«Μετανιώνετε για κάποια πράγματα στην ζωή σας;»


Α. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι.


      (ο αλάνθαστος)


Β. Δεν μετανιώνω για τίποτα, ούτε και για τα λάθη μου.


      (ο αμετανόητος)


Γ. Ναι, για κάποια πράγματα μετανιώνω.


      (ο μετανοημένος)


Δ. Μετανιώνω που αποτυγχαίνω να γίνομαι αυτό που μπορώ και εκπειράζω


     τους γύρω μου με τα λάθη και τις αδυναμίες μου.


      (ο άγιος)


   Άν ανήκετε στην κατηγορία Α, το κείμενο δεν σας αφορά. Αν ανήκετε στην κατηγορία Β, μην συνεχίσετε την ανάγνωση, θα το μετανιώσετε. Αν ανήκετε στην κατηγορία Δ, το κείμενο δεν έχει να σας προσφέρει τίποτα απολύτως. Αν ανήκετε στην κατηγορία Γ, ίσως κάτι χρήσιμο αποκομίσετε από τις παρακάτω σκέψεις.


   Κα­τ’ αρχήν πρέπει να πούμε πως η μετάνοια ως λέξη εμπεριέχει ένα «λάθος». Η αρχή της μετάνοιας δεν είναι καθόλου το μετά(-νοια) αλλά το τώρα, η κάθε στιγμή που φεύγει ανεπιστρεπτί. Πολλοί εξαιτίας αυτής της λεκτικής σύγχυσης τοποθετούν την μετάνοια στο μετά (μετά τα 80; τα 90; η μάλλον μετά θάνατον;) πάντως όχι στην παρούσα φάση της ζωής τους. Γιατί άλλωστε; Είναι νέοι˙ δεν είναι εγκληματίες˙ δεν έχουν διαπράξει πολλές αμαρτίες˙ θα ξανακάνουν τα ίδια λάθη˙ δεν φταίνε αυτοί αλλά οι άλλοι˙ έχουν να κάνουν καλύτερα πράγματα από το να φιλοσοφούν την ζωή τους. Γι’ αυτούς η μετάνοια συμβαίνει άπαξ στην ζωή του καθενός και έχει συγκεντρωτικό χαρακτήρα: υπολογίζω τις αστοχίες μου και ανακοινώνω το άθροισμα στον Θεό-Αφέντη-Τιμωρό συνήθως όχι μέσω κάποιου ιερέα πνευματικού παρά μιας αμίλητης και ακούνητης εικόνας στο εικονοστάσι του σπιτιού μου η στην καλύτερη περίπτωση σε κάποιο ναό. Για όλα αυτά βέβαια εξυπακούεται πως έχουν εξασφαλίσει (από ποιόν;) εγγύηση προσδιορισμού της χρονικής λήξης του βίου τους. Οπότε γιατί να αγχώνονται και να βιάζονται να μετανοήσουν πριν την ώρα τους;

 Για εμάς όμως τους άμοιρους που το απροσδόκητο του θανάτου δεν είναι μια μελλοντολογία αλλά μια καθημερινή πιθανότητα, η μετάνοια παίρνει άλλες διαστάσεις. Σημαίνει την μεταβολή του νου, «αλλάζω μυαλά» κατά το λαϊκέστερον και μάλλον σαφέστερον.

 Η μεταστροφή του νου άραγε δηλώνει αλλαγή νοητική, εγκεφαλική; Σαφώς και όχι. Ο νους είναι βασική λειτουργία της ψυχής. Είναι αυτός που εξέρχεται μέσω των αισθήσεων, προσλαμβάνει παραστάσεις από τον κόσμο και επιστρέφει έχοντας ήδη επηρεαστεί θετικά ή αρνητικά. Ανάλογα με την κατεύθυνση που παίρνει, στρέφει την ψυχή επί το αγαθό η το κακό. Σίγουρα πάντως -όπως λένε και οι Πατέρες της Εκκλησίας- ο νους είναι ένας δυσκάθεκτος ίππος, που δύσκολα δαμάζεται και ελέγχεται. Η τιθάσευσή του είναι ωστόσο πρωταρχικής σημασίας για τον πνευματικό αγώνα του πιστού. Πρόκειται επομένως για αλλαγή ψυχική.

 Μεταστρέφω όμως τον νου μου από τι σε τι; Θα λέγαμε ότι τον μεταστρέφω από τα φθαρτά στα αιώνια, από τα φαινόμενα στα αυθεντικά είναι, από την λήθη στην α-λήθεια. Αλλάζω γενικά τον τρόπο θέασης του εαυτού μου, των συνανθρώπων, της ζωής, του κόσμου, του Θεού. 

 Γιατί αυτή η αναγκαιότητα αλλαγής; Προφανώς γιατί συνειδητοποιώ την δυσλειτουργία της ύπαρξής μου, γιατί βαρέθηκα την μιζέρια μου, γιατί θλίβομαι για την ανικανότητά του να βιώσω την αληθινή αγάπη και χαρά στην ζωή. Νιώθω μια βαθιά απόγνωση όχι συναισθηματικού τύπου αλλά οντολογική, που με οδηγεί σε ψυχικό τέλμα. Κάποιες φορές όμως, αν και αντιλαμβάνομαι τις επισκέψεις των τύψεων και νιώθω την ανάγκη μεταμέλειας, δειλιάζω να μετανοήσω ουσιαστικά. Είναι η ντροπή για τα χάλια μου, ο φόβος να αντικρύσω τον πραγματικό μου εαυτό, η θλίψη για τις αποτυχίες μου, ο εγωισμός μου επειδή δεν τα κατάφερα καλύτερα; Μα ακριβώς για όλους αυτούς τους λόγους χρειάζομαι την μετάνοια, που λειτουργεί λυτρωτικά, αρκεί να αποφασίσουμε να κάνουμε αρχή. Χρειάζεται γενναιότητα να παραδεχτώ τα λάθη μου αλλά όταν κάνω αρχή μετανοίας έχω ήδη διανύσει τα μισά του δρόμου (προς την θέωση), αφού η αρχή είναι το ήμισυ του παντός. Για να μην μείνω όμως στα μισά αλλά να φτάσω στον προορισμό μου, είναι απαραίτητο η μετάνοια να είναι διαρκής και ακατάπαυστη. Όπως κάθε άσκηση για να εμπεδωθεί χρειάζεται επανάληψη, η πνευματική άσκηση της μετάνοιας χρειάζεται καθημερινή επανάληψη για να καταστεί μια σταθερή βιωματική κατάσταση. Κάθε μέρα μετανοώ, κάθε μέρα σηκώνομαι, κάθε μέρα πέφτω και πάλι από την αρχή. Η μετάνοια βέβαια δεν λειτουργεί μηχανικά παρά συμμετέχει συνειδητά όλο μου το είναι. Δεν είναι μία τυπική συνήθεια˙ απλά μετατρέπεται σε ανάγκη ζωής σαν την ανάσα, γιατί κάθε μέρα ανακαλύπτω όλο και περισσότερο την αστοχία μου. Το θολό κάτοπτρο μέσα από το οποίο έβλεπα μέχρι τώρα ξεθαμπώνει σιγά σιγά και το βλέμμα της ψυχής γίνεται πιο καθάριο.

 Ο λόγος μας βέβαια μόνο περί αρχής μετανοίας γιατί τέλος μετανοίας δεν υπάρχει.