– Γέροντα, γιατί πρέπει να ζητάμε από τον Θεό να μας βοηθάει, αφού ξέρει τις ανάγκες μας;
– Γιατί υπάρχει ελευθερία. Και μάλιστα, όταν πονάμε για τον πλησίον μας Και τον παρακαλούμε να τον βοηθήσει, πολύ συγκινείται ο Θεός, γιατί τότε επεμβαίνει, χωρίς να παραβιάζεται το αυτεξούσιο. ο Θεός έχει όλη την καλή διάθεση να βοηθήσει τους ανθρώπους που υποφέρουν. για να τους βοηθήσει όμως, πρέπει κάποιος να τον παρακαλέσει. Γιατί, αν βοηθήσει κάποιον, χωρίς κανείς να τον παρακαλέσει, τότε ο διάβολος θα διαμαρτυρηθει Και θα πει: «Γιατί τον βοηθάς Και παραβιάζεις το αυτεξούσιο; Αφού είναι αμαρτωλός, ανήκει σ’ εμένα». Εδώ βλέπει κανείς Και την μεγάλη πνευματική αρχοντιά του Θεού, που ούτε στον διάβολο δίνει το δικαίωμα να διαμαρτυρηθεί. Γι’ αυτό θέλει να τον παρακαλούμε, για να επεμβαίνει -καί θέλει ο Θεός να επεμβαίνει αμέσως, αν είναι για το καλό μας -, και να βοηθάει τα πλάσματα Του ανάλογα με τις ανάγκες τους. Για τον κάθε άνθρωπο ενεργεί ξεχωριστά, όπως συμφέρει στον καθέναν καλύτερα.
Ο Θεός λοιπόν αλλά και οι Άγιοι για να βοηθήσουν, πρέπει ο ίδιος ο άνθρωπος να το θέλει και να το ζητά, αλλιώς δεν επεμβαίνουν. ο Χριστός ρώτησε τον παράλυτο: «Θέλεις υγιής γενέσθαι;» Αν δεν θέλει ο άνθρωπος, το σέβεται ο Θεός. Αν κάποιος δεν θέλει να πάει στον Παράδεισο, ο Θεός δεν τον παίρνει. Εκτός αν ήταν αδικημένος και είχε άγνοια, οπότε δικαιούται την θεία βοήθεια. Διαφορετικά, δεν θέλει να έπέμβει ο Θεός. Ζητά κανείς βοήθεια, και ο Θεός Και οι Άγιοι την δίνουν. μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου, έχουν κιόλας βοηθήσει. Μερικές φορές δεν προλαβαίνεις ούτε να τα άνοιγοκλείσεις• τόσο γρήγορα βρίσκεται ο Θεός δίπλα σου.
«Αιτείτε Και δοθήσεται», λέει η Γραφή. Αν δεν ζητάμε βοήθεια από τον Θεό, θα σπάζουμε τα μούτρα μας. Ενώ, όταν ζητάμε την θεία βοήθεια, ο Χριστός μας δενει με ένα σχοινάκι με την Χάρη Του Και μας συγκρατεί. Φυσάει ο αέρας από έδώ-έκεί, άλλα, επειδή είμαστε δεμένοι, δεν κινδυνεύουμε. Όταν όμως ο άνθρωπος δεν καταλαβαίνει ότι ο Χριστός είναι που τον κρατάει, λύνεται πλέον από το σχοινάκι Και τον χτυπούν οι άνεμοι από ‘δώ Και από ‘κει Και ταλαιπωρείται.
Να ξέρετε, μόνον τα πάθη Και οι αμαρτίες είναι δικές μας. Ό,τι καλό κάνουμε είναι από τον Θεό, ό,τι ανοησίες κάνουμε είναι δικές μας. Λίγο η Χάρις του Θεού να μας αφήσει, τίποτε δεν μπορούμε να κάνουμε. Όπως στην φυσική ζωή, λίγο το οξυγόνο να μας πάρει ο Θεός, αμέσως θα πεθάνουμε, έτσι Και στην πνευματική ζωή, λίγο αν μας αφαίρεση την θεία Χάρη, πάει, χαθήκαμε. Μιά φορά ένιωθα στην προσευχή μιά αγαλλίαση. Ώρες στεκόμουν όρθιος Και δεν ένιωθα καθόλου κούραση. Όσο προσευχόμουν, ένιωθα μιά γλυκεία ξεκούραση, κάτι που δεν μπορώ να το εκφράσω. Ύστερα μου πέρασε ένας λογισμός ανθρώπινος: επειδή μου λείπουν δυό πλευρά και εύκολα κρυώνω, σκέφθηκα, για να μη χάσω αυτήν την κατάσταση και να προχωρήσω όσο πάει, να πάρω ένα σάλι, να τυλιχθώ, μήπως αργότερα κρυώσω. Μόλις δέχθηκα αυτόν τον λογισμό, αμέσως σωριάσθηκα κάτω. Έμεινα πεσμένος κάτω μισή ώρα περίπου Και μετά μπόρεσα να σηκωθώ να πάω στο κελί να ξαπλώσω.
Προηγουμένως, όσο προχωρούσα στην προσευχή, ένιωθα σαν ένα πούπουλο, ένα ελάφρωμα, μιά αγαλλίαση, που δεν εκφράζεται. Μόλις όμως δέχθηκα αυτόν τον λογισμό, σωριάσθηκα κάτω. Αν έφερνα έναν υπερήφανο λογισμό Και έλεγα λ.χ. «ζήτημα είναι, αν υπάρχουν δύο-τρείς σε τέτοια κατάσταση», τότε είναι που θα πάθαινα ζημιά. Σκέφθηκα ανθρώπινα, όπως σκέφτεται ο κουτσός, να πάρει τα δεκανίκια του, όχι δαιμονικά. Ήταν ένας φυσικός λογισμός, αλλά και πάλι είδες τί έπαθα. το μόνο που έχει ο άνθρωπος είναι μιά διάθεση και ανάλογα με αυτήν τον βοηθάει ο Θεός. Γι’ αυτό λέω, όσα αγαθά έχουμε είναι δώρα του Θεού. τα έργα μας είναι μηδέν Και οί αρετές μας είναι μία συνέχεια από μηδενικά. Εμείς θα προσπαθούμε να προσθέτουμε συνέχεια μηδενικά Και να παρακαλούμε τον Χριστό να βάλει την μονάδα στην αρχή, για να γίνουμε πλούσιοι. Εάν δεν βάλει την μονάδα ο Χριστός στην αρχή, χαμένος ο κόπος μας.
Από το βιβλίο: Λόγοι του Γέροντος Παισίου Β’. Πνευματική αφύπνιση.
Έκδοση: Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος. Σουρωτή Θεσσαλονίκης. 1999.
ΠΗΓΗ: www.orp.gr