―Το Αλάθητο. Το αλάθητο είναι μια άλλη μορφή του Πρωτείου. Αφού ο πάπας απέβη η ανωτάτη εκκλησιαστική αρχή, φυσικό ήταν να προσλάβει το αλάθητο των Οικονομικών Συνόδων. Έτσι ο πάπας εχρίσθη υπό της Α΄ Βατικανής Συνόδου (1870) αλάθητος και ανεξέλεγκτος διδάσκαλος «της πίστεως και των ηθών». Έτσι υπέπεσε στην μεγαλύτερη πλάνη και αίρεση και απέδειξε, ότι δεν είναι διδάσκαλος ορθοτομών τον λόγον της χριστιανικής αληθείας. Το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα επικυρώθηκαν και από την Β΄ Βατικανή Σύνοδο (1962-1965) και έτσι προσέλαβαν μεγαλύτερη ισχύ και αποτέλεσαν την μόνιμη αιρετική αγκύλωση και διαστροφή του Παπισμού. Το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα παρερμήνευσαν την αγία Γραφή, παραποίησαν την ιερά Παράδοση, πλαστογράφησαν την εκκλησιαστική ιστορία.
Η παραποίηση της ιστορίας έγινε με τις λεγόμενες Ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις (Θ΄ αιών), αγνώστου συγγραφέως, που είναι συλλογή παπικών συνοδικών κανόνων και διατάξεων στις οποίες προσετέθησαν νόθα και εντέχνως παραποιημένα έγγραφα, 94 τον αριθμό, που υποστηρίζουν τις θεοκρατικές και μοναρχικές ιδέες των παπών.
―Το Filioque. Δηλαδή ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται όχι μόνο από τον Πατέρα αλλά και από τον Υιό. Η διδασκαλία αυτή έχει την αρχή της σε αρχαίους Λατίνους πατέρες του 4ου και 5ου αιώνα, θεσπίσθηκε επίσημα σε συνόδους του Τολέδου (547 και 589), το 767 στο Φραγκικό Κράτος, και το 1014 υιοθετήθηκε επίσημα από όλον τον Παπισμό. Το δόγμα της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος έχει άμεση σχέση προς αυτήν την θεολογία περί της Αγίας Τριάδος. Επομένως, η αίρεση του Filioque, ως προσβάλλουσα κατ’ ευθείαν την Τριαδική Θεολογία, την κατ’ εξοχήν δηλαδή θεολογία, δεν εμφανίζεται απλώς ως δογματική διαφορά, αλλ’ ως αληθινή άβυσσος μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού.
―Η ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης και το καθαρτήριο πυρ. Κατά τους Παπικούς ο Θεός έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να σταυρωθεί, για να ικανοποιηθεί η θεία δικαιοσύνη από την προσβολή που υπέστη από την αμαρτία του ανθρώπου. Η θεωρία περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης δημιούργησε την Ιερά Εξέταση, τις Σταυροφορίες, τους ιερούς πολέμους και νομιμοποίησε την κάθε μορφής βία εναντίον των εχθρών της πίστεως, οι οποίοι τιμωρούμενοι και διωκόμενοι εξαγνίζονται έναντι του Θεού. Η θεωρία αυτή καθιστά τα λεγόμενα επιτίμια, που δίδουν οι πνευματικοί πατέρες στο μυστήριο της εξομολογήσεως, τιμωρητικά μέσα δικανικής φύσεως και όχι παιδαγωγικά όπως είναι σε μας.
―Το δόγμα των αφέσεων. Είναι συνέπεια και αναγκαίο επακόλουθο της περί θείας δικαιοσύνης και καθαρτηρίου πυρός διδασκαλίας των Παπικών. Η αμαρτία δεν θεωρείται ασθένεια της ψυχής αλλά αξιόποινη παρεκτροπή και προσβολή του Θεού. Γι’ αυτό πέραν του καθαρτηρίου πυρός υπάρχουν:
―Μαριολατρεία. Το δόγμα της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου (1854) δηλαδή ότι η Παναγία γεννήθηκε χωρίς το προπατορικό αμάρτημα, το δόγμα ότι η Παναγία είναι Μεσίτρια (1891), με την έννοια ότι τίποτα δεν παρέχεται σε μας άνευ της μεσιτείας της Θεοτόκου, το δόγμα της ενσωμάτου αναλήψεως της Θεοτόκου στον ουρανό χωρίς να γνωρίσει η Παναγία θάνατο και ταφή (1950), η διδασκαλία (δεν έχει γίνει ακόμη δόγμα) ότι η Παναγία είναι συλλυτρώτρια, δηλαδή «Μεσίτρια παρά τω Πατρί», τουτέστι είναι μεσίτης όπως ο Χριστός (πρβλ. Α΄ Τιμ. 2,5-6) και όχι μόνο «Μεσίτρια παρά τω Υιώ», και γενικά η Μαριολατρεία, κατά την οποία η Παναγία ανυψώνεται στην Τριαδική Θεότητα και μάλιστα γίνεται λόγος και για Αγία Τετράδα.
―Το Βάπτισμα. Ο Παπισμός εισήγαγε το δι’ επιχύσεως ή ραντισμού βάπτισμα, το οποίο μόνο σε έκτακτες ανάγκες επιτρέπουν οι πατέρες (π.χ. όταν είσαι στην έρημο και δεν υπάρχει νερό, πρβλ. «Διδαχή αποστόλων» § VII ), και το οποίο δυστυχώς τείνει να γίνει καθεστώς και στην ορθόδοξη Εκκλησία, αφού οι περισσότεροι των επισκόπων και των κληρικών τοποθετούν νερό στην κολυμβήθρα 10-15 πόντους και επιχύουν ύδωρ στο μωρό, αντί να το βαπτίζουν (βυθίζουν) εξ ολοκλήρου, «για να μη πνιγεί» δήθεν. Έτσι το βάπτισμα και σε μας τους ορθοδόξους τείνει να καταστεί ποδόλουτρο μετά επιχύσεως, αλλά παπικά.
―Το Χρίσμα. Χωρίσανε το μυστήριο του χρίσματος από το μυστήριο του βαπτίσματος τα οποία καθιερώθηκαν να γίνονται συνεχόμενα, όπως ομολογεί και ο Τερτυλλιανός (τέλος β΄ αιώνος). Το Χρίσμα δεν δίδεται προ της ηλικίας των επτά ετών, εκτός θανάτου. Έτσι δεν μπορούν και να κοινωνήσουν οι μικρές ηλικίες.
–Το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
―Το Μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου. Ο Παπισμός τελεί το Μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου μόνο χάριν των ευρισκομένων επί της επιθανάτιου κλίνης πιστών. Τελευταία βέβαια διαφοροποιήθηκε η τακτική του και το δίνει και στους ασθενείς.
–Η ενέργεια των μυστηρίων. Διδάσκει ότι η ενέργεια αυτή είναι μηχανική, δίδεται δηλαδή κατά μαγικό τρόπο και δεν εξαρτάται από τη διάθεση, την ανταπόκριση, την προετοιμασία του πιστού, ή και την βιολογική κατάσταση του –αν είναι νεκρός ή ζωντανός-, γι’ αυτό υπάρχουν και τα συγχωροχάρτια για ζωντανούς και νεκρούς.
― Ως προς τους κληρικούς:
―Τα αγάλματα των Λατινικών ναών. Άλλη καινοτομία, που αφορά το εσωτερικό των ναών, είναι η χρήση αγαλμάτων. Ενώ η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος λέγει να κατασκευάζονται εικόνες «από χρώματα, από ψηφία και από ύλην επιτηδείαν… επάνω εις τα ιερά σκεύη και εσθήτας και σινδόνας και πανία· επάνω εις τοίχους και σανίδια», δεν αναφέρει καθόλου περί κατασκευής αγάλματος ή ανδριάντος.
―Η εκκοσμίκευση του Παπισμού. Με την εισαγωγή χορών, μουσικών οργάνων, μουσικών εκδηλώσεων κ.λ.π.
―Η νηστεία. Οι νηστείες των Παπικών είναι ελαφρότερες των νηστειών των Ορθοδόξων. Παλιότερα απαγόρευαν μόνο το κρέας. Τώρα όμως έχουν καταργήσει και αυτή την απαγόρευση.
―Κατάργηση ιερών κανόνων. Το Βατικανό προ πολλού απέρριψε τους περισσότερους ιερούς κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων και εμόρφωσε δικό του Κανονικό Δίκαιο, για να πορευθεί ελεύθερο την οδό την άγουσα σε κάθε είδους καινοτομίες.
―Υποτίμηση των δογματικών διαφορών και της μοναδικότητας της Χριστιανικής Πίστεως. Οι σύγχρονοι παπικοί θεολόγοι, προς εξυπηρέτηση της φιλοενωτικής πολιτικής του Βατικανού, που απορρέει από το κίνημα της παγκοσμιοποιήσεως που προωθούν οι ισχυροί της γης και όχι από την ανάγκη ενώσεως του κόσμου εν Χριστώ, χαρακτηρίζουν ως ανύπαρκτες τις περισσότερες των δογματικών διαφορών μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού. Τις θεωρούν απλώς ως θεολογούμενα ζητήματα ή ως νόμιμες εκφράσεις της ιδίας πίστεως, που εμπλουτίζουν τη χριστιανική παράδοση. Συγκαλούν συνεχώς πανθρησκειακά συνέδρια στα οποία τονίζεται ότι όλες οι θρησκείες λατρεύουν τον ίδιο Θεό, η καθεμιά με τον δικό της τρόπο, και προσπαθούν να επιτύχουν μία παγκόσμια διαθρησκειακή ένωση με αρχηγό τον πάπα. Γι’ αυτούς πρωταρχικό ρόλο έχουν οι πολιτικοί σχεδιασμοί και οι εγκόσμιες σκοπιμότητες της Νέας Τάξεως. Και προσπαθούν να διασώσουν το χαμένο κύρος τους και την μειωμένη επιρροή τους προσχωρώντας σ’ αυτή τη Νέα Τάξη. Δυστυχώς η πρακτική αυτή των Παπικών όπως και ανάλογες τάσεις των Αγγλικανών και Προτεσταντών αρχίζουν να υιοθετούνται και από εμάς τους Ορθοδόξους.
―Η διδασκαλία περί της κληρονομήσεως της ενοχής του προπατορικού αμαρτήματος. Κατά την ορθόδοξη διδασκαλία κληρονομούμε αναπόφευκτα την αμαρτωλή κατάσταση που προέκυψε από το προπατορικό αμάρτημα, όχι όμως την ενοχή, αφού δεν ήταν δικό μας πταίσμα.
―Η διδασκαλία περί του απολύτου προορισμού. Έχει τις αρχές της στο χώρο της Δυτικής (εκκλησίας) αν και δεν κατέστη επίσημο δόγμα του Παπισμού. Την παρουσίασε πρώτα ο Αυγουστίνος, την περιέγραψε ο Θωμάς Ακινάτης και μετά πέρασε στο χώρο του Προτεσταντισμού αναδεικνυόμενη σε βασικό δόγμα του. Κατ’ αυτήν όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί από τη φύση τους και ανεπίδεκτοι προόδου. Όμως ο Θεός εκλέγει μερικούς απ’ αυτούς και τους σώζει σύμφωνα με τις ανεξερεύνητες βουλές του. Η διδασκαλία περί απολύτου προορισμού, που όπως είδαμε έχει την αρχή της στα συγγράμματα παπικών θεολόγων, είναι «η μεγαλύτερη θεολογική ρατσιστική αντίληψη όλων των εποχών» (Ιερόθεος Βλάχος, επίσκοπος Ναυπάκτου) και «η θεωρία κατά την οποία «η δικαιοσύνη γίνεται βαναυσότητα και η χάρη καταντά αυθαιρεσία» (Μάριος Μπέγζος, καθηγητής Θεολογικής Σχολής Αθηνών).
― Περί της άκτιστου ουσίας και των άκτιστων ενεργειών του Θεού. Η βασική διαφορά μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και του Παπισμού ευρίσκεται στην ταύτιση υπό του Παπισμού της άκτιστου ουσίας και των άκτιστων ενεργειών του Θεού και επιπλέον στο ότι αποδίδει κτιστές ενέργειες στον Θεό. Κτιστές ενέργειες όμως έχουν μόνο τα κτίσματα. Έτσι το άκτιστο φως της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας οι Παπικοί το θεωρούν κτιστό.
―Η άποψη περί της ενιαίας μεθοδολογίας, για την γνώση του Θεού και των κτισμάτων, η οποία οδήγησε στην σύγκρουση μεταξύ θεολογίας και επιστήμης. Η θεολογία είναι επιστήμη και μάλιστα θετική, διότι έχει γνωστικό αντικείμενο το Θεό και χρησιμοποιεί επιστημονική μέθοδο. Έχει την παρατήρηση-θέαση των ακτίστων ενεργειών του Θεού και χρησιμοποιεί το πείραμα, αφού υπάρχει δυνατότητα επαναλήψεως της εμπειρίας της θεώσεως, που έχουν οι επιστήμονες της πίστεως, οι άγιοι. Θεολογία και επιστήμη δεν συγκρούονται, γιατί έχουν διαφορετικό γνωστικό αντικείμενο και διαφορετικά πεδία έρευνας. Η επιστήμη απαντά στο πως και η θεολογία στο γιατί. Στην Ορθοδοξία η έρευνα του ακτίστου Θεού γίνεται από τη θεολογία, ενώ η έρευνα της κτίσεως γίνεται από την επιστήμη. Η γνώση του Θεού είναι υπερφυσική και πραγματοποιείται με τη κάθαρση της καρδιάς (Ψαλμ. 50,12), ενώ η γνώση του κόσμου είναι φυσική και πραγματοποιείται με την επιστημονική έρευνα.
―Το σημείο του Σταυρού. Και αυτό το άλλαξαν οι Παπικοί. Ενώ εμείς οι Ορθόδοξοι ενώνουμε τα τρία δάχτυλα, που συμβολίζουν την Αγία Τριάδα και τα δύο διπλωμένα την θεία και ανθρώπινη φύση του Χριστού, αυτοί το κάνουν με όλη την παλάμη και εξ αριστερών προς τα δεξιά.
―Η συνεχής πρόοδος της Εκκλησίας στην ανακάλυψη των πτυχών της αποκαλυπτικής αλήθειας. Με τη θεωρία αυτή θέλουν να δικαιολογήσουν τα δόγματά τους, που θεσπίσθηκαν πολύ αργότερα και που δεν υπήρχαν στην αρχαία αδιαίρετη Εκκλησία.