Πότε ήταν η αρχή; Πότε θα έρθει το τέλος; Ποιος είσαι; Τί είσαι; Πού κατοικείς; Γιατί μ’ αγαπάς; Γιατί σε απορρίπτω;
Γιατί σε αμφισβητώ; Πώς το αντέχεις; Γιατί κρύβεσαι μέσα στην σιωπή; Γιατί δεν με εξουσιάζεις;
Γιατί μου δίνεις την ελευθερία να σε απορρίψω;
Το ήξερες; Γιατί δεν επεμβαίνεις;
Γιατί μου δίνεις την δυνατότητα να γυρίσω πίσω;
Γιατί με συγχωρείς; Γιατί με φροντίζεις;
Πότε θα σε γνωρίσω; Πώς θα σε γνωρίσω;
Γιατί μου είσαι ένας άγνωστος;
Πώς θα σε βρω; Πότε θα ησυχάσω;
Γιατί βρίσκομαι στο σκοτάδι; Γιατί ενώ είμαι κτίσμα θέλω τον Άκτιστο;
Γιατί ποθώ αιωνιότητα; Πότε θα πάψω να πέφτω;
Πότε θα πάψω να μοιρολογώ;
Υπάρχεις; Γιατί υπάρχω;
Τί είναι η ζωή; Γιατί να ζω; Ποιος ο σκοπός μου;
Τί θέλεις από μένα; Τι μπορώ να σου δώσω σαν αντάλλαγμα της αγάπης σου;
Όλα αυτά τα υπαρξιακά ερωτήματα γεννιούνται μέσα στην κάθε ανθρώπινη ύπαρξη από την στιγμή που η λογική αρχίζει να συγκρούεται με το βίωμα, με το αίσθημα, με την ύπαρξή μας. Από την στιγμή που ο άνθρωπος καταλαβαίνει ότι έχει την δυνατότητα να αμφισβητήσει, να φιλοσοφήσει, να κάνει τις δικές του επιλογές στην ζωή.
Ερωτήματα αιώνια τα οποία πολλά από αυτά, αν όχι όλα, δεν θα βρουν ποτέ απάντηση με την λογική, με τον νου αλλά ίσως απαντηθούν με το βίωμα. Και αυτό το γνωρίζουμε από κάποιους χαριτωμένους ανθρώπους που κατάφεραν και κάνανε πέρα την λογική, κάνανε πέρα το κοσμικό φρόνημα και παραδόθηκαν στην Πρόνοια Εκείνου που τους φανερώθηκε μέσα στην καρδιά τους. Οι πατέρες της Εκκλησίας, φιλοσόφησαν πάνω σε αυτά τα ερωτήματα, θεολόγησαν αλλά κυρίως βίωσαν μερικές από τις απαντήσεις.
Τα περισσότερα όμως ερωτήματα τέτοιου είδους απλά καταργούνται, δεν απαντιούνται, όταν ο άνθρωπος σταματήσει να ζει και να σκέφτεται νοησιαρχικά και αρχίσει να ζει βιωματικά, να ζει εν Χριστώ, να ζει ασκητικά, καθαρά, ταπεινά, αθόρυβα, εν μετανοία οι απαντήσεις παύουν να υφίσταται διότι την θέση τους παίρνει το βίωμα.
Όταν γνωρίσεις κάποιον πλέον δεν ρωτάς ποιος είναι, τί είναι, πού είναι, τον ξέρεις. Όταν γευτείς το μέλι πλέον δεν αμφισβητείς την γλυκύτητα του γιατί την γεύτηκες…
Όταν γνωρίσεις κάποιον πλέον δεν ρωτάς ποιος είναι, τί είναι, πού είναι, τον ξέρεις. Όταν γευτείς το μέλι πλέον δεν αμφισβητείς την γλυκύτητα του γιατί την γεύτηκες…
Οι ερωτήσεις αυτές ας γίνουν το έναυσμα για μία βαθιά αναζήτηση της Αλήθειας και όχι απλά η απαρχή μιας σειράς φιλοσοφικών συζητήσεων, ανταλλαγείς απόψεων που τίποτα δεν θα ωφελήσουν αν μείνουμε σ’ αυτές.
Το θέμα είναι να μάθουμε, να βρούμε τις απαντήσεις, να ζήσουμε την Αλήθεια, να δούμε, να αφουγκραστούμε μέσα στην καρδιά μας το πραγματικό νόημα την ύπαρξής μας, της φύσης, του κόσμου, των άλλων, των πάντων.
Η αιωνιότητα μας χαρίζεται με τρόπο σκανδαλιστικό, μας χαρίζεται ενώ εμείς δεν μπορούμε τίποτα το ισάξιο να δώσουμε, τίποτα το οποίο να σταθεί έστω για λίγο με παρρησία μπροστά στον Παντοδύναμο σαν αντίδωρο του δώρου Του. Και όμως Εκείνος μας καλεί, μας προκαλεί να ξεδιψάσουμε, να μεθύσουμε με το άπειρο, με το απερίγραπτο, μ’ αυτό που οφθαλμός δεν έχει δει και νους δεν έχει συλλάβει, μας προκαλεί να εντρυφήσουμε και εμείς στην αιωνιότητα, μέσα στην Χάρη Του, μέσα στην Βασιλεία Του, μέσα στην οικογένειά Του.
Το δρόμο αυτό, της Αλήθειας, της Ειρήνης, της Χάριτος βάδισαν οι Άγιοι…είναι δύσκολος, είναι μακρύς, δεν είναι όμως μοναχικός και ας νοιώθεις μόνος διότι είναι μαζί σου Εκείνος, ο δρόμος αυτός της ασκήσεως, της ταπεινώσεως, της σιωπής, της καλοπροαίρετης αναζητήσεως και της πίστεως οδηγεί σ’ Εκείνον που είναι η Αλήθεια, το Φώς, η Αρχή και το Τέλος.
αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος