Χ.Μ.Π.: Ἔχετε ἀπόλυτο δίκαιο. Ὁ Γέρων Πορφύριος ἀσχολεῖτο κατὰ κύριο λόγο μὲ τὶς σχέσεις συζύγων καὶ τὶς σχέσεις γονέων καὶ παιδιῶν.
Κάποια φορὰ πῆγε νὰ τὸν δεῖ ἕνας παντρεμένος, ποὺ δὲν ἦταν καθόλου καλὸς σύζυγος, ἐνῶ παράλληλα ἔκτιζε μία ἐκκλησία καὶ τοῦ εἶπε:
— Γέροντά μου, ἐγὼ κτίζω μία ὡραία ἐκκλησία.
— Τί κτίζεις, εὐλογημένε, αὐτὴ τὴ μικρὴ ἐκκλησία, ἀφοῦ χάλασες τὴν ἄλλη μεγάλη ἐκκλησία, ποὺ εἶναι τὸ σπίτι σου;
Κ. Ι.: Πάρα πολὺ ὡραῖο αὐτό.
Χ.Μ.Π.: Πάντοτε συμβούλευε τοὺς γονεῖς νὰ μὴν καβγαδίζουν ποτὲ μπροστὰ στὰ παιδιά τους, διότι τὰ παιδιά, ὅταν ἀκοῦν τοὺς γονεῖς τους νὰ καβγαδίζουν, νιώθουν σὰν νὰ πέφτει τὸ σπίτι ἐπάνω στὸ κεφάλι τους.
Κ. Ι.: Ἔτσι καὶ εἶναι.
Χ.Μ.Π.: «Τὰ παιδιά», ἔλεγε, «πρέπει νὰ μεγαλώνουν μὲ τὸ χάδι τῆς μητέρας καὶ μὲ τὸ χάδι τοῦ πατέρα, ὁ ὁποῖος πρέπει νὰ προσέχει, ὥστε νὰ μὴν εἶναι πολὺ σκληρός. Κι ἂν χρειαστεῖ νὰ ἐπιβάλει κάποτε μία τιμωρία, νὰ τὸ κάνει μὲ πολλὴ προσοχὴ καὶ πολὺ μέτρο, γιὰ νὰ μὴ δημιουργήσει στὸ παιδὶ κανένα τραῦμα».
Μιὰ φορὰ μᾶς διηγήθηκε τὴν ἀκόλουθη ἱστορία:
— Κάποτε πῆρα μία μεγάλη ποσότητα καραμέλες καὶ πῆγα σ’ ἕνα ὀρφανοτροφεῖο. Μοίρασα τὶς καραμέλες στὰ ὀρφανὰ παιδιά, ἀλλὰ ἔβλεπα βαθιὰ μέσα στὶς ψυχές τους, ποὺ ἦταν πιασμένες, μαζεμένες κι ἔτσι τὰ παιδιὰ δὲν εἶχαν τὴν ἄνεση νὰ χαμογελάσουν. Ἔφυγα ἀπ’ ἐκεῖ καὶ πῆγα νὰ πάρω τὸ λεωφορεῖο. Ὅταν μπῆκα στὸ λεωφορεῖο, εἶδα κάποιους ἐπιβάτες νὰ τσακώνονται μεταξύ τους: «Σήκω ἀπ’ ἐδῶ… κάθησε πιὸ πέρα… μάζεψε τὰ πόδια σου…» κ.ο.κ.. Φώναζαν ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, διαπληκτίζονταν ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλο. Σκέφτηκα τότε: «Ἐκεῖνα τὰ παιδιά, στὸ ὀρφανοτροφεῖο, ὀρφανὰ ἀπὸ τὸν ἐπίγειο πατέρα τους· αὐτοὶ ἐδῶ, τὰ μεγάλα αὐτὰ παιδιά, ὀρφανὰ κι αὐτὰ ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα τους».
Καὶ συνέχισε ὁ Γέρων Πορφύριος νὰ μοῦ ἐξηγεῖ:
— Λόγω αὐτῆς τῆς ὀρφάνιας, ποὺ ἔχει ὁ κόσμος σὲ σχέση μὲ τὸ Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ χαρά, δὲν ξέρει τί κάμνει καὶ παραφέρεται. Ἂν ὁ ἄνθρωπος μπεῖ στὴ γραμμὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ γνωρίσει τὸν Πατέρα του τὸν οὐράνιο, τότε δὲν θὰ συμπεριφέρεται πλέον ὡς ὀρφανὸς καὶ θὰ ἔχει μόνιμα τὴ χαρά. Τὸ ἄγχος τί εἶναι; Εἶναι, ἀκριβῶς, αὐτὴ ἡ ὀρφάνια ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα.
Μιὰ φορὰ μοῦ εἶπε:
— Ἐσὺ εἶσαι εὐλαβής. Κι αὐτή σου τὴν εὐλάβεια, αὐτή σου τὴν πίστη, θέλεις νὰ ἐπιβάλεις στοὺς γύρω σου. Νομίζεις ὅτι βγαίνει τίποτε ἔτσι; Κακὸ κάνεις. Διότι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀντιδραστικοί. Λὲς στὸν ἄλλο νὰ κάνει κάτι καὶ δὲν τὸ κάνει, ἐπειδὴ τοῦ τὸ εἶπες. Ἀντιδρᾶ καὶ δὲν τὸ κάνει. Ἂν δεῖ ἐσένα νὰ κάνεις αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, ἴσως τὸ κάνει κι ἐκεῖνος, γιατὶ θὰ σκεφτεῖ «ἀφοῦ τὸ κάνει αὐτός, νὰ τὸ κάνω κι ἐγώ».
Καὶ συνέχισε:
Κ. Ι.: Θὰ ἔχετε, ὑποθέτω, νὰ μᾶς ἀφηγηθεῖτε καὶ κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό, μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐπαληθεύθηκαν καὶ αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Γέροντος Πορφυρίου.
Χ.Μ.Π.: Ναί. Τοῦ ζητοῦσα κι ἐγὼ νὰ μοῦ ἀναφέρει διάφορα παραδείγματα γιὰ καθετί, πού μου ἔλεγε. Στὴ συγκεκριμένη περίπτωση μοῦ ὑπέδειξε τὴν περίπτωση ἑνὸς ἀνδρογύνου, ποὺ ἡ κόρη τους εἶχε ξεφύγει ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Ἡ συμπεριφορὰ κι ὁ τρόπος ζωῆς τῆς κοπέλας αὐτῆς εἶχε δημιουργήσει τέτοια κατάσταση μέσα στὸ σπίτι, ποὺ ὁ πατέρας εἶχε βγεῖ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, ἦταν πῦρ καὶ μανία ἐναντίον τῆς κόρης του, ἤθελε νὰ τὴ σκοτώσει καὶ ἄλλες τέτοιες ὑπερβολές. Τελικὰ δέχθηκε καὶ πῆγε μαζὶ μὲ τὴ γυναίκα του στὸ Γέροντα Πορφύριο.
Ὁ Γέροντας εἶπε τότε στὸν πατέρα:
— Δὲν καταλαβαίνεις ἐδῶ τί γίνεται; Ἐδῶ τὸ παιδί σου τὸ ἔχει καβαλικέψει ὁ διάβολος καὶ τὸ κάμνει ὅ,τι θέλει καὶ τὸ πάει ὅπου θέλει. Δὲν βγαίνει τίποτε ἔτσι, ποὺ συμπεριφέρεσαι. Τὸ πρόβλημα αὐτὸ χρειάζεται προσευχή. Ἐσὺ κι ἡ γυναίκα σου, κι οἱ δυό σας μαζί, θ’ ἀρχίσετε νὰ προσεύχεστε συνεχῶς γιὰ τὴν κόρη σας καὶ δὲν θὰ τῆς μιλᾶτε καθόλου γιὰ τὸ θέμα αὐτό.
Καὶ συνέχισε:
— Κι ὅταν ἔρχεται ἀργὰ τὸ βράδυ στὸ σπίτι, ὅπως συνηθίζει νὰ ἔρχεται, θὰ τῆς πεῖτε: «Παιδί μου τὸ φαγητό σου εἶναι μέσα στὸ ψυγεῖο καὶ κάθησε νὰ φᾶς». Ἡ κόρη σας τότε θὰ πέσει ἀπὸ τὰ σύννεφα. «Ποῦ βρῆκαν», θὰ σκεφτεῖ, «οἱ γονεῖς μου οἱ βάρβαροι ὅλη αὐτὴ τὴν εὐγένεια»; Ἐσεῖς δὲν θὰ σταματήσετε στὸ μεταξὺ νὰ προσεύχεστε. Καὶ νὰ ξέρετε ὅτι ἡ κόρη σας θὰ τσακωθεῖ μὲ τὸ ἄλλο πρόσωπο, ποὺ κάνουν τὴν κακὴ παρέα. Κι ὅταν θὰ ’ρθει νὰ σᾶς πεῖ ὅτι τὰ χάλασε μ’ ἐκείνη τὴν παρέα, νὰ μὴ τῆς πεῖτε «μπράβο, μπράβο, καλὰ ἔκανες», ἀλλὰ νὰ προσποιηθεῖτε τοὺς ἀδιάφορους καὶ νὰ τῆς πεῖτε «ἐμεῖς, παιδί μου, δὲν ξέρουμε, ἐσὺ ξέρεις».
Καὶ πράγματι, ἔτσι ἐκτυλίχθηκαν τὰ γεγονότα. Μιὰ μέρα ἡ κοπέλα ἀνακοίνωσε στοὺς γονεῖς της ὅτι τὰ χάλασε μ’ ἐκείνη τὴν παρέα. Μπῆκε ἀπὸ τότε στὸ σωστὸ δρόμο καὶ σώθηκε.
Κ. Ι.: Ἰδοὺ πῶς ὁ Γέρων Πορφύριος, μὲ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, βοηθοῦσε κι ἔσωζε τοὺς ἀνθρώπους.