Και σε αυτό το πονεμένο ερώτημα δεν μπορούσε ο π. Γεράσιμος Φωκας να μην σταθεί.
Υπάρχει δικαιολογημένη χαρά, που προκαλείται από τη φανερή θεϊκή επέμβαση, όταν συντελείται ένα θαύμα.
Υπάρχει όμως και το δικαιολογημένο παράπονο όταν δεν συντελείται το θαύμα, όταν η αρρώστια επιμένει, όταν το βάσανο επιμένει, όταν ο πόνος επιμένει…
Ακούστε τον ίδιο σε αυτό το λεπτό σημείο και θα δείτε πόσο ειλικρινής, πόσο συμπονετικός, πόσο τολμηρός και συνάμα απομακρυσμένος από ευσεβισμούς και κούφιες ρητορείες ήταν ο π. Γεράσιμος!
……………
Στο Άγιο Ευχέλαιο παρακαλέσαμε και για άλλους ασθενείς, και για τον π. Κομηνά, πολύ καλό ιερέα στην Πεσάδα, που γνώριζα και αγαπούσα κι εγώ πολύ. Δεν έγινε όμως καλά…
Γιατί;
Το “γιατί”, αδελφοί μου, το έχουμε όλοι, όλοι έχουμε το γιατί. Όλοι μπορεί να πούμε,
“Θεέ μου, αφού σε παρακαλώ τόσο πολύ γι αυτό το θέμα, γιατί δεν μου το λύνεις; Αφού έχω τόση ανάγκη, γιατί δεν μου λύνεις το πρόβλημα; Σε παρακαλώ, αγρυπνώ, νηστεύω, λαχταρώ, προσεύχομαι, γιατί, Θεέ μου, δεν μου λύνεις το πρόβλημα, γιατί δεν μου δίνεις λύση, για το παιδί μου, τον πατέρα μου, τη μάνα μου, τον αδελφό μου; Γιατί δεν το κάνεις;”
Αδελφοί μου, το “γιατί” αυτό, μη φοβάστε να το πείτε, το είπε και ένας μεγάλος Άγιος. Το είπε αυτός που γιορτάζει απόψε, ένας μεγάλος Άγιος, ο Άγιος Αντώνιος, που είχε παρέα με το Θεό. Μιλούσε με τον Θεό, λέει ο συναξαριστής, όπως ο Μωυσής, όπως ομιλεί κανείς στο φίλο του.
Ήτανε σε μια μάχη ο Άγιος αυτός, σε μάχη όχι με όπλα, σε μάχη πιο ισχυρή, σε μάχη με δαίμονες. Είχε μεταμορφωθεί ο διάβολος σε λιοντάρι και τον έκοβε κομμάτια να τον βγάλει από το δρόμο του Θεού και εκεί επάλευε.
Ήτανε σε ένα τάφο, μες στα αίματα, μες στον πόνο, μες στην υπομονή, ακλόνητος, ασάλευτος, ατσάλινος ο Μέγας Αντώνιος και τότε εμφανίστηκε ο Χριστός. Μετά τη μάχη και Του είπε ο Μέγας Αντώνιος:
“Τώρα ήρθες; Πού ήσουνα τόση ώρα;”
Και απήντησε ο Κύριος:
“Ήμουν εδώ και περίμενα να σε στεφανώσω, Αντώνιε”.
Έτσι απαντάει, αδελφοί μου, και σε μας. Έχουμε μαρτύρια, όχι λιοντάρια, όμως θλίψεις, διωγμούς, προβλήματα, βάσανα και μπορεί να φωνάξουμε:
“Κουράστηκα Χριστέ μου, πού είσαι;” Και μας απαντάει ο Κύριος,
“Είμαι κοντά σου, περιμένω να δω το στεφάνι σου”.
Αδελφοί μου, είπε ο Μέγας Αντώνιος, “ Γιατί, Κύριε μου, τόσος πόνος, γιατί, γιατί πεθαίνουν νέοι και αφήνεις τους γέρους, γιατί η αδικία βασιλεύει, γιατί ο άδικος βλέπουμε να προοδεύει κι αυτός που είναι δίκαιος, που είναι ηθικός, που είναι σεμνός, πάει χαμένος;” Κι απήντησε ο Κύριος, αδελφοί μου, και δια του Αγίου σε όλους μας:
“Αντώνιε, να κάνεις τον κανόνα σου και αυτή είναι δική μου δουλειά”. Έτσι λέει, αδελφοί μου, και σε μας, λέει σε μένα, “Γεράσιμε να είσαι καλός παπάς”, λέει στην ηγουμένη, “Ανδριανή να είσαι καλή καλόγρια”, λέει στο γιατρό, λέει στη νοσοκόμα, λέει στο τσοπάνη, λέει στο χασάπη, λέει στο ταξιτζή, “να κάνεις τη δουλειά σου καλά”, λέει στη μάνα, “να είσαι καλή μάνα”, λέει στη δασκάλα, “να είσαι καλή δασκάλα, και τα άλλα είναι δική μου δουλειά”.
Αδελφοί μου, να δοξάσουμε το Θεό, που ζει στις ημέρες μας και ζει εις τους αιώνες, που μας εχάρισε Αγίους αθανάτους, που είναι κοντά μας, που μας παρηγορούν, που μας δείχνουν το δρόμο, που μας θεραπεύουν. Να κάνουμε κι εμείς λίγο υπομονή, να πιαστούμε από τα ενδύματα τους, να διαβάζουμε τα βιβλία τους, να προσέχουμε τη ζωή τους και να ακολουθήσουμε κι εμείς, όσο μπορεί ο καθένας, βήμα βήμα, σκαλί σκαλί, τον άγιο, τον αθάνατο, τον παραδείσιο, τον ουράνιο δρόμο τους. Να είμαστε κοντά τους, να είμαστε υπό τη σκέπη τους, να είμαστε υπό τη φτερούγα τους, να είμαστε υπό τη σημαία του Χριστού που κυματίζει πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας.