κάθε περίσταση. Είναι δυνατόν ο Θεός να μην ξέρει τι μας συμβαίνει, είναι δυνατόν να ξεχνάει, είναι δυνατόν να μην μας ακούει όταν του ζητάμε κάτι; Απλώς έχει το δικό του σχέδιο και περιμένει για να μας δώσει όλες τις ευκαιρίες να τον αγαπήσουμε και να τον εμπιστευτούμε ώστε να στεφανωθούμε στον ουρανό και να πετυχουμε τη σωτηρία μας. Αυτή είναι η ουσιαστική θεραπεία της ψυχής, δηλ η κάθαρση από τα πάθη και η ενεργοποίηση της χάρης του Θεού που θέλει να σώσει όλους τους ανθρώπους.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η Ψ Υ Χ Α Ν Α Λ Υ Σ Η
Ας περάσουμε τώρα ειδικότερα σε ένα είδος ψυχοθεραπείας, την ψυχαναλυτική. Είναι η επιστημονική εκείνη μέθοδος με την οποία ο άνθρωπος απαλλάσσεται από τις παιδικές φοβίες, ενοχές και συμπλέγματα που απέκτησε λόγω κακής αγωγής και οικογενειακών συνθηκών ζωής κατά την παιδική ηλικία. (Αυστηροί και τιμωρητικοί γονείς, ορφάνια στη μικρή ηλικία, συναισθηματική απουσία του ενός ή και των δύο γονέων, υπερπροστασία και υπερσυναισθηματική σχέση με γονείς, ζήλεια με τα αδέρφια κ.α.)
Αυτό επιτυγχάνεται με τη βοήθεια του ψυχαναλυτή στον οποίο λέει όλη τη ζωή του, που αφορά περιστατικά από τότε που θυμάται τον εαυτό του καθώς και τις κρυφές σκέψεις, επιθυμίες και τα συναισθήματά του. Το αποτέλεσμα οφείλεται στο ότι φωτίζονται σκοτεινές πτυχές της ζωής του ανθρώπου και αποκαλύπτονται οι πραγματικές προθέσεις και επιθυμίες του. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από ερμηνείες πραγματικών γεγονότων του παρόντος και παρελθόντος, αλλά και ονείρων που αντανακλούν το βαθύτερο ψυχολογικό κόσμο του ατόμου.
Αν θέλαμε να κάνουμε αντιστοιχία με πνευματικούς όρους, θα λέγαμε ότι η ψυχοθεραπεία αποβλέπει στην εκρίζωση των παθών! Με τη διαφορά που εδώ τα πάθη δεν έχουν την ηθική έννοια αλλά την ψυχολογική. Πρόκειται δηλαδή για κόμπους που θέλουν λύσιμο, ώστε ο άνθρωπος να ελευθερωθεί. Ενδιαφέρει δηλαδή μόνο, κατά πόσο ταλαιπωρούν τον άνθρωπο και δυσκολεύουν τη ζωή του και όχι βέβαια κατά πόσο είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
Για παράδειγμα ένα παιδί έχει την τάση να κλέβει. Αυτό, ηθικά μπορεί να είναι αμαρτία, αλλά ο γιατρός θα το εξετάσει από ψυχολογική και κοινωνική άποψη αναλύοντας το σκεπτικό και τα κίνητρά του, ώστε να ανακουφιστεί το παιδί, από πιθανές εντάσεις και συγκρούσεις. Είναι πολύ πιθανό το αίσθημα έλλειψης της μητέρας κατά την πρώιμη παιδική ηλικία, να οδηγήσει ένα παιδί στην κλεπτομανία . ( Θυμάμαι χαρακτηριστικά το παράδειγμα της Μαρίας -κοριτσιού του δημοτικού- που έπαιρνε χρήματα και μετά τα μοίραζε η και τα σκόρπιζε-πετούσε! Όταν την ρώτησαν γιατί το κάνει είπε επειδή δεν έχει κοντά τη μητέρα της… Αυτό το πράγμα παραδόξως την ανακούφιζε!)
Άλλο τυπικό παράδειγμα:
Ένας νέος συνδέεται υπερβολικά με τη μητέρα του που φοβάται μην φύγει το παιδί από κοντά της και το χάσει. Αυτό μπορεί να εισπράττεται από το παιδί σαν υπερβολική εξάρτηση που του δημιουργεί άγχος αποχωρισμού και δυσκολία σύναψης νέων γνήσιων δεσμών και μάλιστα δημιουργίας δικής του οικογένειας. Προηγείται η κατανόηση της συμπεριφοράς του αυτής, η ερμηνεία και παραπέρα η ψυχοθεραπευτική βοήθεια για την υπερνίκηση της εξάρτησης. (Είναι πολύ συνηθισμένο το παράδειγμα λόγω του ότι οι άντρες έχουν μια αχίλλεια πτέρνα στο θέμα αυτό. Το κορίτσι έχει τη δυνατότητα να σπάσει τη δυνατή εξάρτηση από τη μητέρα που το γέννησε, όταν προοδευτικά συνδέεται και με τον γονέα του άλλου φύλου, τον πατέρα. Αντίθετα το αγόρι έχει δυσκολία να το πετύχει γιατί ήδη έχει να αντιμετωπίσει τον φυσικό ανταγωνισμό με τον πατέρα του και το δεσμό εξάρτησης λόγω αντιθέτου φύλου με τη μητέρα του!)
Είναι επόμενο να μην έχει άμεσα σχέση αυτή η διαδικασία (ψ-θ) με το Θεό και την εκκλησία παρά μόνο στο βαθμό που αυτά τα γεγονότα τον προβληματίζουν και τον μπλοκάρουν στη ζωή του, ίσως λόγω αντιφάσεων και ασυνείδητων κρυφών επιθυμιών. (Παράδειγμα φοιτήτριας που απέρριψε τα θρησκευτικά πιστεύω στην εφηβεία όταν απέρριψε τους αυταρχικούς γονείς της που την καταπίεζαν, και που ήταν “χριστιανοί ορθόδοξοι”! Όταν στη διάρκεια της συνεργασίας μας το κατάλαβε, ξαναγύρισε στην εκκλησία με επίγνωση πλέον και προσωπική ελευθερία.) Να πώς μπορεί έμμεσα η ψυχανάλυση να υπηρετήσει την αληθινή ψυχοθεραπεία, χωρίς να το καταλάβει!
Άλλες ψυχοθεραπείες μπορεί να μην ενδιαφέρονται τόσο για τα αίτια της παρούσης καταστάσεως αλλά να στοχεύουν κατ ευθείαν στη διόρθωση των αποτελεσμάτων. Για παράδειγμα η συμπεριφορική θεραπεία προσπαθεί μέσα από ένα συστηματικό τρόπο να καταγράψει και να τροποποιήσει σταδιακά και με πρόγραμμα τις δυσλειτουργικές συμπεριφορές ενός ατόμου (λ.χ. φοβία ανελκυστήρα με σταδιακή απευαισθητοποίηση)
Η γνωστική ψυχοθεραπεία στοχεύει στον εντοπισμό των άστοχων σκέψεων και την αντικατάστασή τους από γόνιμες και λειτουργικές με βάση την καλύτερη αξιολόγηση των περιστάσεων και της καθημερινής ζωής. (λ.χ. Στην κ α τ ά θ λ ι ψ η έχουμε μια θύελλα λογισμών απαισιοδοξίας και μαυρίλας που μπορεί να στηρίζονται εν μέρει σε κάποια γεγονότα αλλά εκδηλώνονται στον υπερθετικό βαθμό. Το άτομο νιώθει απαίσια, χάνει το ενδιαφέρον του για οτιδήποτε στη ζωή και συχνά κάνει σκέψεις αυτοκτονίας που μπορεί να τις πραγματοποιήσει. Πρέπει να πιάσουμε μια-μια τις σκέψεις του και να τις τακτοποιήσουμε. Να το βοηθήσουμε να δει και τα θετικά. Να το διαβεβαιώσουμε ότι η παρούσα φάση είναι προσωρινή και θα περάσει ώστε να νιώσει ικανοποιημένος από τη ζωή του…Σε σοβαρές περιπτώσεις αυτό δεν φτάνει αλλά θα χρειαστούν και φάρμακα γιατί αποδείχτηκε ότι ορισμένα άτομα με έλλειψη κάποιων ουσιών στον εγκέφαλο, είναι επιρρεπή στη νόσηση αυτή.)
Η ψυχοθεραπεία λοιπόν είναι ουδέτερη στο θέμα του Θεού όπως και σε κάθε θέμα αφού σκοπός της δεν είναι να δώσει ιδεολογία στον άνθρωπο αλλά να τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει καλύτερα την καθημερινή ζωή του αλλά και να ξεκαθαρίσει τη δική του ιδεολογία και να κάνει τις δικές του ελεύθερες επιλογές.
Όμως όσο και να είναι ουδέτερη ο ψυχοθεραπευτής είναι άνθρωπος και έχει κάποια πίστη. Όταν μάλιστα είναι κληρικός αυτή η πίστη είναι κάτι παραπάνω από φανερή! Γι αυτό και έχει μεγάλη σημασία ο παράγων άνθρωπος τόσο ως προς την εξατομίκευση των μεθόδων που ακολουθούμε, όσο και ως προς την καλή συνεργασία με το θεραπευτή που πρέπει να είναι πρόσωπο που εμπνέει εμπιστοσύνη και εκτίμηση.
Έρχονται μερικές φορές γονείς που σκέφτονται ότι τα παιδιά τους περιφρονούν και δεν τους ακούνε. Λένε ότι είναι παλιόπαιδα! Αυτούς τους λογισμούς πρέπει επιστημονικά να τους διορθώσουμε γιατί γίνονται αφορμή παρεξηγήσεων και εντάσεων στο σπίτι.
Συχνά λέω από την εμπειρία μου, ότι τα παιδιά που έχουν διαταρακτική συμπεριφορά, νιώθουν ότι δεν τα αγαπούν και έτσι επιζητούν περισσότερο ενδιαφέρον από το περιβάλλον. Τότε οι γονείς βλέπουν την κατάσταση με άλλο μάτι, με συμπάθεια και λειτουργούν ομαλότερα.
Παράλληλα μαθαίνω από το ίδιο το παιδί, πως νιώθει ότι δεν το αγαπούν και το τιμωρούν. Τότε εξηγώ στο παιδί ότι δεν είναι που δεν το αγαπούν, αλλά φοβούνται ότι δεν θα γίνει καλός άνθρωπος και ανησυχούν γι αυτό θέλουν να τους ακούει. Ακόμη ότι μπορεί να κάνουν και οι γονείς λάθος και να το αδικούν καμιά φορά Το παιδί συχνά το καταλαβαίνει, αναζωπυρώνεται η αγάπη για τους γονείς του και αυτόματα βελτιώνει τη συμπεριφορά του. Όλα είναι θέμα λογισμών!
ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ
Μετά τα όσα αναφέρθηκαν μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι η πνευματική ζωή είναι προϋπόθεση της υγείας της ψυχής δηλαδή της σωτηρίας αλλά δεν σημαίνει ότι θα μας οδηγήσει κατ ανάγκην σε μια προσωπικότητα τέλεια ισορροπημένη. Όχι επειδή δεν μπορεί να το κάνει, αφού το έχει κάνει τελικά στους αγίους αλλά γιατί δεν είναι αυτοσκοπός της!
Με άλλα λόγια μπορεί να είναι κάποιος ισορροπημένος ψυχολογικά (με την καθημερινή έννοια του όρου, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι) και να απέχει από τη σωτηρία, να απέχει από το Θεό, αφού τον έχει αρνηθεί. Αντίθετα μπορεί κάποιος να πάσχει σοβαρά ψυχολογικά και να βρίσκεται μέσα στη σωτηρία, έστω και αν κάνει βήματα σημειωτόν…
Δικαιολογείται ένας χριστιανός να καταφεύγει στον ψυχίατρο; Ένα τυπικό ερώτημα. Μοιάζει με το αν δικαιολογείται ένας που πιστεύει στο Θεό να πηγαίνει στο γιατρό για να γίνει καλά (από πνευμονία ή φυματίωση ας πούμε!) Αφού μπορεί μέσα από την προσευχή να το ζητήσει και αν θέλει ο Θεός θα το δώσει…
Την απάντηση τη δίνει χαρακτηριστικά ο γ.Πορφύριος. Λέει ότι ακόμη και όταν πρόκειται για μοναχούς που πάσχουν από κάτι, και περιμένουν από έκτακτη ενέργεια του Θεού να θεραπευτούν, εμφωλεύει σε μια τέτοια στάση η υπερηφάνεια. Γιατί πρέπει να σκέφτεται κανείς, ποιός είμαι εγώ που αξίζω ένα θαύμα από το Θεό;
Έπειτα ας μη ξεχνάμε ότι “ο Θεός τρέφει ασφαλώς τα πουλιά αλλά δεν τους βάζει και το φαγητό στη φωλιά”! Με άλλα λόγια ο άνθρωπος πρέπει να κάνει ότι περνάει από το χέρι του και τότε θα κάνει και ο Θεός το καθήκον του όπως έλεγε και ο γ. Παίσιος. Υπάρχουν όμως και σήμερα χριστιανοί που περιμένουν από το Θεό να κάνει σε κείνους ένα θαύμα, να τους απαλλάξει από μια ασθένεια ή από ένα ψυχολογικό φορτίο.
Δυστυχώς υπάρχουν εξ άλλου και χριστιανοί που δεν έχουν υπομονή να περιμένουν χρησιμοποιώντας την ιατρική επιστήμη και καταφεύγουν σε “εναλλακτικές θεραπείες” που υπόσχονται λύσεις μαγικές στο “εδώ και τώρα” (ομοιοπαθητική, βελονισμός, σιάτσου κ.α.) και είναι της μόδας σήμερα. Είναι όμως ύποπτης προέλευσης παρ ότι έρχονται με το μανδύα της φυσικής και ακίνδυνης θεραπείας, επικίνδυνης όμως όταν υπόσχονται αποτελέσματα που μόνο σε εξωγήινες δυνάμεις μπορούν να αποδοθούν!
Μπορεί η πνευματική ζωή να δημιουργήσει ψυχοπαθολογία;
Η ψυχοπαθολογία πιστεύω ότι προέρχεται από το διχασμό του σύγχρονου χριστιανού που καταντά μια πνευματική σχιζοφρένεια όταν προσπαθεί να συμβιβάσει και το Θεό και τον κόσμο. Είναι σαν να προσπαθεί να βαδίσει με το ένα πόδι στο δρόμο και το άλλο στο πεζοδρόμιο!
Επίσης όταν αντιληφθεί κάποιος την πνευματική ζωή “ευσεβιστικά”, σαν μια σειρά εφαρμογής ηθικών κανόνων και όχι σαν μια σχέση ελευθερίας εν Χριστώ Ιησού.
Ε Π Ι Λ Ο Γ Ο Σ
Τα ψυχολογικά “συμπλέγματα” μας δεν πρέπει να μας φοβίζουν αλλά να προσπαθούμε μέσα από την αυτογνωσία και την καθημερινή προσπάθεια να τα διορθώνουμε και προς την κατεύθυνση αυτή βοηθάει και η ψυχοθεραπεία. Παράλληλα, όσον αφορά στην πνευματική ζωή δεν υπάρχει λόγος να αγωνιούμε και να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με άλλους… Στο κάτω-κάτω αυτά, οι αδυναμίες μας, θα είναι τα ελαφρυντικά μας εκείνη την ημέρα όταν ο Κύριος θα μας ζητήσει λόγο για τις πράξεις μας, ανάλογα με τα τάλαντα που μας εμπιστεύτηκε.
Αναμφισβήτητα η αγιότητα σημαίνει ανακαινισμένο άνθρωπο και μεταμορφούμενο “κατά το μέτρον της δωρεάς του θεού”. Τότε όλα τα σκοτεινά σημεία φωτίζονται και η προσωπικότητά του ισορροπεί. Τότε προγεύεται της βασιλείας του Θεού.
Όμως σκοπός της πνευματικής ζωής δεν είναι η βελτίωση της προσωπικότητας αλλά η προσέγγιση του Θεού (μέθεξη). Τα υπόλοιπα, όσα επακολουθήσουν, είναι δωρεές του Θεού που θα έρθουν όταν και εάν Εκείνος το κρίνει σκόπιμο και μπορεί ακόμη και στο τέλος της ζωής μας.
Το ζήτημα είναι να μη ζητάμε χαρίσματα αλλά την εφαρμογή του θελήματος του Θεού στη ζωή μας, με εμπιστοσύνη και αγάπη και τότε Εκείνος θα έρθει και θα μπει εγγυητής σε κάθε μας πρόβλημα και δυσκολία, θα μας δώσει την ψυχική γαλήνη και την ειρήνη Του.
Β ι β λ ι ο γ ρ α φ ί α
Αγγέλογλου π.Χριστοδούλου, “Σκεύος εκλογής”
Βλάχου π. Ιεροθέου, “Συζητήσεις για την Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία”
Γιαννιτσιώτη Κ., “Κοντά στο γέροντα Πορφύριο”
Ιωάννου Σιναίτου, “Κλίμαξ”
Στυλιανάκη π.Αντωνίου, “Πνευματική και ψυχολογική θεώρηση των εναλλακτικών θεραπειών” Πρακτικά ενός Συνεδρίου 1995.
Στυλιανάκη π.Αντωνίου, “Αποκρίσεις σε υπεύθυνους γονείς” έκδ. Αποστολικής Διακονίας 1999