Το «Απόδειπνο το Μέγα» αποτελεί τη στεντόρεια κραυγή της εσώτατης πείνας μας για τον Θεό, ο Οποίος δεν παύει να δίνει πατρικά σ’ εμάς την καθημερινή μας τροφή αλλά, ταυτόχρονα και από αδιήγητη αγάπη τον Ίδιο Του τον Εαυτό ως την τέλεια και υπερκόσμια Τροφή που μένει αιώνια. Όλη η γλυκιά Σαρακοστή έχει δυο βασικούς πόλους ακολουθιών που είναι γεμάτοι κατάνυξη και νοσταλγία Θεού: τη Λειτουργία των Προηγιασμένων και φυσικά το Μεγάλο Απόδειπνο με τους τόσους ωραίους ψαλμούς του, τα αλλεπάλληλα τροπάρια και τις διαδοχικές του ευχές.
Όλα, μέσα σε αυτό, φορτώνονται με το υπερούσιο κάλλος της προσευχής, με την ουράνια υποβλητικότητα του περιεχομένου του, με την ασυνήθιστη δύναμη, την πρωτόγνωρη κραταίωση και το αισθαντικό στηριγμό που παρέχει μυστικά στη ψυχή που –κατά τη δική της προαίρεση και ισχύ– αγωνίζεται να νηστεύει από φιλότιμο καρδιάς, από πόθο Θεού, από την αδήριτη ανάγκη να τα στερηθεί, ει δυνατόν, όλα η έφεση της αγάπης της για χάρη του Κυρίου Ιησού Χριστού που πείνασε, που νήστευσε, που έπαθε για τη δική μας σωτηρία.
Το Μέγα Απόδειπνο είναι «μέγα», όχι μόνο για τη μεγάλη διάρκειά του, όχι μόνο για την έκταση των εξαίσιων ευχών του, αλλά πρωτίστως για τη μεγάλη παράκληση που αυτό εναποθέτει αθόρυβα μέσα στη φτωχή μας καρδιά, τον καιρό της Σαρακοστής, τον καιρό του πιο ωραίου πνευματικού μας αγώνα, τον καιρό της προσωπικής μας πορείας προς το Πάθος του Χριστού. Η πιστή ψυχή σταματά πια να αδημονεί· ο χρόνος καταλύεται δυναμικά με τη χάρη της προσευχής· όλα τα αιχμηρά και ανώφελα στοιχεία του κόσμου ή φεύγουν ή μεταστοιχειώνονται αδιαμαρτύρητα.
Το Μεγάλο Απόδειπνο μοιάζει σαν μια θεόσδοτη θωράκιση, σαν μια ασπίδα προστασίας για όσους αγωνίζονται τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, για όσους «πυκτεύουν» και παλεύουν με τον αόρατο εχθρό που μισεί ακατάπαυστα τη νηστεία και την προσευχή μας και επιθυμεί να ανατρέπει τον αγιασμό που λαμβάνει ο καθένας, ανάλογα με τον αγώνα και την ταπείνωσή του, μέσα στην Εκκλησία, από τα χέρια του αγωνοθέτη και αθλοθέτη Χριστού.
Το Μέγα Απόδειπνο, για τους ράθυμους και φυγόπονους στο πνεύμα ανθρώπους, σημαίνει ίσως την πιο μεγάλη τους δυσαρέσκεια· ενώ για εκείνους που ορέγονται να ανταμώσουν το θείο στο πενιχρό ταμείο της ευλαβικής καρδιάς τους, την πιο αγαπημένη αίτια και αφορμή για πνευματική αγαλλίαση· έναν παλμό συντριβής μέσα σε μιαν άφραστη και σφοδρή κατάνυξη, για την οποία οι λέξεις του λόγου αδυνατούν παντελώς να δώσουν μια συμβατική περιγραφή.
Το Μέγα Απόδειπνο είναι η πιο ηδύτερπνη συντροφιά εκείνων που αγαπούν την προσευχή σαν τον μοναδικό και λυτρωτικό τρόπο να υψωθούν έστω και λίγο πιο πάνω από τα γήινα για να ατενίσουν με λαχτάρα προς τον χαρμολυπικό ορίζοντα της Μεγάλης Σαρακοστής και, από εκεί, να δουν και να διακρίνουν τον Νυμφίο των ψυχών τους να έρχεται προκειμένου να τους σηκώσει από τη αξημέρωτη νύχτα του αφώτιστου κόσμου. Μέσα στο Μέγα Απόδειπνο θα έρθει κανείς αντιμέτωπος με τον ίδιο τον εαυτό του, γιατί εκεί, στα σωθικά των προσευχών του, θα συναντήσει τα πιο γλαφυρά και ανείπωτα αιτήματα της καρδιάς του.
Η Εκκλησία, με την ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου, μας φέρνει στην κάλλιστη επίγνωση του εαυτού μας, παρασκευάζοντας την καρδιά μας, στα όρια των εξατομικευμένων δυνάμεών μας, για τη συνάντησή της με τον Παθόντα Χριστό, με το εκούσιο Πάθος Του έξω από την Πόλη των Ιεροσολύμων. Στο Μέγα Απόδειπνο προαλειφόμαστε για το γεγονός της Ανάστασης, η οποία με τη δύναμη των εξαίσιων ικεσιών και των δεήσεών του, την καθιστά εγγύτερη σ’ εμάς, εγγύτερη και αληθινά εμβιούμενη από εμάς.
π. Δαμιανός